C-3/86 - Commissie/Italië [landbouw]

Printed via the EU tax law app / web

EUR-Lex - 61986C0003 - EL

61986C0003

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Lenz της 24ης Φεβρουαρίου 1988. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. - ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ - ΕΚΤΗ ΟΔΗΓΙΑ, ΑΡΘΡΟ 25, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ 3 ΚΑΙ 5 - ΚΑΤ'ΑΠΟΚΟΠΗ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΒΟΟΕΙΔΗ, ΤΑ ΧΟΙΡΟΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΛΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 3/86.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 03369


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


++++

Κύριε πρόεδρε,

Κύριοι δικαστές,

Α - Τα πραγματικά περιστατικά

1. Η προσφυγή λόγω παραβάσεως επί της οποίας αναπτύσσω σήμερα τις προτάσεις μου αφορά το ζήτημα αν η καθής, Ιταλική Δημοκρατία, εφήρμοσε σωστά το ιδιαίτερο για ορισμένους γεωργούς σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας.

2. Το άρθρο 25 της έκτης οδηγίας περί φόρου προστιθεμένης αξίας (1) επιτρέπει στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ένα ειδικό σύστημα στους γεωργούς, η υπαγωγή των οποίων στο κανονικό σύστημα του φόρου προστιθεμένης αξίας ή ενδεχομένως στο απλοποιημένο σύστημα θα προσέκρουε σε δυσχέρειες. Οι γεωργοί αυτοί - τους οποίους η οδηγία ονομάζει "κατ' αποκοπή γεωργούς" - λαμβάνουν δυνάμει των παραγράφων 1, 3 και 6 του άρθρου 25, κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού που εφαρμόζονται στις τιμές των γεωργικών προϊόντων τα οποία παραδίδουν και των υπηρεσιών τις οποίες παρέχουν κατ' αποκοπή οι γεωργοί σε υποκειμένους στο φόρο που δεν είναι κατ' αποκοπή γεωργοί.

3. Ο συμψηφισμός αυτός αποκλείει κάθε άλλη μορφή έκπτωσης. Τα κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηψισμού καθορίζονται βάσει μακροοικονομικών δεδομένων των τριών τελευταίων ετών που αφορούν μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς. Δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την επιστροφή στο σύνολο των κατ' αποκοπή γεωργών ποσών που υπερβαίνουν το ποσό του προηγουμένως καταβληθέντος φόρου προστιθεμένης αξίας. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τα εν λόγω κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού στην Επιτροπή πριν τα θέσουν σε εφαρμογή.

4. Το γενικό κατ' αποκοπή σύστημα για τους γεωργούς που θεσπίστηκε στην Ιταλία το 1979 με το άρθρο 34 του υπ' αριθ. 633 προεδρικού διατάγματος της 26ης Οκτωβρίου 1972 περί εισαγωγής του φόρου προστιθεμένης αξίας, με κύριο σκοπό την εφαρμογή της οδηγίας, ίσχυε για όλες τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών δεν περιλαμβάνει δηλαδή τον περιορισμό που προβλέπει το άρθρο 25, παράγραφος 5, της οδηγίας, η οποία επιτρέπει το κατ' αποκοπή σύστημα μόνο για τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών προς υποκειμένους στο φόρο πλην των κατ' αποκοπή γεωργών. Το 1979 θεσπίστηκαν επίσης κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού.

5. Με την ευκαιρία της αυξήσεως των εν λόγω κατ' αποκοπή ποσοστών συμψηφισμού για τα εν προκειμένω επίδικα προϊόντα, το βόειο κρέας, το χοίρειο κρέας και το νωπό γάλα, που επήλθε το 1981, η προσφεύγουσα, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, διαμαρτυρήθηκε για το ότι το ιταλικό σύστημα περιελάμβανε τις παραδόσεις από κατ' αποκοπή γεωργούς προς κατ' αποκοπή γεωργούς. Πληροφόρησε επίσης την καθής ότι κατά την άποψή της, το ποσοστό συμψηφισμού 15 % (2) ήταν πολύ υψηλό. Τέλος αμφισβήτησε τη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των ιταλικών ποσοστών συμψηφισμού η οποία δεν αναφερόταν στην περίοδο των τριών ετών που απαιτεί η νομοθεσία και της οποίας τα μακροοικονομικά δεδομένα αφορούσαν το σύνολο των ιταλών γεωργών και όχι, όπως προβλέπει η οδηγία, μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς. Με την από 25 Μαρτίου 1985 αιτιολογημένη γνώμη επαναλαμβάνονται οι ίδιες αιτιάσεις.

6. Η καθής δεν έλαβε επίσημα θέση εντός της προθεσμίας που έταξε η προσφεύγουσα με την αιτιολογημένη γνώμη ούτε πριν από την άσκηση της προσφυγής.

7. Στο πλαίσιο των ελέγχων για την είσπραξη των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, στους οποίους λαμβάνονται υπόψη οι πράξεις των κατ' αποκοπή γεωργών δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού 2892/77 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977 (3), οι ιταλικές αρχές αναγνώρισαν ότι ο κατ' αποκοπή συμψηφισμός κατέληξε, για τα έτη 1979 ώς 1982 σε υπερ-συμψηφισμό του προηγουμένως καταβληθέντος φόρου προστιθεμένης αξίας.

8. Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

- να κρίνει ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ και από την έκτη οδηγία του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977, διότι θέσπισε και διατηρεί σε ισχύ ένα κατ' αποκοπή σύστημα που δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 25, παράγραφοι 3 και 5, της εν λόγω οδηγίας λόγω του ότι δεν προβλέπει περιορισμό και λόγω των ποσοστών επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας που χορηγείται στους παραγωγούς βοείου κρέατος, χοιρείου κρέατος και νωπού γάλακτος

- να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

9. Η καθής ζητεί την απόρριψη της προσφυγής και την επιδίκαση των δικαστικών εξόδων εις βάρος της προσφεύγουσας.

10. Η καθής υποστηρίζει ότι το άρθρο 25, παράγραφος 8, της οδηγίας επιτρέπει στο ιταλικό σύστημα κατ' αποκοπή συμψηφισμού να υπερακοντίζει, εφαρμοζόμενο, το άρθρο 25, παράγραφος 5, της οδηγίας. Η καθής θεωρεί δικαιολογημένο το επίπεδο των ποσοστών κατ' αποκοπή συμψηφισμού. Στηρίζει δε τα ποσοστά αυτά στα μακροοικονομικά δεδομένα που αφορούν το σύνολο της ιταλικής γεωργίας, τα οποία πάντως χρήζουν διορθώσεως λόγω της ιδιαίτερης κατάστασης των κατ' αποκοπή γεωργών. Η καθής αντικρούει σειρά αιτιάσεων τις οποίες η προσφεύγουσα διατύπωσε μόνο με την αιτιολογημένη γνώμη και την προσφυγή, όχι δε και με το έγγραφο οχλήσεως, αιτιάσεις οι οποίες είναι επομένως απαράδεκτες.

11. Οι διάδικοι κλήθηκαν από το Δικαστήριο να παράσχουν συμπληρωματικά στοιχεία. Η καθής προσκόμισε συγκεκριμένα ορισμένα μακροοικονομικά στοιχεία που αφορούν μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς και αναφέρονται στην τελική παραγωγή και στον προηγουμένως καταβληθέντα φόρο προστιθεμένης αξίας. Κατά τα έτη 1978 ώς 1980, η τελική παραγωγή ανήλθε σε 5 193,2, 6 092,4 και 7 129,3 δισεκατομμύρια ιταλικές λίρες (LIT). Κατά τα ίδια έτη ο φόρος προστιθεμένης αξίας που καταβλήθηκε σε προηγούμενο στάδιο ανήλθε αντιστοίχως σε 329,5, 423,6 και 537,3 δισεκατομμύρια LIT. Η σύγκριση του προηγουμένως καταβληθέντος φόρου προστιθεμένης αξίας με την αντίστοιχη τελική παραγωγή δίνει τα μεγέθη 6,34, 6,95 και 7,54 %.

12. Θα επανέλθω στα άλλα επιχειρήματα των διαδίκων αν αυτό παραστεί αναγκαίο, στο πλαίσιο των προτάσεών μου. Θα επισημάνω πάντως ότι ένα μεγάλο μέρος από τα ερωτήματα που ανακύπτουν, συγκεκριμένα όσον αφορά την έμμεση απόδειξη του υπερ-συμψηφισμού του προηγουμένως καταβληθέντος φόρου προστιθεμένης αξίας λύθηκαν χάρη στα στοιχεία που προσκόμισε η καθής κληθείσα προς τούτο από το Δικαστήριο. Κατά τα λοιπά παραπέμπω στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση.

Β - Ανάλυση

13. Η προσφεύγουσα αιτιάται την καθής για τρεις παραβάσεις της έκτης οδηγίας, επομένως δε και των υποχρεώσεων που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ:

- τα κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού δεν καθορίστηκαν βάσει των ορθών στοιχείων, διότι στηρίζονται στα μακροοικονομικά δεδομένα για το σύνολο της γεωργίας και όχι σε στοιχεία που αφορούν μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς

- το πεδίο εφαρμογής του επίδικου κατ' αποκοπή συστήματος είναι πολύ εκτεταμένο διότι περιλαμβάνει τις παροχές υπηρεσιών και τις παραδόσεις αγαθών προς τους κατ' αποκοπή γεωργούς

- τα κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού για το βόειο κρέας, το χοίρειο κρέας και το νωπό γάλα είναι υπερβολικά υψηλά.

1. Επί των χρησιμοποιηθέντων μακροοικονομικών δεδομένων

14. Η καθής δεν αμφισβητεί ότι χρησιμοποίησε μακροοικονομικά δεδομένα που αφορούν το σύνολο της γεωργίας και όχι μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς. Αρχικά επιχείρησε να δικαιολογηθεί ισχυριζόμενη ότι δεν υπάρχουν τα απαιτούμενα στοιχεία που αφορούν μόνο τους κατ' αποκοπή γεωργούς, στη συνέχεια όμως προσκόμισε, κληθείσα προς τούτο από το Δικαστήριο, τα μακροοικονομικά δεδομένα για τους κατ' αποκοπή γεωργούς που προβλέπει η οδηγία.

15. Επομένως η αιτίαση της προσφεύγουσας είναι βάσιμη.

2. Επί του πεδίου εφαρμογής του κατ' αποκοπή συστήματος

16. Είναι αναμφισβήτητο ότι το κατ' αποκοπή σύστημα της καθής υπερακοντίζει το κατ' αποκοπή σύστημα του άρθρου 25, παράγραφος 5, της οδηγίας διότι εφαρμόζεται και στις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών προς τους κατ' αποκοπή γεωργούς. Επομένως, τίθεται το ζήτημα αν το σύστημα του άρθρου 25, παράγραφος 5, είναι περιοριστικό ή αν οι παράγραφοι 6 ώς 8 του άρθρου αυτού δικαιολογούν την επέκτασή του.

17. Δυνάμει του άρθρου 25, παράγραφος 8, η καταβολή των κατ' αποκοπή συμψηφισμών για όλες τις παραδόσεις γεωργικών προϊόντων πλην των αναφερομένων στην παράγραφο 5, θεωρείται ότι γίνεται από τον αγοραστή ή το λήπτη. Με τους χρησιμοποιούμενους όρους δεν είναι δυνατό να κατανοηθεί σαφώς το πλάσμα αυτό, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι η ίδια η προσφεύγουσα ερμήνευσε τη διάταξη αυτή διαφορετικά με την αιτιολογημένη γνώμη και την προσφυγή αφενός και με το υπόμνημα απαντήσεως αφετέρου. Ενώ στην αρχή υποστήριξε ότι η παράγραφος 8 εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου επιτρέπεται η εφαρμογή του κατ' αποκοπή συστήματος, στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται σε περιπτώσεις άσχετες προς το κατ' αποκοπή σύστημα. Στις περιπτώσεις παραδόσεως αγαθών ή παροχής υπηρεσιών προς άλλους κατ' αποκοπή γεωργούς ή μη υποκειμένους στο φόρο δεν χωρεί εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών συμψηφισμού δεδομένου ότι, κατά το άρθρο 25, παράγραφος 8, της οδηγίας, η καταβολή του συνολικού συμψηφισμού θεωρείται ότι γίνεται με την καταβολή μιας συνολικής τιμής από τον αγοραστή. Δεδομένου ότι οι αγοραστές αυτοί δεν είναι υποκείμενοι στο φόρο είναι περιττό να χρεωθούν με κατ' αποκοπή ποσοστό διότι δεν μπορούν να εκπέσουν τον προηγουμένως καταβληθέντα φόρο.

18. Θεωρώ βάσιμο το επιχείρημα αυτό της προσφεύγουσας καθόσον μάλιστα επιβεβαιώνεται και με έναν άλλο συλλογισμό: αν, κατά το άρθρο 25, παράγραφος 2, έβδομο εδάφιο, τα κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού καθορίζονται κατά τρόπο ώστε οι κατ' αποκοπή γεωργοί να επιτυγχάνουν, στις περιπτώσεις της παραγράφου 5, τον κατ' αποκοπή συμψηφισμό της επιβαρύνσεως με τον προηγουμένως καταβληθέντα φόρο προστιθεμένης αξίας, δεν χωρεί πλέον εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών συμψηφισμού διότι τότε θα προέκυπτε υπερ-συμψηφισμός της επιβαρύνσεως με τον προηγουμένως καταβληθέντα φόρο προστιθεμένης αξίας. Αυτό όμως αποκλείεται από το άρθρο 25, παράγραφος 3, της οδηγίας.

19. Πρέπει επομένως να δεχθούμε ότι η εφαρμογή του κατ' αποκοπή συστήματος δεν μπορεί να επεκτείνεται σε περιπτώσεις που δεν μνημονεύονται στο άρθρο 25, παράγραφος 5, της οδηγίας. 'Αρα η αιτίαση της προσφεύγουσας ότι το κατ' αποκοπή σύστημα της καθής παραβιάζει την αρχή αυτή είναι βάσιμη.

3. Επί του ύψους των κατ' αποκοπή ποσοστών συμψηφισμού για το βόειο κρέας, το χοίρειο κρέας και το νωπό γάλα

20. Η προσφεύγουσα αιτιάται την καθής ότι καθόρισε πολύ υψηλά κατ' αποκοπή ποσοστά συμψηφισμού πράγμα που οδήγησε σε υπερ-συμψηφισμό της επιβαρύνσεως με τον προηγουμένως καταβληθέντα φόρο προστιθεμένης αξίας και ότι κατ' αυτό τον τρόπο χορήγησε στους κατ' αποκοπή γεωργούς επιδότηση κατά παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 3, της οδηγίας.

21. Είναι αναμφισβήτητο ότι η καθής παρεξέκλινε από τη μέθοδο υπολογισμού που ορίζει το άρθρο 25, παράγραφος 3, της οδηγίας για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή ποσοστών συμψηφισμού για το λόγο ότι δεν διέθετε μακροοικονομικά δεδομένα των τριών τελευταίων ετών μόνο για τους κατ' αποκοπή γεωργούς, κατ' αυτό τον τρόπο δε η προσφεύγουσα μόνο εμμέσως μπόρεσε να σχηματίσει μια ιδέα για το πράγματι ενδεδειγμένο ύψος των ποσοστών αυτών. Η προσφεύγουσα κατέληξε δηλαδή γενικώς στο συμπέρασμα ότι το ενδεδειγμένο ποσοστό κατ' αποκοπή συμψηφισμού ήταν 7 % και όχι 14 %.

22. Η καθής δικαιολόγησε το ύψος του κατ' αποκοπή συμψηφισμού με το στοιχείο, κυρίως, ότι τα μακροοικονομικά δεδομένα για το σύνολο των γεωργών του συγκεκριμένου τομέα έπρεπε να διορθωθούν λόγω της ιδιαίτερης δομής των εκμεταλλεύσεων των κατ' αποκοπή γεωργών - μικρές επιχειρήσεις και οικογενειακές επιχειρήσεις. Επικ&a