Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

Avis juridique important

|

61985J0416

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 21ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1988. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ. - ΦΟΡΟΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ - ΕΠΙΒΟΛΗ ΦΟΡΟΥ ΜΕ ΜΗΔΕΝΙΚΟ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 416/85.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 03127


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Προσφυγή λόγω παραβάσεως - Αντικειμενικός χαρακτήρας - Λήψη υπόψη των επιδιωκόμενων από την Επιτροπή σκοπών - Αποκλείεται

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 169)

2. Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - Μειωμένοι συντελεστές και απαλλαγές που διατηρούνται, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, για "λόγους κοινωνικού συμφέροντος καλώς καθοριζομένους και προς όφελος των τελικών καταναλωτών" - 'Εννοια

(Οδηγίες του Συμβουλίου 67/228, άρθρο 17, τελευταία περίπτωση, και 77/388, άρθρο 28, παράγραφος 2)

Περίληψη


1. Η προσφυγή λόγω παραβάσεως κράτους, που ασκείται δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης από την Επιτροπή και της οποίας τη σκοπιμότητα μόνον αυτή σταθμίζει, έχει αντικειμενικό χαρακτήρα. Κατά την προβλεπόμενη από τη Συνθήκη ισορροπία μεταξύ των θεσμικών οργάνων, δεν απόκειται στο Δικαστήριο να εξετάζει ποιοι σκοποί επιδιώκονται με την προσφυγή αυτή. Σε αυτό απόκειται, αντίθετα, να διαπιστώνει αν υφίσταται ή όχι η προσαπτόμενη παράβαση.

2. Ο καθορισμός των "καλώς καθοριζομένων λόγων κοινωνικού συμφέροντος", για τους οποίους μπορούν να διατηρηθούν, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, ορισμένοι μειωμένοι συντελεστές και απαλλαγές από το φόρο προστιθεμένης αξίας, δυνάμει του άρθρου 17, τελευταία περίπτωση, της δεύτερης οδηγίας και του άρθρου 28, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, εμπίπτει καταρχήν στις πολιτικές επιλογές των κρατών μελών και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κοινοτικού ελέγχου μόνο στην περίπτωση κατά την οποία ο καθορισμός θα κατέληγε, δι' αλλοιώσεως της έννοιας αυτής, σε μέτρα υπερβαίνοντα αυτό το πλαίσιο, λόγω των αποτελεσμάτων τους και των πραγματικών τους σκοπών.

Δεδομένου ότι στο γενικό σύστημα του φόρου προστιθεμένης αξίας τελικός καταναλωτής είναι το πρόσωπο που αποκτά αγαθό ή υπηρεσία για προσωπική χρήση, αποκλειομένης κάθε οικονομικής δραστηριότητας, και βαρύνεται, για το λόγο αυτό, με το φόρο, η δεύτερη προϋπόθεση, από την οποία οι προαναφερθείσες διατάξεις εξαρτούν τη διατήρηση ορισμένων μειωμένων συντελεστών και απαλλαγών, ότι δηλαδή τα πλεονεκτήματα αυτά πρέπει να προβλέπονται "προς όφελος των τελικών καταναλωτών", έχει την έννοια ότι ο ωφελούμενος δεν πρέπει, ενόψει του κοινωνικού σκοπού του άρθρου 17, να χρησιμοποιεί τα απαλλασσόμενα αγαθά ή υπηρεσίες στο πλαίσιο οικονομικής δραστηριότητας. Πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη, προς όφελος των τελικών καταναλωτών που ορίζονται έτσι, οι υπηρεσίες που παρέχονται σε προηγούμενο στάδιο της αλυσίδας αρκετά εγγύς των καταναλωτών, ώστε να μπορούν οι τελευταίοι να ωφελούνται από αυτές.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 416/85,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο D. R. Gilmour, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ. Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,

προσφεύγουσα,

κατά

Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εκπροσωπούμενου από την S. J. Hay, του Treasury Solicitor' s Department, επικουρούμενη από τον D. Vaughan, QC, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία του, 28, boulevard Royal,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, εφαρμόζοντας σύστημα μηδενικού συντελεστή ΦΠΑ σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 28, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους Mackenzie Stuart, πρόεδρο, G. Bosco, O. Due, J. C. Moitinho de Almeida και G. C. Rodriguez Iglesias, προέδρους τμήματος, T. Koopmans, U. Everling, K. Bahlmann, Y. Galmot, Κ. Κακούρη, R. Joliet, T. F. O' Higgins και F. Schockweiler, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Darmon

γραμματέας: H. A. Ruehl, υπάλληλος διοικήσεως

έχοντας υπόψη του την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και ύστερα από την προφορική διαδικασία της 15ης Σεπτεμβρίου 1987,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 2ας Δεκεμβρίου 1987,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 13 Δεκεμβρίου 1985, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, διατηρώντας σε ισχύ την εφαρμογή του μηδενικού συντελεστή του φόρου προστιθεμένης αξίας σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, παρέβη τις διατάξεις της οδηγίας 77/388 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49) (στο εξής: έκτη οδηγία) και, επομένως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

2 Το άρθρο 28 της έκτης οδηγίας περιέχει μεταβατικές διατάξεις που επιτρέπουν τη σταδιακή προσαρμογή των εθνικών νομοθεσιών σε καθορισμένους τομείς. Η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού ορίζει ότι:

"Οι μειωμένοι συντελεστές και οι απαλλαγές με επιστροφή των καταβληθέντων κατά το προηγούμενο στάδιο φόρων, που υφίστανται την 31η Δεκεμβρίου 1975 και ανταποκρίνονται στα κριτήρια, τα αναφερόμενα στην τελευταία περίπτωση του άρθρου 17 της δευτέρας οδηγίας του Συμβουλίου της 11ης Απριλίου 1967, δύνανται να διατηρηθούν μέχρι μια ημερομηνία που θα καθοριστεί ομοφώνως από το Συμβούλιο, προτάσει της Επιτροπής, η οποία όμως δεν δύναται να είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας καταργήσεως των φορολογιών κατά την εισαγωγή και της μη φορολογίας ή επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή στις μεταξύ των κρατών συναλλαγές. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της δηλώσεως από τους υποκειμένους στο φόρο των στοιχείων που απαιτούνται για τον προσδιορισμό των ιδίων πόρων, των αναγομένων στις πράξεις αυτές.

Το Συμβούλιο προβαίνει ανά πενταετία, βάσει εκθέσεως της Επιτροπής, σε επανεξέταση των αναφερομένων ανωτέρω μειωμένων συντελεστών και απαλλαγών και, κατά περίπτωση, εκδίδει ομοφώνως, προτάσει της Επιτροπής, τις αναγκαίες διατάξεις προς εξασφάλιση της προοδευτικής καταργήσεώς τους."

3 Το άρθρο 17, τελευταία περίπτωση, της οδηγίας 67/228 του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - διάρθρωση και κανόνες εφαρμογής του κοινού συστήματος φόρου προστιθεμένης αξίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 5) (στο εξής: δεύτερη οδηγία), στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 28 της έκτης οδηγίας, προβλέπει ότι τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια:

"να προβλέψουν, μέχρι καταργήσεως των φορολογιών κατά την εισαγωγή και της μη φορολογίας ή επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή στις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές, για λόγους κοινωνικού συμφέροντος καλώς καθοριζομένους και προς όφελος των τελικών καταναλωτών, μειωμένους συντελεστές ή ακόμη και απαλλαγές με ενδεχόμενη επιστροφή των καταβληθέντων κατά το προηγούμενο στάδιο φόρων, κατά το μέτρο κατά το οποίο η συνολική επίπτωση των μέτρων αυτών δεν υπερβαίνει εκείνη των ελαφρύνσεων των εφαρμοζομένων υπό το καθεστώς που ισχύει σήμερα".

4 Στηριζόμενο στο άρθρο 28, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, το Ηνωμένο Βασίλειο διατήρησε σε ισχύ το λεγόμενο σύστημα "μηδενικού συντελεστή". Η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου προέβλεπε αρχικά, στο παράρτημα 4 του Finance Act του 1972, πίνακα με 17 κατηγορίες αγαθών ή υπηρεσιών φορολογητέων με μηδενικό συντελεστή. Τον πίνακα αυτό επαναλαμβάνει, στη συνέχεια, σχεδόν στο ακέραιο, ο Value Added Tax Act του 1983, παράρτημα 5.

5 Η Επιτροπή, θεωρώντας ότι ορισμένες απαλλαγές με μηδενικό συντελεστή που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου δεν πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στην τελευταία περίπτωση του άρθρου 17 της δεύτερης οδηγίας, απηύθυνε στην κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, με έγγραφο της 19ης Οκτωβρίου 1981, όχληση, κατ' εφαρμογή του άρθρου 169, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ.

6 Επειδή η κυβέρνηση αυτή δεν αναγνώρισε την προσαφθείσα παράβαση, η Επιτροπή της απηύθυνε αιτιολογημένη γνώμη στις 4 Σεπτεμβρίου 1984. Επειδή η βρετανική κυβέρνηση δεν έδωσε συνέχεια στη γνώμη αυτή, η Επιτροπή άσκησε την παρούσα προσφυγή.

7 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία, οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Ως προς την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου

8 Το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρεί ότι η άσκηση της προσφυγής της Επιτροπής έχει πολιτικά κίνητρα που δεν μπορεί, ως έχει, να στηρίξει διαδικασία λόγω παραβάσεως κατ' εφαρμογή του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ. Η προσφυγή λόγω παραβάσεως που ασκήθηκε από την Επιτροπή αποβλέπει, στην πραγματικότητα, στην επίτευξη διά της δικαστικής οδού ενός σκοπού που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με απόφαση του κοινοτικού νομοθέτη. Από το υπόμνημα απαντήσεως προκύπτει, πράγματι, ότι η Επιτροπή επιδιώκει με την προσφυγή της να αποφύγει τις διαδικαστικές απαιτήσεις του άρθρου 28 της έκτης οδηγίας, κατά τις οποίες στο Συμβούλιο απόκειται να αποφασίσει ομόφωνα την κατάργηση των απαλλαγών που προβλέπονται στο ίδιο αυτό κείμενο. Το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει, επομένως, ότι δεν απόκειται στο Δικαστήριο "να υποκατασταθεί στις γενικές διαδικασίες που προβλέπονται από το άρθρο 28 της έκτης οδηγίας ούτε να αντικαταστήσει με την επιβληθείσα σε κράτος μέλος άμεση υποχρέωση την εναρμόνιση που προβλέπεται από το άρθρο αυτό".

9 Η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Πρέπει να σημειωθεί σχετικά ότι, κατά την προβλεπόμενη από τη Συνθήκη ισορροπία μεταξύ θεσμικών οργάνων, δεν απόκειται στο Δικαστήριο να εξετάζει ποιοι σκοποί επιδιώκονται με προσφυγή λόγω παραβάσεως ασκούμενη ενώπιόν του δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης. Σε αυτό απόκειται, αντίθετα, να διαπιστώνει αν υφίσταται ή όχι η προσαπτόμενη παράβαση. 'Οπως έκρινε το Δικαστήριο με την απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 1968 (Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, 7/68, Rec. 1968, σ. 625), η άσκηση προσφυγής λόγω παραβάσεως, τη σκοπιμότητα της οποίας σταθμίζει μόνον η Επιτροπή, έχει αντικειμενικό χαρακτήρα.

Ως προς την ουσία

10 Πρέπει να επισημανθεί καταρχήν ότι η Επιτροπή δεν αμφισβητεί την αρχή του συστήματος του μηδενικού συντελεστή, το οποίο θεωρεί ουσιαστικά ισοδύναμο προς εκείνο των απαλλαγών του άρθρου 28 της έκτης οδηγίας, πράγμα που είχε ήδη αναγνωρίσει ρητά στην πρότασή της περί της έκτης οδηγίας που υπέβαλε στο Συμβούλιο στις 29 Ιουνίου 1973. Υποστηρίζει, εντούτοις, ότι οι τηρητέες, κατά το άρθρο 17, τελευταία περίπτωση, της δεύτερης οδηγίας, προϋποθέσεις δικαιολογήσεως των απαλλαγών, δηλαδή η ύπαρξη "λόγων κοινωνικού συμφέροντος καλώς καθοριζομένων και προς όφελος των τελικών καταναλωτών" δεν πληρούνται, όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που αναφέρονται στο παράρτημα 1 του Value Added Tax Act του 1983.

11 Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί αν η εφαρμογή του μηδενικού συντελεστή επί των επιδίκων αγαθών και υπηρεσιών ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις των διατάξεων που προαναφέρθηκαν.

Ως προς την έννοια των "λόγων κοινωνικού συμφέροντος καλώς καθοριζομένων"

12 Ως προς την πρώτη προϋπόθεση, δηλαδή την επιδίωξη διά της απαλλαγής λόγων κοινωνικού συμφέροντος καλώς καθοριζομένων, οι διάδικοι αναγνωρίζουν ομόφωνα ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια στον καθορισμό της κοινωνικής τους πολιτικής. Δέχονται, εντούτοις, ότι η διακριτική αυτή ευχέρεια μπορεί να υπάγεται σε κοινοτικό έλεγχο.

13 Ειδικότερα, το Ηνωμένο Βασίλειο δέχεται ότι η Επιτροπή μπορεί να αμφισβητήσει ορισμένο μέτρο, αν ο λόγος κοινωνικού συμφέροντος δεν μπορεί να θεωρηθεί καλώς καθοριζόμενος ή αν ο προβαλλόμενος λόγος κοινωνικού συμφέροντος δεν μπορεί να δικαιολογήσει το ληφθέν μέτρο ή αν το συγκεκριμένο μέτρο είναι εντελώς δυσανάλογο προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Η Επιτροπή, αφού διευκρίνισε ότι με τον όρο "λόγοι κοινωνικού συμφέροντος" εννοεί τα μέτρα που λαμβάνονται καταρχήν για γενικούς κοινωνικούς σκοπούς και όχι κυρίως για βιομηχανικούς, τομεακούς ή φορολογικούς λόγους, αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής κράτους μέλους, εκτός αν αποδείξει ότι η κοινωνική αυτή πολιτική δεν καθορίζεται με επαρκή σαφήνεια ή ότι τα οικεία μέτρα είναι είτε αδικαιολόγητα είτε δυσανάλογα προς τους προβαλλόμενους λόγους κοινωνικού συμφέροντος.

14 Πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά ότι ο καθορισμός των λόγων κοινωνικού συμφέροντος εμπίπτει καταρχήν στις πολιτικές επιλογές των κρατών μελών και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κοινοτικού ελέγχου μόνο στην περίπτωση κατά την οποία ο καθορισμός θα κατέληγε, δι' αλλοιώσεως της έννοιας αυτής, σε μέτρα υπερβαίνοντα αυτό το πλαίσιο, λόγω των αποτελεσμάτων τους και των πραγματικών τους σκοπών.

Ως προς την έννοια της εκφράσεως "προς όφελος των τελικών καταναλωτών"

15 Η Επιτροπή θεωρεί ως "τελικούς καταναλωτές" τους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι, επειδή βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της αλυσίδας παραγωγής και εμπορίας, δεν έχουν καμιά δυνατότητα εκπτώσεως του ΦΠΑ, δηλαδή τους μη υποκειμένους στο φόρο.

16 Το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρεί ότι το γενικό σύστημα του ΦΠΑ δεν οδηγεί καθόλου στην ταύτιση του τελικού καταναλωτή με τον μη υποκείμενο στο φόρο. Αντίθετα, ως τελικός καταναλωτής πρέπει να θεωρείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που βρίσκεται στο τέλος μιας συγκεκριμένης αλυσίδας παραγωγής ή διανομής συγκεκριμένου προϊόντος ή υπηρεσίας, ενώ το προϊόν ή η υπηρεσία αυτή υπεισέρχονται στην παραγωγή άλλων προϊόντων ή στην παροχή άλλων υπηρεσιών, αυτό δε ανεξάρτητα από την ιδιότητα του υποκειμένου ή μη υποκειμένου στο φόρο.

17 Πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά ότι στο γενικό σύστημα του ΦΠΑ ο τελικός καταναλωτής είναι το πρόσωπο που αποκτά αγαθό ή υπηρεσία για προσωπική χρήση, αποκλειομένης κάθε οικονομικής δραστηριότητας, και βαρύνεται, για το λόγο αυτό, με το φόρο. Από αυτό συνάγεται ότι, ενόψει του κοινωνικού σκοπού του άρθρου 17, η έννοια του τελικού καταναλωτή μπορεί να εφαρμοστεί μονο σ' αυτόν που δεν χρησιμοποιεί τα απαλλασσόμενα αγαθά ή υπηρεσίες στο πλαίσιο οικονομικής δραστηριότητας. Πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη, προς όφελος των τελικών καταναλωτών που ορίζονται έτσι, οι υπηρεσίες που παρέχονται σε προηγούμενο στάδιο της αλυσίδας αρκετά εγγύς των καταναλωτών, ώστε να μπορούν οι τελευταίοι να ωφελούνται από αυτές.

Ως προς τους επίδικους μηδενικούς συντελεστές

Α - Κατηγορία 1 - Διατροφή ((2) ζωοτροφές 3) σπόροι και άλλα μέσα αναπαραγωγής φυτών, περιλαμβανόμενα υπό 1 και 2 4) ζώντα ζώα του τύπου που χρησιμοποιείται γενικά για την παραγωγή ή προμήθεια τροφής προοριζόμενης να καταναλωθεί από τον άνθρωπο))

18 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ουσιαστικά ότι η εφαρμογή του μηδενικού συντελεστή στα επίδικα προϊόντα δεν πληροί τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 7, τελευταία περίπτωση, της δεύτερης οδηγίας. Υποστηρίζει ότι οι πράξεις που αφορούν τα επίδικα προϊόντα απέχουν τόσο από τα τελικά είδη διατροφής που τυγχάνουν της εφαρμογής του μηδενικού συντελεστή, ώστε να μην πληρούν την προϋπόθεση της παροχής οφέλους στους τελικούς καταναλωτές.

19 Το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή θετικού συντελεστή ΦΠΑ επί των επίδικων προϊόντων επιφέρει αύξηση των τιμών των ειδών διατροφής και διακυβεύει, επομένως, την πραγματοποίηση των σκοπών κοινωνικού χαρακτήρα που επιδιώκει. Αμφισβητεί, στη συνέχεια, το προβαλλόμενο από την Επιτροπή επιχείρημα της "αποστάσεως" σε σχέση με τα τελικά προϊόντα.

20 Πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά ότι όλες οι επίδικες παροχές συμβάλλουν στην παραγωγή ειδών που προορίζονται να καταναλωθούν από ανθρώπους και βρίσκονται αρκετά εγγύς των τελικών καταναλωτών, ώστε να μπορούν οι τελευταίοι να ωφελούνται από αυτές. Εξάλλου, δεν μπορούν να αποκλειστούν τα αρνητικά αποτελέσματα μιας φορολογίας των οικείων προϊόντων επί των τιμών των τροφίμων, των οποίων οι διακυμάνσεις προς τα άνω γίνονται ιδιαίτερα αισθητές από τον τελικό καταναλωτή που απολαύει ο ίδιος μηδενικού συντελεστή.

21 Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, όσον αφορά τα επίδικα προϊόντα της παρούσας κατηγορίας, δεν στοιχειοθετείται η φερομένη παράβαση.

Β -Κατηγορία 2 - Υπηρεσίες σχετικές με τους υπονόμους και την παροχή νερού

22 Η φερομένη από την Επιτροπή παράβαση αφορά, αφενός, τις παροχές υπηρεσιών προς όφελος της βιομηχανίας, οι οποίες αφορούν την εκκένωση βόθρων ή σηπτικών λάκκων αναγκαίων ελλείψει αποχετευτικού δικτύου και, αφετέρου, την παροχή νερού προς τη βιομηχανία.

23 Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να σημειωθεί ότι οι επίδικες παροχές προς τη βιομηχανία δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι πληρούν τη δεύτερη προϋπόθεση του προαναφερθέντος άρθρου 17, επειδή η βιομηχανία δεν μπορεί να θεωρηθεί τελικός καταναλωτής.

24 'Οσον αφορά ειδικότερα την παροχή νερού προς τη βιομηχανία, το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι σε άλλο κράτος μέλος οι εν λόγω παροχές απαλλάσσονται. Η Επιτροπή εξήγησε κατά τη διαδικασία ότι η απαλλαγή αυτή στηρίζεται στις διατάξεις του άρθρου 28, παράγραφος 3, στοιχείο β), της έκτης οδηγίας, κατά το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να απαλλάσσουν από το φόρο, κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης μεταβατικής περιόδου, τις αναφερόμενες στο παράρτημα ΣΤ πράξεις, εν προκειμένω "την παροχή νερού από οργανισμούς δημοσίου δικαίου". Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν επικαλέστηκε, εξάλλου, την ευεργετική αυτή διάταξη.

25 Στοιχειοθετείται, επομένως, η παράβαση που αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες αυτές.

Γ - Κατηγορία 6 - Υπηρεσίες πληροφορήσεως παρεχόμενες προς ορισμένες επιχειρήσεις

26 Η προσαπτόμενη από την Επιτροπή παράβαση αφορά τις υπηρεσίες πληροφορήσεως που παρέχονται προς επιχειρήσεις, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες μη υποκείμενες σε μηδενικό συντελεστή, όπως οι τράπεζες ή οι ασφαλιστικές εταιρίες.

27 Η καθής κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω παροχές αποτελούν "παρεπόμενα πλεονεκτήματα" και ότι τα ίδια εγγενή χαρακτηριστικά αυτών των υπηρεσιών πληροφορήσεως παραμένουν αμετάβλητα είτε οι πληροφορίες παρέχονται προς τράπεζα είτε προς εφημερίδα που απολαύει του μηδενικού συντελεστή.

28 Εκτός από τη σκέψη ότι παρεπόμενο πλεονέκτημα, όπως αυτό που επικαλείται το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν εμπίπτει στην έννοια του πλεονεκτήματος προς όφελος του τελικού καταναλωτή, όπως προκύπτει από το προαναφερθέν άρθρο 28 της έκτης οδηγίας, πρέπει να σημειωθεί σχετικά ότι, επειδή οι επιχειρήσεις προς τις οποίες παρέχονται οι εν λόγω υπηρεσίες πληροφορήσεως, όπως οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρίες, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως τελικοί καταναλωτές, δεν πληρούται εν προκειμένω η δεύτερη προϋπόθεση του προαναφερθέντος άρθρου 17.

29 Στοιχειοθετείται επομένως η παράβαση που αφορά τις υπηρεσίες αυτές.

Δ - Κατηγορία 7 - Καύσιμα και ενέργεια (άνθρακας, κωκ, φωταέριο, υγροποιημένο αέριο, φυσικό αέριο, μαζούτ, πετρέλαιο ντήζελ, ηλεκτρισμός κλπ.)

30 Η Επιτροπή αμφισβητεί την εφαρμογή μηδενικού συντελεστή επί των παροχών καυσίμων και ενέργειας, όταν δεν παραδίδονται στους τελικούς καταναλωτές.

31 Το Ηνωμένο Βασίλειο προβάλλει κυρίως τις αρνητικές επιπτώσεις που θα είχε από κοινωνική άποψη η φορολόγηση των παροχών καυσίμων και ενέργειας, ιδίως στα σχολεία και τα νοσοκομεία.

32 Χωρίς να αμφισβητούνται οι κοινωνικοί σκοποί που εμπνέουν αυτή την πολιτική, πρέπει να σημειωθεί ότι οι επίδικες παροχές δεν μπορούν να θεωρούνται ότι παρέχονται προς όφελος των τελικών καταναλωτών, δεδομένου ότι οι ανωτέρω ορισθέντες τελικοί καταναλωτές ωφελούνται κατά πολύ έμμεσο τρόπο από το "μηδενικό συντελεστή". Δεν πληρούται, επομένως, η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 17 της δεύτερης οδηγίας.

33 Ως προς το επικουρικά προβαλλόμενο από το Ηνωμένο Βασίλειο επιχείρημα, κατά το οποίο οι δυσκολίες διαχειρίσεως του φόρου σε περίπτωση εφαρμογής μηδενικού συντελεστή επί μόνων των παροχών που προορίζονται για τους τελικούς καταναλωτές είναι μάλλον ανυπέρβλητες, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, όταν ένα κράτος μέλος θέλει να επικαλεστεί τις εν λόγω εξαιρετικές διατάξεις, πρέπει να λάβει όλα τα συγκεκριμένα μέτρα που καθιστούν δυνατή την ορθή εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Αν θεωρεί ότι τα μέτρα αυτά δεν είναι πραγματοποιήσιμα, τότε δεν πρέπει να εφαρμόσει το μηδενικό συντελεστή.

34 Στοιχειοθετείται επομένως η προτεινόμενη παράβαση.

Ε - Κατηγορία 8 - Κατασκευή κτιρίων (που περιλαμβάνει, ιδίως, τη πρώτη μεταβίβαση νέων κτιρίων, τις υπηρεσίες που παρέχονται από επιχειρηματία που κατασκευάζει νέο κτίριο για πελάτη ιδιοκτήτη οικοπέδου, την κατασκευή κτιρίων για εμπορική και βιομηχανική χρήση, τα έργα πολιτικού μηχανικού, την κατασκευή οδών, σιδηροδρόμων και αεροδρομίων)

35 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εφαρμογή μηδενικού συντελεστή σε όλα τα στοιχεία της κατηγορίας 8 συνιστά παράβαση, με μόνη εξαίρεση το μηδενικό συντελεστή που απολαύουν οι υπηρεσίες οι σχετικές με τις κατοικίες που κατασκευάζονται από τις τοπικές αρχές. 'Οσον αφορά τον τομέα των κτιρίων που προορίζονται για κατοικίες, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή αδιακρίτως του μηδενικού συντελεστή σε ολόκληρο τον τομέα, ανάλογα με το είδος των εκάστοτε κατοικιών, αποτελεί παράβαση της πρώτης προϋποθέσεως του άρθρου 17, τελευταία περίπτωση, που προαναφέρθηκε, υπό την έννοια ότι το εν λόγω μέτρο είναι δυσανάλογο προς τους σκοπούς της κοινωνικής πολιτικής που εφαρμόζεται από το Ηνωμένο Βασίλειο στον τομέα της κατοικίας. 'Οσον αφορά τα κτίρια για εμπορική και βιομηχανική χρήση, καθώς και τα έργα πολιτικού μηχανικού, η Επιτροπή θεωρεί ότι κάθε πλεονέκτημα προς όφελος του τελικού καταναλωτή είναι τόσο απομακρυσμένο, ώστε να μην είναι σε θέση να ικανοποιήσει τη δεύτερη προϋπόθεση του προαναφερθέντος άρθρου 17, τελευταία περίπτωση.

36 'Οσον αφορά τα κτίρια που προορίζονται για κατοικίες, τα επιχειρήματα της Επιτροπής πρέπει να απορριφθούν. Τα μέτρα που έλαβε το Ηνωμένο Βασίλειο για να εφαρμόσει την αντίληψή του περί κοινωνικής πολιτικής στον τομέα της κατοικίας, για να διευκολύνει δηλαδή την απόκτηση ιδιοκτησίας από το σύνολο του πληθυσμού, εμπίπτουν στην έννοια των "λόγων κοινωνικού συμφέροντος", όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 17, τελευταία περίπτωση, της δεύτερης οδηγίας.

37 Εφαρμόζοντας το μηδενικό συντελεστή στις δραστηριότητες της κατηγορίας 8 που αφορούν τα κτίρια που προορίζονται για κατοικίες και κατασκευάζονται τόσο από τις τοπικές αρχές, όσο και από ιδιώτες, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν παρέβη, επομένως, τις διατάξεις του άρθρου 17, τελευταία περίπτωση, της δεύτερης οδηγίας.

38 Αντίθετα, οι αναφερόμενες στην κατηγορία 8 δραστηριότητες που αφορούν την κατασκευή κτιρίων στο βιομηχανικό και εμπορικό τομέα, καθώς και τα έργα πολιτικού μηχανικού, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι προσφέρουν πλεονέκτημα στον τελικό καταναλωτή.

39 Στοιχειοθετείται, επομένως, η παράβαση που προσάπτει η Επιτροπή, καθόσον ο μηδενικός συντελεστής εφαρμόζεται στις επίδικες υπηρεσίες που αφορούν την κατασκευή κτιρίων στο βιομηχανικό και εμπορικό τομέα, καθώς και στα έργα πολιτικού μηχανικού.

ΣΤ - Κατηγορία 17 - Ενδύματα και υποδήματα (μπότες και κράνη προστασίας)

40 Η Επιτροπή αμφισβητεί το ότι οι πωλήσεις των προϊόντων αυτών στους εργοδότες προς χρήση του προσωπικού τους μπορούν να τύχουν της εφαρμογής του μηδενικού συντελεστή, αφού δεν μπορούν να θεωρηθούν ως στοιχεία ("εισροές") εμπίπτοντα στην αλυσίδα παραγωγής των προϊόντων που τυγχάνουν απαλλαγής.

41 Το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι τα προϊόντα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη αυτοτελώς και όχι ως στοιχείο μιας διαδικασίας παραγωγής. Ο εργοδότης πρέπει να θεωρηθεί ως τελικός καταναλωτής των εν λόγω αγαθών.

42 'Υστερα από τα προεκτεθέντα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι αποδέκτες των επίδικων παροχών δεν μπορούν να θεωρηθούν ως τελικοί καταναλωτές.

43 Στοιχειοθετείται επομένως η προσαπτόμενη παράβαση.

44 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, διατηρώντας σε ισχύ την εφαρμογή του μηδενικού συντελεστή του φόρου προστιθεμένης αξίας στις κατηγορίες των αγαθών και των υπηρεσιών που προαναφέρθηκαν, παρέβη τις διατάξεις της οδηγίας 77/388 και, επομένως, τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

45 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα έξοδα. Επειδή οι περισσότεροι ισχυρισμοί του Ηνωμένου Βασιλείου απορρίφθηκαν, αυτό το τελευταίο πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1) Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, διατηρώντας σε ισχύ την εφαρμογή του μηδενικού συντελεστή του φόρου προστιθεμένης αξίας:

- στην παροχή νερού και υπηρεσιών σχετικών με τους υπονόμους (εκκένωση βόθρων ή σηπτικών λάκκων) που αναφέρονται στην κατηγορία 2 του Value Added Tax Act του 1983, παράρτημα 5, οι οποίες πραγματοποιούνται προς όφελος της βιομηχανίας, καθόσον δεν παρέχονται στους τελικούς καταναλωτές,

- στην παροχή υπηρεσιών πληροφορήσεως που αναφέρονται στην κατηγορία 6, καθόσον δεν παρέχονται στους τελικούς καταναλωτές,

- στις παραδόσεις καυσίμων και ενέργειας που αναφέρονται στην κατηγορία 7 καθώς και στις μπότες και τα κράνη προστασίας περιλαμβάνονται στην κατηγορία 17, καθόσον δεν παρέχονται στους τελικούς καταναλωτές,

- στις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που αναφέρονται στην κατηγορία 8 και υπάγονται στον τομέα της κατασκευής κτιρίων για βιομηχανική και εμπορική χρήση και στον τομέα των έργων πολιτικού μηχανικού, καθόσον δεν παρέχονται στους τελικούς καταναλωτές,

παρέβη τις διατάξεις της οδηγίας 77/388 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, και, επομένως, τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

2) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3) Καταδικάζει το Ηνωμένο Βασίλειο στα δικαστικά έξοδα.