Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

References to this case

Share

Highlight in text

Go

Avis juridique important

|

62000J0040

Απόϕαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 2001. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας. - Παράβαση κράτους μέλους - Αρθρο 17, παράγραϕοι 2 και 6, της έκτης οδηγίας ΦΠΑ - Επανεισαγωγή, μετά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της οδηγίας, της πλήρους καταργήσεως του δικαιώματος εκπτώσεως του ΦΠΑ ο οποίος επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως. - Υπόθεση C-40/00.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα I-04539


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - Έκπτωση από τον φόρο - εριπτώσεις αποκλεισμού του δικαιώματος προς έκπτωση - Ευχέρεια των κρατών μελών να διατηρούν τις περιπτώσεις αποκλεισμού που ίσχυαν κατά την έναρξη της ισχύος της έκτης οδηγίας - Έκταση εφαρμογής - Επέκταση του πεδίου εφαρμογής των περιπτώσεων αποκλεισμού - Δεν γίνεται δεκτή - Επανεισαγωγή της πλήρους καταργήσεως του δικαιώματος εκπτώσεως του φόρου προστιθεμένης αξίας ο οποίος επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως μετά τη μερική αναγνώριση του δικαιώματος αυτού

(Οδηγία του Συμβουλίου 77/388, άρθρα 17 § 2 και 6, εδ. 2)

Περίληψη


$$Δεν συνιστά παρέκκλιση επιτρεπόμενη βάσει του άρθρου 17, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388 περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών και αντιβαίνει προς το άρθρο 17, παράγραφος 2, της οδηγίας η εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία έχει ως αποτέλεσμα να επεκτείνει, μετά την έναρξη της ισχύος της έκτης οδηγίας, το πεδίο των υφισταμένων περιπτώσεων αποκλεισμού του δικαιώματος προς έκπτωση από τον φόρο προστιθεμένης αξίας και απομακρύνεται κατά τον τρόπο αυτό από τον στόχο της εν λόγω οδηγίας. Το αυτό ισχύει επίσης για κάθε τροποποίηση μεταγενέστερη της ενάρξεως της ισχύος της έκτης οδηγίας, με την οποία επεκτείνεται το πεδίο των περιπτώσεων αποκλεισμού οι οποίες ίσχυαν αμέσως πριν από την εν λόγω τροποποίηση.

Επομένως, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας το κράτος μέλος το οποίο επανεισάγει, από 1ης Ιανουαρίου 1998, την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος προς έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας που επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποιούμενα ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα προς έκπτωση, αφού προγενέστερα είχε παράσχει εν μέρει αυτό το δικαίωμα προς έκπτωση.

( βλ. σκέψεις 17-18, 24 )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-40/00,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους E. Traversa και C. Giolito, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από την K. Rispal-Bellanger και τον S. Seam, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επανεισάγοντας, από 1ης Ιανουαρίου 1998, την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος εκπτώσεως του φόρου προστιθεμένης αξίας ο οποίος επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως, αφού προγενέστερα είχε επανειλημμένα παράσχει εν μέρει αυτό το δικαίωμα εκπτώσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), ως έχει στην οδηγία 95/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1995, για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388 και για τη λήψη μέτρων απλούστευσης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας - πεδίο εφαρμογής ορισμένων απαλλαγών και πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής τους (ΕΕ L 102, σ. 18),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. La Pergola, πρόεδρο τμήματος, D. A. O. Edward, P. Jann, S. von Bahr (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed

γραμματέας: R. Grass

έχοντας υπόψη την έκθεση του εισηγητή δικαστή,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 22ας Φεβρουαρίου 2001,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 11 Φεβρουαρίου 2000, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επανεισάγοντας, από 1ης Ιανουαρίου 1998, την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος εκπτώσεως του φόρου προστιθεμένης αξίας (στο εξής: ΦΑ) ο οποίος επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως, αφού προγενέστερα είχε επανειλημμένα παράσχει εν μέρει αυτό το δικαίωμα εκπτώσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), ως έχει στην οδηγία 95/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1995, για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388 και για τη λήψη μέτρων απλούστευσης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας - πεδίο εφαρμογής ορισμένων απαλλαγών και πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής τους (ΕΕ L 102, σ. 18, στο εξής: έκτη οδηγία).

Η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση

2 Το άρθρο 17, παράγραφος 2, στοιχείο α_, της έκτης οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«Κατά το μέτρο που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση των φορολογουμένων πράξεών του, ο υποκείμενος στον φόρο δικαιούται να εκπίπτει από τον φόρο, για τον οποίον είναι υπόχρεος:

α) τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα στο εσωτερικό της χώρας φόρο προστιθέμενης αξίας για τα αγαθά που του παραδόθηκαν ή πρόκειται να του παραδοθούν και για υπηρεσίες που του παρασχέθησαν ή πρόκειται να του παρασχεθούν από άλλον υποκείμενο στον φόρο».

3 Το άρθρο 17, παράγραφος 6, της έκτης οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«Το αργότερο προ της παρόδου τεσσάρων ετών από την έναρξη της ισχύος της παρούσης οδηγίας, το Συμβούλιο προτάσει της Επιτροπής καθορίζει ομοφώνως τις δαπάνες, οι οποίες δεν παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας. Οπωσδήποτε θα αποκλείονται του δικαιώματος προς έκπτωση οι δαπάνες, οι οποίες δεν έχουν χαρακτήρα αυστηρά επαγγελματικό, όπως οι δαπάνες πολυτελείας, ψυχαγωγίας ή κοινωνικής παραστάσεως.

Μέχρι να τεθούν σε ισχύ οι ανωτέρω προβλεπόμενοι κανόνες, τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρήσουν όλες τις εξαιρέσεις, τις οποίες προβλέπει η εθνική τους νομοθεσία κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος της παρούσης οδηγίας.»

4 Ουδεμία από τις προτάσεις που υπέβαλε η Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 17, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας, εγκρίθηκε από το Συμβούλιο.

Η γαλλική νομοθεσία

5 Την 1η Ιανουαρίου 1979, ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της έκτης οδηγίας, και μέχρι την 30ή Ιουνίου 1982, τα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνταν ως καύσιμα για τη λειτουργία οχημάτων και μηχανημάτων για τα οποία δεν παρείχετο δικαίωμα εκπτώσεως αποκλείονταν από το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΑ.

6 Μεταξύ 1982 και 1991, αυτή η απαγόρευση εκπτώσεως του ΦΑ υπέστη πολλές τροποποιήσεις. Το επιτρεπόμενο ποσοστό εκπτώσεως αυξήθηκε έτσι προοδευτικά από 10 % το 1982 σε 90 % το 1991 και επανήλθε στο 50 % κατά τη διάρκεια του 1991.

7 Το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΑ που επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποιούμενα ως καύσιμα για τη λειτουργία οχημάτων και μηχανημάτων για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα προς έκπτωση καταργήθηκε εκ νέου πλήρως από το 1998 και μετέπειτα. Συναφώς, με το άρθρο 15 του νόμου 97-1269, της 30ής Δεκεμβρίου 1997, περί του προϋπολογισμού του 1998 (JORF της 31ης Δεκεμβρίου 1997, σ. 19261), τροποποιήθηκε ως εξής το άρθρο 298, παράγραφος 4, 1ο, του Γενικού Φορολογικού Κώδικα:

«Δεν εκπίπτει ο φόρος προστιθεμένης αξίας επί των αγορών, των εισαγωγών, της κτήσεως εντός της Κοινότητας, της παραδόσεως αγαθών και της παροχής υπηρεσιών που αφορούν:

- [...]

- τα μνημονευόμενα στον πίνακα Β του άρθρου 265 του Τελωνειακού Κώδικα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως καθώς και για υπό εκμίσθωση οχήματα και μηχανήματα όταν ο μισθωτής δεν μπορεί να εκπέσει του φόρου επί της μισθώσεως, εξαιρέσει εκείνων τα οποία χρησιμοποιούνται για τις δοκιμές ενόψει της κατασκευής κινητήρων ή μηχανημάτων με κινητήρα·

[...]».

Τα πραγματικά περιστατικά και η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

8 Εκτιμώντας ότι η επανεισαγωγή του αποκλεισμού του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΑ δεν είναι συμβατή με το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως απευθύνοντας, στις 24 Ιουλίου 1998, στη Γαλλική Δημοκρατία έγγραφη όχληση με την οποία την καλούσε να διατυπώσει τις παρατηρήσεις της εντός προθεσμίας δύο μηνών.

9 Στις 30 Οκτωβρίου 1998, οι γαλλικές αρχές απάντησαν στην έγγραφη όχληση αναφέροντας ότι δεν συμμερίζονταν την άποψη της Επιτροπής. Οι γαλλικές αρχές υποστήριζαν κατ' ουσίαν ότι ήταν ελεύθερες να επιφέρουν διαβαθμίσεις στο δικαίωμα προς έκπτωση εφόσον δεν επέτειναν τον περιορισμό που υφίστατο κατά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της έκτης οδηγίας για τη Γαλλία, ήτοι την 1η Ιανουαρίου 1979.

10 Η Επιτροπή κοινοποίησε αιτιολογημένη γνώμη στη Γαλλική Δημοκρατία στις 19 Ιουλίου 1999.

11 Οι γαλλικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν προς την αιτιολογημένη γνώμη εντός της ταχθείσας προθεσμίας και απηύθυναν, στις 10 Δεκεμβρίου 1999, απάντηση στην οποία επαναδιατύπωναν την άποψή τους.

12 Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την παρούσα προσφυγή.

Η προσαπτόμενη παράβαση και η εκτίμηση του Δικαστηρίου

13 Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η επίμαχη γαλλική νομοθεσία, επανεισάγοντας τον αποκλεισμό του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΑ που επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποιούμενα ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως, δεν καλύπτεται από την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 17, παράγραφος 6, της έκτης οδηγίας και αντιβαίνει προς το άρθρο 17, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας. Συγκεκριμένα, κατά την άποψη της Επιτροπής, το άρθρο 17, παράγραφος 6, δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να επανέλθει εκ των υστέρων σε εισάγον παρέκκλιση καθεστώς το οποίο εγκαταλείφθηκε έστω και μερικώς, επανεισάγοντας πλήρη αποκλεισμό του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΑ επί ορισμένων δαπανών. Αντίθετα προς τα υποστηριζόμενα από τις γαλλικές αρχές, τα κράτη μέλη δεν διαθέτουν, κατά την άποψη της Επιτροπής, πλήρη διακριτική ευχέρεια για να επιφέρουν προσαρμογές και διαβαθμίσεις, κατά τα δικά τους κριτήρια, σε εθνικό εισάγον παρέκκλιση καθεστώς, υπό τη μόνη επιφύλαξη ότι δεν καθιστούν περιοριστικότερη την κατάσταση η οποία υφίστατο κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος της έκτης οδηγίας.

14 Κατά την άποψη της Γαλλικής Κυβερνήσεως, το άρθρο 17, παράγραφος 6, της έκτης οδηγίας δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να επιφέρει τροποποιήσεις στις περιπτώσεις αποκλεισμού του δικαιώματος προς έκπτωση οι οποίες υφίσταντο κατά την έναρξη της ισχύος της εν λόγω οδηγίας, υπό την επιφύλαξη ότι οι επερχόμενες τροποποιήσεις δεν αυξάνουν τα ποσοστά αποκλεισμού πέραν του αρχικώς καθορισθέντος ποσοστού ούτε επεκτείνουν τις υφιστάμενες περιπτώσεις αποκλεισμού σε κατηγορίες αγαθών ή υπηρεσιών για τις οποίες αυτές δεν ίσχυαν κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος της οδηγίας. Η επίμαχη νομοθεσία είναι συνεπώς συμβατή με την έκτη οδηγία.

15 Η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει επιπλέον ότι η επίμαχη νομοθετική τροποποίηση εισήχθη για λόγους περιβαλλοντικούς. ροβάλλει ακόμη ότι η Επιτροπή ενημερώθηκε για τα προηγούμενα μέτρα που είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του επιτρεπόμενου ποσοστού εκπτώσεως του ΦΑ για τα οικεία καύσιμα και ότι ουδεμία παρατήρηση διατυπώθηκε από την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά, πράγμα που άφηνε να εννοηθεί ότι τα εν λόγω μέτρα ήταν σύμφωνα με την έκτη οδηγία.

16 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τη σημερινή απόφαση στην υπόθεση C-345/99, Επιτροπή κατά Γαλλίας (μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 22), εφόσον η κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους τροποποιεί περιορίζοντας, μετά την έναρξη της ισχύος της έκτης οδηγίας, το πεδίο των ισχυουσών περιπτώσεων αποκλεισμού του δικαιώματος προς έκπτωση και προσεγγίζει κατά τον τρόπο αυτό τον στόχο της έκτης οδηγίας, καλύπτεται από την παρέκκλιση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 17, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας και δεν αντιβαίνει προς το άρθρο της 17, παράγραφος 2.

17 Αντιθέτως, μια εθνική κανονιστική ρύθμιση δεν συνιστά παρέκκλιση επιτρεπόμενη βάσει του άρθρου 17, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας και αντιβαίνει προς το άρθρο 17, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής αν έχει ως αποτέλεσμα να επεκτείνει, μετά την έναρξη της ισχύος της έκτης οδηγίας, το πεδίο των υφισταμένων περιπτώσεων αποκλεισμού και απομακρύνεται κατά τον τρόπο αυτό από τον στόχο της εν λόγω οδηγίας.

18 Το ίδιο ισχύει επίσης για κάθε τροποποίηση μεταγενέστερη της ενάρξεως της ισχύος της έκτης οδηγίας, με την οποία επεκτείνεται το πεδίο των περιπτώσεων αποκλεισμού οι οποίες ίσχυαν αμέσως πριν από την εν λόγω τροποποίηση.

19 Είναι βέβαιο ότι ο επίμαχος γαλλικός νόμος, αποκλείοντας πλήρως το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΑ, εισάγει τροποποίηση η οποία απομακρύνει τη γαλλική νομοθεσία από τον στόχο της έκτης οδηγίας. Είναι συναφώς άνευ σημασίας ότι με την τροποποίηση δεν επεκτείνεται το πεδίο των περιπτώσεων αποκλεισμού οι οποίες ίσχυαν κατά την έναρξη της ισχύος της έκτης οδηγίας.

20 Επομένως, ο νόμος αυτός δεν καλύπτεται από την παρέκκλιση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 17, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας και αντιβαίνει προς το άρθρο 17, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας.

21 Το επιχείρημα της Γαλλικής Κυβερνήσεως κατά το οποίο με την επίμαχη νομοθεσία επιδιώκεται περιβαλλοντικός στόχος δεν μπορεί να δικαιολογήσει τέτοια νομοθεσία, αντίθετη προς την έκτη οδηγία.

22 Η Γαλλική Κυβέρνηση προσπαθεί επίσης να δικαιολογήσει την επίμαχη νομοθεσία προβάλλοντας ότι η Επιτροπή δεν κινήθηκε κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας κατά τις προγενέστερες νομοθετικές τροποποιήσεις, με τις οποίες μειωνόταν το επιτρεπόμενο ποσοστό εκπτώσεως του ΦΑ που είχε επιβληθεί στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποποιούμενα ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρείχετο δικαίωμα εκπτώσεως.

23 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, κατά πάγια νομολογία, στην Επιτροπή απόκειται να επιλέγει το χρονικό σημείο ασκήσεως της προσφυγής λόγω παραβάσεως κράτους μέλους (βλ. ιδίως την απόφαση της 1ης Ιουνίου 1994, C-317/92, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1994, σ. Ι-2039, σκέψη 4).

24 Διαπιστώνεται επομένως ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επανεισάγοντας, από 1ης Ιανουαρίου 1998, την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΑ που επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποιούμενα ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα προς έκπτωση, αφού προγενέστερα είχε παράσχει εν μέρει αυτό το δικαίωμα προς έκπτωση, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

25 Σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή διατύπωσε σχετικό αίτημα και η Γαλλική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Η Γαλλική Δημοκρατία, επανεισάγοντας, από 1ης Ιανουαρίου 1998, την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος προς έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας που επιβλήθηκε στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως τα χρησιμοποιούμενα ως καύσιμα για οχήματα και μηχανήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα προς έκπτωση, αφού προγενέστερα είχε παράσχει εν μέρει αυτό το δικαίωμα προς έκπτωση, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, ως έχει στην οδηγία 95/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1995, για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388 και για τη λήψη μέτρων απλούστευσης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας - πεδίο εφαρμογής ορισμένων απαλλαγών και πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής τους.

2) Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.