-

Printed via the EU tax law app / web

C_2022432EL.01000901.xml

14.11.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 432/9


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Törvényszék (Ουγγαρία) στις 11 Αυγούστου 2022 — Global Ink Trade Kft κατά Nemzeti Adó — és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-537/22)

(2022/C 432/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Törvényszék

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Global Ink Trade Kft

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνιστά παραβίαση της αρχής της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης και προσβολή του δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) το γεγονός ότι το δικαστήριο κράτους μέλους που αποφαίνεται σε τελευταίο βαθμό ερμηνεύει κρίση του Δικαστηρίου (εκδοθείσα υπό μορφή διάταξης σε απάντηση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως η οποία είχε ακριβώς ως αντικείμενο τη νομολογία που διαμόρφωσε το ίδιο δικαστήριο που αποφαίνεται σε τελευταίο βαθμό) υπό την έννοια ότι δεν περιέχει κανένα νέο στοιχείο το οποίο έχει ή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την ανάκληση προγενέστερων κρίσεων του Δικαστηρίου ή μεταβολή της εθνικής νομολογίας που διαμόρφωσε προηγουμένως το δικαστήριο που αποφαίνεται σε τελευταίο βαθμό;

2)

Έχουν η αρχή της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης και το δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη την έννοια ότι η αρχή της υπεροχής των κρίσεων του Δικαστηρίου εφαρμόζεται και σε περίπτωση που το δικαστήριο κράτους μέλους που αποφαίνεται σε τελευταίο βαθμό παραπέμπει επίσης σε προγενέστερες αποφάσεις του ως προηγούμενο; Μπορεί η απάντηση να είναι διαφορετική, υπό το πρίσμα του άρθρου 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η κρίση του Δικαστηρίου έχει τη μορφή διάταξης;

3)

Στο πλαίσιο της γενικής υποχρέωσης ελέγχου του φορολογουμένου, ανεξαρτήτως της πραγματοποίησης και της φύσης της οικονομικής πράξης που αναγράφεται στα τιμολόγια, και λαμβανομένων υπόψη του άρθρου 167, του άρθρου 168, στοιχείο α', και του άρθρου 178, στοιχείο α', της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1) (στο εξής: οδηγία ΦΠΑ), καθώς και των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της φορολογικής ουδετερότητας, μπορεί να απαιτηθεί από τον φορολογούμενο, ως προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΠΑ –μολονότι δεν υφίσταται σχετική κανονιστική διάταξη στο κράτος μέλος–, να διατηρεί προσωπική επικοινωνία με τον εκδότη του τιμολογίου ή να επικοινωνεί με τον προμηθευτή του μόνον στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που κοινοποιήθηκε επισήμως; Μπορεί να θεωρηθεί ότι οι ως άνω περιστάσεις συνιστούν μη επίδειξη, αποδεικνυόμενη με αντικειμενικά στοιχεία, της δέουσας επιμέλειας που πρέπει να αναμένεται από τον φορολογούμενο, λαμβανομένου υπόψη ότι τέτοιες περιστάσεις δεν υφίσταντο όταν ο φορολογούμενος διενήργησε τους αντίστοιχους ελέγχους προτού συνάψει την εμπορική σχέση, αλλά πρόκειται περί στοιχείων της εμπορικής σχέσης που υφίσταται μεταξύ των συμβαλλομένων;

4)

Συνάδουν με τα προμνησθέντα άρθρα της οδηγίας ΦΠΑ και με την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, κυρίως δε με τη νομολογία του Δικαστηρίου η οποία, στο πλαίσιο της ερμηνείας των εν λόγω κανόνων, αναθέτει το βάρος απόδειξης στη φορολογική αρχή, νομική ερμηνεία και πρακτική που διαμορφώθηκαν σε κράτος μέλος με τις οποίες δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ υποκειμένου στον φόρο που διαθέτει τιμολόγιο σύμφωνο με την οδηγία ΦΠΑ, καθόσον θεωρείται ότι ο υποκείμενος στον φόρο δεν επέδειξε, στις εμπορικές συναλλαγές, τη δέουσα επιμέλεια καθότι δεν απέδειξε ότι η συμπεριφορά του επιτρέπει να εξακριβωθεί ότι η δραστηριότητά του δεν περιοριζόταν απλώς και μόνον στη λήψη τιμολογίων που πληρούσαν τις προβλεπόμενες απαιτήσεις, μολονότι ο υποκείμενος στον φόρο προσκόμισε όλα τα έγγραφα σχετικά με τις επίμαχες πράξεις, η δε φορολογική αρχή απέρριψε άλλες προτάσεις απόδειξης τις οποίες ο υποκείμενος στον φόρο υπέβαλε κατά τη διάρκεια της φορολογικής διαδικασίας;

5)

Υπό το πρίσμα των προμνησθέντων άρθρων της οδηγίας ΦΠΑ και της θεμελιώδους αρχής της ασφάλειας δικαίου, μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικό στοιχείο η διαπίστωση, η οποία πραγματοποιείται σε σχέση με τη δέουσα επιμέλεια, ότι ο εκδότης του τιμολογίου δεν ασκούσε οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα, σε περίπτωση που η φορολογική αρχή θεωρεί ότι δεν αποδείχθηκε η ουσιαστική πραγματοποίηση (και επομένως, η πραγματική ύπαρξη) οικονομικής πράξης –η οποία τεκμηριώθηκε με τιμολόγια, συμβάσεις και άλλα λογιστικά δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και με αλληλογραφία, και η οποία επιβεβαιώθηκε με δηλώσεις της επιχείρησης αποθήκευσης καθώς και του διαχειριστή και του υπαλλήλου του φορολογουμένου–, η δε φορολογική αρχή στηρίζεται για την ως άνω διαπίστωση αποκλειστικά και μόνο στη δήλωση του διαχειριστή της προμηθεύτριας επιχείρησης ο οποίος αρνείται την ύπαρξη της εν λόγω πράξης, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η δήλωση, τα συμφέροντα του προσώπου που προβαίνει στη δήλωση ή το γεγονός ότι, βάσει των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης, την επιχείρηση είχε ιδρύσει το πρόσωπο που προέβη στη δήλωση και, κατά τα διαθέσιμα στοιχεία, εντολοδόχος ενεργούσε στο όνομα αυτής;

6)

Έχουν οι διατάξεις της οδηγίας ΦΠΑ σχετικά με την έκπτωση του εν λόγω φόρου την έννοια ότι, σε περίπτωση που η φορολογική αρχή διαπιστώσει κατά τη διάρκεια της φορολογικής διαδικασίας ότι τα αγαθά που αναγράφονται στα τιμολόγια έχουν κοινοτική προέλευση και ότι ο φορολογούμενος είναι το δεύτερο μέρος αλυσίδας [παραδόσεων], ο σχεδιασμός του συστήματος αυτού –δεδομένου ότι τα αγαθά κοινοτικής προέλευσης απαλλάσσονται ΦΠΑ, με αποτέλεσμα ο πρώτος Ούγγρος αγοραστής να μην έχει δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ, δικαίωμα το οποίο έχει μόνον το δεύτερο μέρος της αλυσίδας– συνιστά αφ’ εαυτού επαρκές αντικειμενικό στοιχείο που αποδεικνύει τη φορολογική απάτη, ή η φορολογική αρχή πρέπει να εξακριβώσει, και στην περίπτωση αυτή, με αντικειμενικά στοιχεία ποιο είναι το μέρος (ή τα μέρη) της αλυσίδας που διέπραξε τη φορολογική απάτη, ποιος ήταν ο τρόπος λειτουργίας του και αν ο φορολογούμενος είχε γνώση ή μπορούσε να έχει γνώση αυτού επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια;


(1)  ΕΕ 2006, L 347, σ. 1.