Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

Avis juridique important

|

61981J0276

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 23ΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1982. - DIRECTION DE LA SOCIALE VERZEKERINGSBANK ΚΑΤΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝ G. T. KUIJPERS ΚΑΙ/Η ΤΩΝ ΕΛΚΟΝΤΩΝ ΕΞ ΑΥΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ CENTRALE RAAD VAN BEROEP ΤΗΣ ΟΥΤΡΕΧΤΗΣ. - ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ - ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 276/81.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1982 σελίδα 03027


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων — Εφαρμοστέα νομοθεσία — Καθορισμός βάσει τού κοινοτικού δικαίου — Εργαζόμενος ο οποίος εργάζεται σέ δύο κράτη μέλη καί κατοικεί στό έδαφος ενός εξ αυτών — Εθνικές διατάξεις τού κράτους κατοικίας σύμφωνα μέ τίς οποίες αποκλείεται από τήν ασφάλιση γήρατος λόγω τής υπαγωγής του σέ ενα άλλο κράτος μέλος — Ανεπίτρεπτο

( Κανονισμός 3 τού Συμβουλίου , άρθρο 13 , παράγραφος 1 , στοιχείο γ ), εδάφιο 1· κανονισμός 1408/71 τού Συμβουλίου , άρθρο 14 , παράγραφος 1 , στοιχεία γ ) καί i ))

Περίληψη


Όπως προκύπτει από τίς διατάξεις τού τίτλου ΙΙ τών κανονισμών 3/58 καί 1408/71 , η εφαρμογή μιάς εθνικής νομοθεσίας καθορίζεται σύμφωνα μέ τά κριτήρια πού έχουν θεσπίσει οι κανόνες τού κοινοτικού δικαίου . Άν καί εναπόκειται στήν νομοθεσία τού κάθε κράτους μέλους νά καθορίσει τίς προϋποθέσεις υπό τίς οποίες γεννώνται τό δικαίωμα ή η υποχρέωση υπαγωγής σ’ ενα σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως ή σέ κάποιο κλάδο τού εν λόγω συστήματος , τά κράτη μέλη , ομως , δέν έχουν τήν ευχέρεια νά καθορίζουν τό μέτρο κατά τό οποίο εφαρμόζεται η δική τους νομοθεσία ή η νομοθεσία ενός άλλου κράτους μέλους .

Τά άρθρα 13 , παράγραφος 1 , υπό γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 καί 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ) τού κανονισμού 1408/71 πρέπει νά ερμηνευθούν υπό τήν έννοια οτι ειναι ασυμβίβαστη πρός τά ως άνω άρθρα η διάταξη εσωτερικού δικαίου κράτους μέλους σύμφωνα μέ τήν οποία ενας εργαζόμενος πού κατοικεί σ’ αυτό τό κράτος μέλος δέν ειναι ασφαλισμένος γιά σύνταξη γήρατος , διότι ειναι ασφαλισμένος δυνάμει τής νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους έστω καί άν κατοικεί στό πρώτο κράτος μέλος καί εργάζεται εκεί ως μισθωτός , παράλληλα μέ τήν δραστηριότητά του πού αναπτύσσει στό έδαφος τού άλλου κράτους μέλους . Τό γεγονός οτι η απασχόλησή του στό κράτος τής κατοικίας του έχει δευτερεύοντα χαρακτήρα σέ σχέση μέ τήν κυρία εργασία τού ενδιαφερομένου στό άλλο κράτος μέλος δέν επηρεάζει τήν δοθείσα λύση .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 276/81 ,

πού έχει ως αντικείμενο αίτηση τού Centrale Raad van Beroep τής Ουτρέχτης πρός τό Δικαστήριο , κατ’ εφαρμογή τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , μέ τήν οποία ζητείται , στό πλαίσιο τής διαφοράς πού εκκρεμεί ενώπιον τού παραπέμποντος δικαστηρίου μεταξύ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΤΗΣ SOCIALE VERZEKERINGSBANK

καί

ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝ G . T . KUIJPERS ΚΑΙ/Η ΤΩΝ ΕΛΚΟΝΤΩΝ ΕΞ ΑΥΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑ

Αντικείμενο της υπόθεσης


η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως πρός τήν ερμηνεία τού άρθρου 13 , παράγραφος 1 υπό γ ), πρώτο εδάφιο , τού κανονισμού 3/58 τού Συμβουλίου , τής 25ης Σεπτεμβρίου 1958 , περί ασφαλίσεως τών διακινουμένων εργαζομένων καί τού άρθρου 14 , παράγραφος 1 υπό γ ) initio καί υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 τού Συμβουλίου , τής 14ης Ιουνίου 1971 , περί τής εφαρμογής τών συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως επί τών μισθωτών εργαζομένων καί τών οικογενειών τους πού διακινούνται εντός τής Κοινότητος ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ διάταξη τής 29ης Σεπτεμβρίου 1981 , η οποία περιήλθε στό Δικαστήριο στίς 19 Οκτωβρίου τού ιδίου έτους , τό Centrale Raad van Beroep υπέβαλε , δυνάμει τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , προδικαστικό ερώτημα ως πρός τήν ερμηνεία τών άρθρων 13 , παράγραφος 1 , υπό γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 τού Συμβουλίου , τής 25ης Σεπτεμβρίου 1958 , περί κοινωνικής ασφαλίσεως τών διακινουμένων εργαζομένων ( PB 1958 , σ . 561 ) καί 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 τού Συμβουλίου , τής 14ης Ιουνίου 1971 , περί εφαρμογής τών συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στούς μισθωτούς καί τίς οικογένειές τους πού διακινούνται εντός τής Κοινότητος ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/001 , σ . 73 ) ωστε νά κριθεί άν συμβιβάζονται μέ τό κοινοτικό δίκαιο ορισμένες διατάξεις τής ολλανδικής νομοθεσίας περί συντάξεων .

2 Τό ερώτημα ανέκυψε στό πλαίσιο διαφοράς μεταξύ τής Sociale Verzekeringsbank , ολλανδικού οργανισμού κοινωνικής ασφαλίσεως , καί τών κληρονόμων G . T . Kuijpers καί/ή τών ελκόντων εξ αυτού δικαίωμα , η σύνταξη τών οποίων εμειώθη κατ’ εφαρμογή τής ολλανδικής νομοθεσίας .

3 Ο ενδιαφερόμενος , έγγαμος ολλανδός εργαζόμενος , διέμενε στίς Κάτω Χώρες από 1ης Ιανουαρίου 1957 μέχρει τό τέλος τού έτους 1972 καί ειργάσθη στό Βέλγιο , έχοντας ομως καί στίς Κάτω Χώρες μιά απασχόληση , θεωρουμένη ως δευτερεύουσα , κατά τήν περίοδο μεταξύ 1ης Ιουνίου 1966 καί 19ης Δεκεμβρίου 1972 .

4 Κατά τίς διατάξεις τών άρθρων 13 , παράγραφος 1 , υπό γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 τού Συμβουλίου καί 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 τού Συμβουλίου , ο ενδιαφερόμενος ηδύνατο νά θεωρηθεί ως ασφαλισμένος , βάσει τού ολλανδικού συστήματος τής γενικευμένης συντάξεως γήρατος πού εθεσπίσθη υπό τού «Algemene Ouderdomswet» ( AOW ), ο οποίος ετέθη σέ ισχύ τήν 1η Ιανουαρίου 1957 .

5 Σύμφωνα ομως μέ τό άρθρο 2 , παράγραφος 1 , initio καί υπό α ) τού βασιλικού διατάγματος τής 18ης Οκτωβρίου 1968 , περί κανονισμού τής δημοσίας διοικήσεως κατά τήν έννοια τού άρθρου 6 , παράγραφοι 2 καί 3 τού προμνησθέντος ολλανδικού νόμου , δέν θεωρείται ασφαλισμένος βάσει τού ως άνω νόμου «ο κάτοικος τών Κάτω Χωρών , ο οποίος εργάζεται ως μισθωτός εκτός τού Βασιλείου καί ειναι ως εκ τούτου ασφαλισμένος στήν χώρα οπου εργάζεται ως πρός τίς παροχές γήρατος ή θανάτου , καθώς καί τά οικογενειακά επιδόματα» .

6 Εξ άλλου , σύμφωνα μέ τό άρθρο 2 , παράγραφος 1 , initio καί υπό i ) τού προμνησθέντος βασιλικού διατάγματος , δέν λογίζεται ασφαλισμένη η έγγαμος γυναίκα πού κατοικεί στίς Κάτω Χώρες καί τής οποίας ο σύζυγος δέν ειναι ασφαλισμένος κατ’ εφαρμογή τών διατάξεων τής ιδίας παραγράφου .

7 Στίς ανωτέρω διατάξεις προστίθενται οι προβλέπουσες μέσα στό ίδιο νομοθετικό πλαίσιο μείωση τού ποσού τής χορηγουμένης στόν ενδιαφερόμενο συντάξεως κατά 1 % γιά τόν ίδιο καί κατά 1 % γιά τήν σύζυγό του , γιά κάθε ημερολογιακό έτος κατά τήν διάρκεια τού οποίου δέν ηταν ασφαλισμένοι βάσει τού AOW .

8 Κατά συνέπεια , ο αρμόδιος ολλανδικός οργανισμός εμείωσε τό ποσό τής χορηγουμένης συντάξεως κατ’ εφαρμογή τών προμνησθεισών διατάξεων τής ολλανδικής νομοθεσίας , τών οποίων τό συμβιβαστό μέ τίς διατάξεις τού κοινοτικού δικαίου αμφισβητούν οι καθ’ ου τής κυρίας δίκης .

9 Υπό τήν ανωτέρω αλληλουχία , τό Centrale Raad van Beroep ανέβαλε τήν έκδοση οριστικής αποφάσεως καί υπέβαλε πρός τό Δικαστήριο τό ακόλουθο ερώτημα :

«Πρέπει μήπως τό άρθρο 13 , παράγραφος 1 , στοιχείο γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 καί τό άρθρο 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 , νά ερμηνευθούν υπό τήν έννοια οτι ειναι ασυμβίβαστη πρός τά εν λόγω άρθρα διάταξη εσωτερικού δικαίου ενός κράτους μέλους , σύμφωνα μέ τήν οποία εργαζόμενος , ο οποίος κατοικεί στό εν λόγω κράτος μέλος , δέν ειναι ασφαλισμένος γιά σύνταξη γήρατος , διότι ειναι ασφαλισμένος βάσει τής νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους , έστω καί άν διαμένει στό έδαφος τού πρώτου κράτους μέλους καί εργάζεται καί εκεί ( παράλληλα μέ τίς δραστηριότητες πού αναπτύσσει στό έδαφος τού άλλου κράτους μέλους ) ως μισθωτός ( έστω καί άν η εργασία του αυτή θεωρηθεί ως δευτερεύουσα απασχόληση);»

10 Σύμφωνα μέ παγία νομολογία τού Δικαστηρίου , οι διατάξεις τού τίτλου ΙΙ τών κανονισμών 3/58 καί 1408/71 , οι οποίες καθορίζουν τήν εφαρμοστέα επί τών διακινουμένων εντός τής Κοινότητος εργαζομένων νομοθεσία , επιδιώκουν νά υπαγάγουν τούς ενδιαφερομένους στό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως ενός μόνο κράτους μέλους , ουτως ωστε νά αποφεύγονται οι σωρεύσεις εφαρμοστέων εθνικών νομοθεσιών καί οι περιπλοκές πού θά ηδύναντο νά προκύψουν εξ αυτού .

11 Η αρχή αυτή , τήν οποία τό Δικαστήριο εφήρμοσε υπό τό καθεστώς τού κανονισμού 3/58 εκφράζεται μέ τό άρθρο 13 , παράγραφος 1 , τού κανονισμού 1408/71 , πού ορίζει οτι «ο εργαζόμενος γιά τόν οποίο ισχύει ο παρών κανονισμός , υπόκειται στήν νομοθεσία ενός μόνον κράτους μέλους» καί οτι η νομοθεσία αυτή «προσδιορίζεται σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τού παρόντος τίτλου» , δηλαδή τού τίτλου ΙΙ περί «προσδιορισμού τής εφαρμοστέας νομοθεσίας» .

12 Κατά τό άρθρο 13 , παράγραφος 2 , εδάφιο α ), τού κανονισμού 1408/71 , ο εργαζόμενος πού απασχολείται στό έδαφος κράτους μέλους υπόκειται , υπό τήν επιφύλαξη τών διατάξεων τών άρθρων 14 μέχρι 17 , στήν νομοθεσία τού κράτους αυτού , ακόμη καί άν κατοικεί σέ άλλο κράτος μέλος .

13 Τό άρθρο 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ) εισάγοντας μία εξαίρεση από τόν κανόνα πού θεσπίζει η τελευταία αυτή διάταξη , ορίζει οτι «ο εργαζόμενος , πλήν τού εργαζομένου στίς διεθνείς μεταφορές , ο οποίος ασκεί κατά κανόνα τήν δραστηριότητά του στό έδαφος δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών , υπόκειται στήν νομοθεσία τού κράτους μέλους στό έδαφος τού οποίου κατοικεί , άν ασκεί μέρος τής δραστηριότητός τους στό έδαφος αυτό ή άν απασχολείται γιά λογαριασμό περισσοτέρων επιχειρήσεων ή περισσοτέρων εργοδοτών πού έχουν τήν εδρα ή κατοικία τους στό έδαφος διαφόρων κρατών μελών» .

14 Όπως προκύπτει από τίς προαναφερθείσες διατάξεις , η εφαρμογή μιάς εθνικής νομοθεσίας καθορίζεται σύμφωνα μέ τά κριτήρια πού έχουν θεσπίσει οι κανόνες τού κοινοτικού δικαίου . Άν καί τό Δικαστήριο απεφάνθη μέ τήν απόφαση τής 24ης Απριλίου 1980 ( Coonan , 110/79 , Jurispr . σ . 1445 ) οτι εναπόκειται στήν νομοθεσία τού κάθε κράτους μέλους νά καθορίζει τίς προϋποθέσεις υπό τίς οποίες γεννώνται τό δικαίωμα ή η υποχρέωση υπαγωγής σ’ ενα σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως ή σέ κάποιο κλάδο τού εν λόγω συστήματος , πρέπει εν τούτοις νά υπογραμμισθεί οτι τά κράτη μέλη δέν έχουν τήν ευχέρεια νά καθορίζουν τό μέτρο κατά τό οποίο εφαρμόζεται η δική τους νομοθεσία ή η νομοθεσία ενός άλλου κράτους μέλους .

15 Διαπιστούται εξ άλλου οτι τό άρθρο 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ), υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 δέν διακρίνει μεταξύ κυρίας καί δευτερευούσης απασχολήσεως .

16 Στό ερώτημα , επομένως , τού Centrale Raad van Beroep προσήκει η ακόλουθη απάντηση :

«Τά άρθρα 13 , παράγραφος 1 , υπό γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 καί 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ), υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 πρέπει νά ερμηνευθούν υπό τήν έννοια οτι ειναι ασυμβίβαστη πρός τά ως άνω άρθρα η διάταξη εσωτερικού δικαίου κράτους μέλους σύμφωνα μέ τήν οποία ενας εργαζόμενος πού κατοικεί σ’αυτό τό κράτος μέλος δέν ειναι ασφαλισμένος γιά σύνταξη γήρατος , διότι ειναι ασφαλισμένος δυνάμει τής νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους έστω καί άν κατοικεί στό πρώτο κράτος μέλος καί εργάζεται εκεί ως μισθωτός , παράλληλα μέ τήν δραστηριότητά του πού αναπτύσσει στό έδαφος τού άλλου κράτους μέλους . Τό γεγονός οτι η απασχόλησή του στό κράτος τής κατοικίας του έχει δευτερεύοντα χαρακτήρα σέ σχέση μέ τήν κυρία εργασία τού ενδιαφερομένου στό άλλο κράτος μέλος δέν επηρεάζει τήν δοθείσα λύση.»

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

17 Τά έξοδα στά οποία υπεβλήθη η Επιτροπή , η οποία κατέθεσε παρατηρήσεις στό Δικαστήριο , δέν αποδίδονται . Δεδομένου οτι η διαδικασία έχει ως πρός τούς διαδίκους τής κυρίας δίκης τόν χαρακτήρα παρεμπίπτοντος , πού ανέκυψε ενώπιον τού εθνικού δικαστηρίου , σ’ αυτό εναπόκειται νά αποφανθεί επί τών δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Διά ταύτα ,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( δεύτερο τμήμα )

κρίνοντας επί τού ερωτήματος πού τού υπέβαλε τό Centrale Raad van Beroep , μέ διάταξη τής 29ης Σεπτεμβρίου 1981 , αποφαίνεται :

Τά άρθρα 13 , παράγραφος 1 , υπό γ ), εδάφιο 1 , τού κανονισμού 3/58 καί 14 , παράγραφος 1 , εδάφιο γ ) υπό i ), τού κανονισμού 1408/71 πρέπει νά ερμηνευθούν υπό τήν έννοια οτι ειναι ασυμβίβαστη πρός τά ως άνω άρθρα η διάταξη εσωτερικού δικαίου κράτους μέλους , σύμφωνα μέ τήν οποία ενας εργαζόμενος πού κατοικεί σ’ αυτό τό κράτος μέλος δέν ειναι ασφαλισμένος γιά σύνταξη γήρατος , διότι ειναι ασφαλισμένος δυνάμει τής νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους έστω καί άν κατοικεί στό πρώτο κράτος μέλος καί εργάζεται εκεί ως μισθωτός παράλληλα μέ τήν δραστηριότητά του πού αναπτύσσει στό έδαφος τού άλλου κράτους μέλους . Τό γεγονός οτι η απασχόλησή του στό κράτος τής κατοικίας του έχει δευτερεύοντα χαρακτήρα σέ σχέση μέ τήν κυρία εργασία τού ενδιαφερομένου στό άλλο κράτος μέλος , δέν επηρεάζει τήν δοθείσα λύση .