Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

12.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 80/11


Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2010 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-600/10)

2011/C 80/21

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: R. Lyal και W. Mölls)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 63 ΣΛΕΕ και το άρθρο 40 της Συμφωνίας ΕΟΧ, διότι έχει διατηρήσει σε ισχύ νομοθετικές διατάξεις που προβλέπουν δυσμενέστερη φορολογική μεταχείριση για τα μερίσματα και τους τόκους που καταβάλλονται στα ταμεία συντάξεων που υπέχουν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση από ό,τι για τα μερίσματα και τους τόκους που καταβάλλονται στα ταμεία συντάξεων που υπέχουν απεριόριστη φορολογική υποχρέωση,

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η γερμανική ρύθμιση που προβλέπει δυσμενέστερη φορολογική μεταχείριση για τα μερίσματα και τους τόκους που καταβάλλονται στα ταμεία συντάξεων που υπέχουν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση (δηλαδή στα αλλοδαπά ταμεία) από ό,τι για τα μερίσματα και τους τόκους που καταβάλλονται στα ταμεία συντάξεων που υπέχουν απεριόριστη φορολογική υποχρέωση (δηλαδή στα ημεδαπά ταμεία).

Η δυσμενέστερη μεταχείριση των αλλοδαπών ταμείων έναντι των αντίστοιχων ημεδαπών φορέων οφείλεται στους εξής τρεις λόγους:

 

Κατά τη φορολόγηση των τόκων που εισπράττουν τα ταμεία συντάξεων δεν επιβάλλεται ούτε φόρος εισοδήματος από κινητές αξίες ούτε φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων, αν τους τόκους εισπράττει ημεδαπό ταμείο συντάξεων που απαλλάσσεται από τον φόρο. Επομένως, τα σχετικά έσοδα δεν φορολογούνται καθόλου. Για τα ημεδαπά ταμεία συντάξεων όμως δεν προβλέπεται καμία τέτοια απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος από κινητές αξίες, με αποτέλεσμα ο φόρος αυτός να επιβάλλεται οπωσδήποτε, και μάλιστα με συντελεστή 25 % επί του μικτού ποσού, συν την πρόσθετη εισφορά αλληλεγγύης.

 

Κατά τη φορολόγηση των μερισμάτων που εισπράττουν τα ταμεία συντάξεων, τα ημεδαπά ταμεία μπορούν να συνυπολογίζουν τον φόρο εισοδήματος από κινητές αξίες κατά τη διαδικασία της επιβολής του φόρου βάσει δήλωσης. Το αποτέλεσμα είναι, πρώτον, ότι οι δαπάνες λειτουργίας μπορούν να εκπίπτουν από τον φόρο και ότι φορολογείται μόνο το καθαρό εισόδημα. Η δεύτερη συνέπεια είναι ότι ο φόρος εισοδήματος από κινητές αξίες μπορεί να συνυπολογίζεται για τη γενική φορολογική οφειλή, οπότε εφαρμόζεται ο γενικός συντελεστής του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, που ανέρχεται σε 15 %. Για τα αλλοδαπά ταμεία συντάξεων δεν ισχύει όμως καμία από αυτές τις δυνατότητας προσαρμογής: η επίμαχη ρύθμιση αποκλείει οποιαδήποτε δυνατότητα των ταμείων αυτών να εκπίπτουν τις δαπάνες λειτουργίας τους, ακόμη και αυτές που έχουν άμεση σχέση με τα εισοδήματα που έχουν πραγματοποιήσει στην ημεδαπή.

 

Τέλος, όσον αφορά τη φορολόγηση των τόκων που εισπράττουν τα ταμεία συντάξεων, ισχύει ουσιαστικά ό,τι ισχύει και για την είσπραξη μερισμάτων από τα ταμεία αυτά: όπως και στην περίπτωση των μερισμάτων, τα αλλοδαπά ταμεία συντάξεων αντιμετωπίζονται δηλαδή δυσμενέστερα τόσο σε σχέση με την έκπτωση των δαπανών λειτουργίας όσο και σε σχέση με τον φορολογικό συντελεστή.

 

Κατά την άποψη της Επιτροπής, η δυσμενής αυτή μεταχείριση των αλλοδαπών ταμείων συντάξεων είναι ασυμβίβαστη με την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η διαφοροποίηση αυτή να θεωρηθεί δικαιολογημένη.

 

Το άρθρο 63 ΣΛΕΕ απαγορεύει οποιοδήποτε μέτρο που αντιμετωπίζει δυσμενέστερα τις διασυνοριακές κινήσεις κεφαλαίων από ό,τι τις κινήσεις εντός της ημεδαπής και μόνο. Συναφώς το άρθρο 65, παράγραφος 1, στοιχείο α', ΣΛΕΕ δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι κάθε φορολογική ρύθμιση που κάνει διάκριση μεταξύ των φορολογουμένων ανάλογα με τον τόπο κατοικίας τους ή με τον τόπο επένδυσης των κεφαλαίων τους είναι αυτόματα συμβατή με τη Συνθήκη. Το άρθρο 65, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ προβλέπει τον περιορισμό ότι τα εθνικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 63, παράγραφος 1, δεν μπορούν να αποτελούν ούτε μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ούτε συγκεκαλυμμένο περιορισμό της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων και των πληρωμών, όπως ορίζεται στο άρθρο 63. Οι διακρίσεις αυτές συμβιβάζονται με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο εφόσον εφαρμόζονται σε καταστάσεις που δεν είναι αντικειμενικά συγκρίσιμες ή εφόσον είναι δικαιολογημένες βάσει επιτακτικών λόγων που ανάγονται στο γενικό συμφέρον. Οποιοσδήποτε τέτοιος δικαιολογητικός λόγος ισχύει μόνο κατά το μέτρο κατά το οποίο η επίμαχη ρύθμιση δεν βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με τη ρύθμιση αυτή σκοπού.

 

Όσον αφορά το ζήτημα της έκπτωσης των δαπανών λειτουργίας η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν τις απαγορεύσεις διακρίσεων που απορρέουν από τη Συνθήκη ακόμη και σε σχέση με τους παρακρατούμενους στην πηγή φόρους. Συναφώς το κράτος προέλευσης του εισοδήματος δεν μπορεί να επικαλείται μονομερείς ρυθμίσεις του άλλου κράτους μέλους για να μην εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του. Κατά την Επιτροπή, η Γερμανία δεν ισχυρίστηκε ότι έχει συμφωνήσει με τα άλλα κράτη μέλη να προβαίνουν, αντί για τη Γερμανία, στην έκπτωση των δαπανών λειτουργίας. Ακόμη και αν υπήρχε τέτοια συμφωνία, συχνά δεν θα καθιστούσε δυνατή την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, για παράδειγμα αν τα σχετικά εισοδήματα απαλλάσσονται από τον φόρο στο άλλο κράτος ή αν ο φορολογούμενος συνολικά δεν πραγματοποιεί καθόλου κέρδη. Επιπλέον, στην περίπτωση της μεθόδου του συνυπολογισμού, η έκπτωση των δαπανών λειτουργίας στο κράτος της έδρας δεν μπορεί να αντικαταστήσει την έκπτωση στο κράτος προέλευσης του εισοδήματος. Στην περίπτωση αυτή δηλαδή αμφότερα τα κράτη φορολογούν καταρχήν το ίδιο εισόδημα. Επομένως, για να φορολογούνται όχι τα μικτά εισοδήματα, αλλά τα καθαρά, πρέπει αμφότερα τα κράτη να εφαρμόζουν τη νομοθεσία τους για την έκπτωση των δαπανών λειτουργίας. Η έκπτωση από το κράτος προέλευσης του εισοδήματος δεν έχει ως αποτέλεσμα τον διπλό συνυπολογισμό, αλλά διασφαλίζει απλώς την ίση μεταχείριση με τις καθαρά ημεδαπές καταστάσεις.