Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

References to this case

Share

Highlight in text

Go

Avis juridique important

|

61986J0269

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 1988. - W. J. R. MOL ΚΑΤΑ INSPECTEUR DER INVOERRECHTEN EN ACCIJNZEN. - ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ HOGE RAAD ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ. - ΦΠΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 269/86.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 03627


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - Φόρος λόγω παραδόσεων αγαθών στο εσωτερικό κράτους μέλους - Εφαρμογή στα ναρκωτικά που εμπίπτουν στο παράνομο κύκλωμα - Δεν επιτρέπεται - Ποινική καταστολή των παραβάσεων - Αρμοδιότητα των κρατών μελών - Παράνομες παραδόσεις αμφεταμινών - Δεν υπόκεινται σε φόρο

(Οδηγία του Συμβουλίου 77/388, άρθρο 2)

Περίληψη


Η παράνομη παράδοση ναρκωτικών στην εσωτερική αγορά κράτους μέλους, η οποία, όπως και η εισαγωγή τους στην Κοινότητα, δεν μπορεί παρά να προκαλέσει τη λήψη κατασταλτικών μέτρων, είναι άσχετη προς τις διατάξεις της έκτης οδηγίας περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών. Επομένως, το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής έχει την έννοια ότι δεν γεννάται καμία οφειλή φόρου κύκλου εργασιών κατά την παράνομη παράδοση ναρκωτικών που πραγματοποιείται δυνάμει επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό κράτους μέλους, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς.

Η διαπίστωση αυτή δεν θίγει καθόλου την αρμοδιότητα των κρατών μελών να διώκουν τις παραβάσεις της νομοθεσίας τους περί ναρκωτικών και να επιβάλλουν τις προσήκουσες κυρώσεις, με όλες τις συνέπειες που συνεπάγονται οι κυρώσεις αυτές, ακόμη και χρηματικής φύσεως.

Η αρχή της μη επιβολής ΦΠΑ εφαρμόζεται επίσης στην παράνομη παράδοση αμφεταμινών, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 269/86,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

W. J. R. Mol, Haule,

και

Inspecteur der Invoerrechten en Accijnzen, Leeuwarden,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2 της έκτης οδηγίας (77/388) του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)

συγκείμενο από τους O. Due, πρόεδρο τμήματος, Τ. Koopmans, K. Bahlmann, Κ. Κακούρη και T. F. O' Higgins, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. F. Mancini

γραμματέας: B. Pastor, υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- ο W. J. R. Mol, εκπροσωπούμενος από τον De Wal,

- η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας εκπροσωπούμενη από τους Seidel και Dittrich,

- η Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους Guillaume και Botte,

- το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενο από τους Jacobs και Borchardt,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Buhl και το δικηγόρο Mees,

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 29ης Οκτωβρίου 1987,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 21ης Απριλίου 1988,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 1986, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Νοεμβρίου 1986, το Hoge Raad των Κάτω Χωρών υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2 της έκτης οδηγίας (77/388) του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση ((ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49 (στο εξής: έκτη οδηγία) )).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ των ολλανδικών φορολογικών αρχών και του Mol, ο οποίος πωλούσε αμφεταμίνες κατά παράβαση του ολλανδικού νόμου περί ναρκωτικών, και αφορά την επιβολή φόρου κύκλου εργασιών στο εμπόριο αμφεταμινών. Επειδή το Gerechtshof του Leeuwarden δικαίωσε τη διοίκηση, ο Mol άσκησε αναίρεση, υποστηρίζοντας ιδίως ότι οι συναλλαγές αυτές, λόγω του ότι ήταν παράνομες, δεν υπόκεινταν στον εν λόγω φόρο.

3 Θεωρώντας ότι η διαφορά αυτή έθετε ζήτημα το οποίο δεν είχε ακόμη επιλυθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου, ιδίως με την απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 1984 (Einberger, 294/82, Συλλογή 1984, σ. 1177), το Hoge Raad υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

"Πρέπει το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι η παράδοση αμφεταμινών, που πραγματοποιήθηκε δυνάμει επαχθούς δικαιοπραξίας στο εσωτερικό της χώρας, δεν μπορεί να υποβληθεί σε φόρο προστιθεμένης αξίας, εφόσον πρόκειται για παράδοση που απαγορεύεται από το νόμο;"

4 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης και οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

5 Πρέπει καταρχάς να παρατηρηθεί ότι το ερώτημα που υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο περιλαμβάνει, στην πραγματικότητα, δύο χωριστά σκέλη, εκ των οποίων το μεν ένα αναφέρεται στο ζήτημα αν το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν γεννάται οφειλή φόρου κύκλου εργασιών κατά την παράνομη παράδοση ναρκωτικών που πραγματοποιείται δυνάμει επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας, το δε άλλο αφορά το ζήτημα αν, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ο κανόνας περί απαλλαγής από το ΦΠΑ καλύπτει επίσης την παράνομη παράδοση αμφεταμινών.

Επί του πρώτου σκέλους του ερωτήματος

6 Σχετικά, πρέπει να υπομνηστεί ότι το Δικαστήριο, με την προαναφερθείσα απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 1984, ερμήνευσε το άρθρο 2, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας υπό την έννοια ότι καμία οφειλή φόρου κύκλου εργασιών λόγω εισαγωγής δεν γεννάται κατά την παράνομη εισαγωγή στην Κοινότητα ναρκωτικών τα οποία δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών με σκοπό τη χρησιμοποίηση των ναρκωτικών για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς.

7 Ο Mol και η Επιτροπή θεωρούν ότι η λύση που δόθηκε με την παρατεθείσα απόφαση πρέπει να μεταφερθεί στον τομέα των συναλλαγών στο εσωτερικό της χώρας. Πράγματι, το Δικαστήριο βάσισε την απόφασή του ουσιαστικά στη σκέψη ότι τα ναρκωτικά εμπίπτουν, εξ ορισμού, στην πλήρη απαγόρευση εισαγωγής και εμπορίας εντός της Κοινότητας, πράγμα που αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής της έκτης οδηγίας και την παράδοση στο εσωτερικό της χώρας των ίδιων αυτών ναρκωτικών.

8 Η ολλανδική, γαλλική και γερμανική κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι η παρατεθείσα απόφαση περιορίζεται στην παράνομη εισαγωγή ναρκωτικών και, επομένως, δεν προδικάζει την απόφαση ως προς την παράδοση των ναρκωτικών στο εσωτερικό της χώρας, περισσότερο δε καθόσον το Δικαστήριο ανέφερε ρητά στην ίδια απόφαση ότι δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο αυτών συναλλαγών στο οικονομικό και νομικό επίπεδο. Πράγματι, στην περίπτωση της εισαγωγής η γενεσιουργός αιτία του ΦΠΑ είναι ουσιαστικά η ίδια με εκείνη των εισαγωγικών δασμών, ενώ η παράδοση στο εσωτερικό της χώρας είναι φορολογητέα μόνον αν γίνεται εξ επαχθούς αιτίας από υποκείμενο σε φόρο, που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή.

9 Ενόψει των διαφορετικών αυτών επιχειρημάτων, πρέπει να υπομνηστεί ότι το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας αναφέρει, ως πεδίο εφαρμογής του φόρου προστιθεμένης αξίας:

"1) τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών, που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο, που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτήν

2) τις εισαγωγές αγαθών."

10 Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται προεισαγωγικά να γίνει δεκτό ότι το εθνικό δικαστήριο υπέβαλε το προδικαστικό ερώτημα, ως προς το πρώτο σκέλος του, αποκλειστικά σε σχέση με την παράνομη παράδοση ναρκωτικών που γίνεται στο εσωτερικό του εν λόγω κράτους μέλους. 'Ομως, το ζήτημα αν μια τέτοια πράξη υπόκειται στον ΦΠΑ δεν κρίθηκε ακόμη από το Δικαστήριο το οποίο, εκτός των αποφάσεων ως προς το τελωνειακό καθεστώς των εισαγόμενων λαθραίως ναρκωτικών, είχε την ευκαιρία να αποφανθεί, με την προαναφερθείσα απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 1984, μόνον επί της ερμηνείας του άρθρου 2, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας σχετικά με την παράνομη εισαγωγή ναρκωτικών στην Κοινότητα. Με την απόφαση αυτή, το ζήτημα των παράνομων παραδόσεων στο εσωτερικό της χώρας δεν είχε επιλυθεί.

11 Ελλείψει ρητών διατάξεων της οδηγίας επί του σημείου αυτού, τίθεται καταρχάς το ζήτημα αν η παράνομη παράδοση ναρκωτικών στο εσωτερικό της χώρας συνιστά ή όχι φορολογητέα πράξη ή αν η οδηγία πρέπει να ερμηνευθεί ως παρέχουσα στα κράτη μέλη την ευχέρεια να αποφασίζουν σχετικά.

12 Επ' αυτού, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όπως έκρινε ήδη το Δικαστήριο με την παρατεθείσα απόφαση σχετικά με τις εισαγωγές ναρκωτικών, η οδηγία δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι αφήνει το ζήτημα αυτό εκτός του πεδίου εφαρμογής της. Μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν ασυμβίβαστη με το σκοπό που επιδιώκει η οδηγία, δηλαδή την ευρεία εναρμόνιση στον τομέα αυτό και ιδίως όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του φόρου προστιθεμένης αξίας.

13 Πρέπει εν συνεχεία να εξεταστεί αν η έκτη οδηγία, ενόψει του όλου περιεχομένου της και των στόχων της, εμποδίζει την επιβολή ΦΠΑ επί των ναρκωτικών επ' ευκαιρία της παράνομης παραδόσεώς τους στο εσωτερικό της χώρας.

14 Επιβάλλεται σχετικά η διαπίστωση ότι η έκτη οδηγία βασίζεται στα άρθρα 99 και 100 της Συνθήκης ΕΟΚ και ότι έχει ως στόχο την εναρμόνιση ή την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών ως προς τους φόρους κύκλου εργασιών "προς το συμφέρον της κοινής αγοράς". Κατά την τρίτη και τέταρτη αιτιολογική σκέψη της έκτης οδηγίας, η θέσπιση ενός κοινού συστήματος ΦΠΑ πρέπει να συμβάλει στην πραγματική ελευθέρωση της κυκλοφορίας των προσώπων, των αγαθών, των υπηρεσιών, των κεφαλαίων, καθώς και στην αλληλοδιείσδυση των οικονομιών και στην πραγματοποίηση μιας κοινής αγοράς με υγιείς όρους ανταγωνισμού και χαρακτηριστικά γνωρίσματα ανάλογα με εκείνα μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς.

15 Εφόσον όμως αναγνωρίζεται γενικά το επιβλαβές των ναρκωτικών, η εμπορία τους απαγορεύεται σε όλα τα κράτη μέλη, με εξαίρεση το αυστηρώς ελεγχόμενο εμπόριο με σκοπό τη χρησιμοποίηση των ναρκωτικών για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς. 'Ετσι, το Δικαστήριο έκρινε ήδη με την προαναφερθείσα απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 1984, σχετικά με την παράνομη εισαγωγή τους στην Κοινότητα, ότι για τα προϊόντα αυτά ισχύει εξ ορισμού πλήρης απαγόρευση εισαγωγής και εμπορίας στην Κοινότητα. Το Δικαστήριο πρόσθεσε ότι τα προϊόντα αυτά, που η ένταξή τους στο οικονομικό και εμπορικό κύκλωμα της Κοινότητας απαγορεύεται απολύτως και που η παράνομη εισαγωγή τους μπορεί μόνο να προκαλέσει τη λήψη κατασταλτικών μέτρων, δεν έχουν καμία σχέση με τις διατάξεις της έκτης οδηγίας σχετικά με τον καθορισμό της βάσης επιβολής του φόρου και, επομένως, με τις διατάξεις που αφορούν τη γένεση οφειλής φόρου κύκλου εργασιών.

16 Η συλλογιστική αυτή ισχύει επίσης για την επιβολή ΦΠΑ κατά την παράδοση στο εσωτερικό της χώρας. Πράγματι, η παράνομη κυκλοφορία ναρκωτικών στο εσωτερικό της χώρας, η οποία επίσης δεν μπορεί παρά να προκαλέσει τη λήψη κατασταλτικών μέτρων, είναι εξίσου άσχετη προς τους σκοπούς της έκτης οδηγίας και, συνεπώς, με τη γένεση οφειλής φόρου κύκλου εργασιών, όπως και η παράνομη εισαγωγή των ίδιων ναρκωτικών.

17 'Οσον αφορά την αντίθετη άποψη που ανέπτυξαν οι τρεις κυβερνήσεις που υπέβαλαν παρατηρήσεις στην υπόθεση αυτή, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι η άποψη αυτή φαίνεται να υπαγορεύθηκε από το φόβο ότι θα είναι αδύνατο να οριοθετηθεί η σχετική με την παράνομη εμπορία ναρκωτικών νομολογία από άλλες παράνομες επιχειρηματικές δραστηριότητες ώστε, από την ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση του παράνομου εμπορίου γενικά, να παραβιάζεται η αρχή της ουδετερότητας του φόρου στο σύστημα του ΦΠΑ.

18 Πρέπει σχετικά να γίνει δεκτό ότι η αρχή της ουδετερότητας του φόρου εμποδίζει πραγματικά, όσον αφορά την επιβολή ΦΠΑ, τη γενίκευση της αντιδιαστολής μεταξύ των νόμιμων και παράνομων συναλλαγών. Αυτό πάντως δεν αληθεύει όσον αφορά την παράδοση προϊόντων όπως είναι τα ναρκωτικά τα οποία εμφανίζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά καθόσον από την ίδια τους τη φύση, εμπίπτουν στην πλήρη απαγόρευση θέσεως σε κυκλοφορία σε όλα τα κράτη μέλη, με εξαίρεση το αυστηρώς επιβλεπόμενο εμπορικό κύκλωμα προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς. Σε μια τέτοια ειδική κατάσταση όπου αποκλείεται κάθε ανταγωνισμός μεταξύ ενός νόμιμου και ενός παράνομου οικονομικού τομέα, η μη υπαγωγή στον ΦΠΑ δεν μπορεί να θίγει την αρχή της ουδετερότητας του φόρου.

19 Για τον ίδιο αυτό λόγο, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το αντίθετο επιχείρημα που οι τρεις κυβερνήσεις αντλούν, στην αλληλουχία αυτή, από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας και κατά το οποίο υπόκειται σε ΦΠΑ κάθε οικονομική δραστηριότητα "ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου σκοπού ή των αποτελεσμάτων της δραστηριότητας αυτής". Πράγματι, μολονότι η διάταξη της οποίας γίνεται επίκληση, ορίζοντας την έννοια του υποκειμένου στο φόρο, καλύπτει γενικά τις οικονομικές δραστηριότητες χωρίς να διακρίνει μεταξύ νόμιμων και παράνομων δραστηριοτήτων, εντούτοις, το συμπέρασμα αυτό δεν ασκεί επιρροή ως προς το φορολογικό καθεστώς των ναρκωτικών, δεδομένου ότι τα προϊόντα αυτά αποκλείονται ήδη από το πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, που ορίζεται με το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας.

20 Προστίθεται ότι η διαπίστωση αυτή δεν θίγει καθόλου την αρμοδιότητα των κρατών μελών να διώκουν τις παραβάσεις της νομοθεσίας τους περί ναρκωτικών και να επιβάλλουν τις προσήκουσες κυρώσεις, με όλες τις συνέπειες που συνεπάγονται οι κυρώσεις αυτές, ακόμη και χρηματικής φύσεως.

21 Επομένως, στο πρώτο σκέλος του προδικαστικού ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας έχει την έννοια ότι δεν γεννάται καμία οφειλή φόρου κύκλου εργασιών κατά την παράνομη παράδοση ναρκωτικών που πραγματοποιείται δυνάμει επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς.

Επί του δευτέρου σκέλους του ερωτήματος

22 Με το σκέλος αυτό του ερωτήματος, το εθνικό δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν ο κανόνας της μη υπαγωγής στον ΦΠΑ, που εφαρμόζεται στην παράνομη παράδοση ναρκωτικών στο εσωτερικό της χώρας, καλύπτει επίσης την παράνομη παράδοση αμφεταμινών.

23 Επ' αυτού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως προκύπτει από τις παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στο πλαίσιο της υπό κρίση προδικαστικής υποθέσεως, το εμπόριο αμφεταμινών απαγορεύεται γενικά σε όλα τα κράτη μέλη λόγω του ότι ανεγνωρισμένως οι αμφεταμίνες είναι βλαβερές.

24 Η νομική αυτή κατάσταση αντικατοπτρίζεται, στο διεθνές επίπεδο, στη Σύμβαση περί των ψυχοτρόπων ουσιών του 1971 (Recueil des traites des Nations unies, 1019, αριθ. 14956) ((Συλλογή των συνθηκών των Ηνωμένων Εθνών)), η οποία αποβλέπει στην πρόληψη, μεταξύ άλλων, της παράνομης εμπορίας των αμφεταμινών, έστω και αν πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Σύμβαση αυτή δεν έχει υπογραφεί από ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων το Βασίλειο των Κάτω Χωρών και, συνεπώς, δεν συνιστά βάση για την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου.

25 Επιβάλλεται εν συνεχεία η διαπίστωση ότι η απαγόρευση του εμπορίου αμφεταμινών που προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών δέχεται ορισμένες εξαιρέσεις χρήσεως, σαφώς περιορισμένες και αυστηρά ελεγχόμενες από τις αρμόδιες αρχές. 'Ετσι, στα κράτη μέλη, τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη στην προαναφερθείσα σύμβαση, υπάρχουν οι προβλεπόμενες από τη σύμβαση αυτή εξαιρέσεις. Πράγματι, η σύμβαση ορίζει στα άρθρα 5, παράγραφος 2, και 4 ότι δεν απαγορεύεται το εμπόριο αμφεταμινών εφόσον χρησιμοποιούνται για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς εξάλλου, επιτρέπει τη μεταφορά μικρών ποσοτήτων σε παρασκευάσματα για προσωπική χρήση από διεθνείς ταξιδιώτες, τη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών στη βιομηχανία για την παρασκευή μη ψυχοτρόπων ουσιών ή προϊόντων και τη χρήση των ουσιών αυτών για τη σύλληψη ζώων από πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί ειδική άδεια, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι οι χρήσεις αυτές ελέγχονται αυστηρά από τις αρμόδιες αρχές.

26 Από αυτό έπεται ότι, όσον αφορά την εφαρμογή της έκτης οδηγίας, οι αμφεταμίνες εμπίπτουν στην ίδια με τα ναρκωτικά περίπτωση. Κατά συνέπεια, αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ που καθορίζεται με το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας, εκτός από τις αυστηρά ελεγχόμενες χρήσεις για σκοπούς επακριβώς καθοριζόμενους από το εθνικό δίκαιο.

27 Επομένως, στο δεύτερο σκέλος του προδικαστικού ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανόνας περί μη υπαγωγής στον ΦΠΑ καλύπτει επίσης την παράνομη παράδοση αμφεταμινών, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

28 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η διαδικασία ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης έχει το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος, που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε το Hoge Raad των Κάτω Χωρών, με απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 1986, αποφαίνεται:

1) Το άρθρο 2 της έκτης οδηγίας του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι δεν γεννάται καμία οφειλή φόρου κύκλου εργασιών κατά την παράνομη παράδοση ναρκωτικών που πραγματοποιείται δυνάμει επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για ιατρικούς και επιστημονικούς σκοπούς.

2) Ο κανόνας περί μη υπαγωγής στον ΦΠΑ καλύπτει επίσης την παράνομη παράδοση αμφεταμινών, καθόσον τα προϊόντα αυτά δεν ανήκουν στο εμπορικό κύκλωμα που τελεί υπό την αυστηρή επίβλεψη των αρμόδιων αρχών.