Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 19ης Ιουλίου 2012 (*)

«Τελωνειακή ατέλεια και απαλλαγή από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή αγαθών — Καύσιμα περιεχόμενα σε κανονικές δεξαμενές καυσίμων οδικών οχημάτων με κινητήρα — Έννοια του “οδικού οχήματος με κινητήρα”— Μηχανές έλξεως — Οδική μεταφορά και σιδηροδρομική μεταφορά — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Αρχή της ουδετερότητας»

Στην υπόθεση C-250/11,

με αντικείμενο αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos Vyriausybės (Λιθουανία) με απόφαση της 17ης Μαΐου 2011, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 20 Μαΐου 2011, στο πλαίσιο της δίκης

Lietuvos geležinkeliai AB

κατά

Vilniaus teritorinė muitinė,

Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, K. Schiemann (εισηγητή), C. Toader και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: C. Strömholm, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 26ης Απριλίου 2012,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Lietuvos geležinkeliai AB, εκπροσωπούμενη από τις J. Sakalauskas και K. Švirinas, advokatai,

–        η Vilniaus teritorinė muitinė, εκπροσωπούμενη από τη L. Markevičienė,

–        το Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos, εκπροσωπούμενο από τον A. Šipavičius,

–        η Λιθουανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον D. Kriaučiūnas και την D. Stepanienė,

–        η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τη Γ. Παπαδάκη και τον I. Μπακόπουλο,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις A. Steiblytė και C. Soulay,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία:

–        του άρθρου 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 918/83 του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 105, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1315/88 του Συμβουλίου, της 3ης Μαΐου 1988 (ΕΕ L 123, σ.  2, στο εξής: κανονισμός 918/83)·

–        του άρθρου 107, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 1186/2009 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2009, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 324, σ.  23)·

–        του άρθρου 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας της τελικής εισαγωγής ορισμένων αγαθών (ΕΕ L 105, σ.  38), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 88/331/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1988 (ΕΕ L 151, σ. 79, στο εξής: οδηγία 83/181), και

–        του άρθρου 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 143, στοιχεία βʹ και γʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών (ΕΕ L 292, σ. 5).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Lietuvos geležinkeliai AB (λιθουανικής ανώνυμης εταιρίας σιδηροδρόμων, στο εξής: LG) και της Vilniaus teritorinė muitinė (τελωνειακής υπηρεσίας του Vilnius) με αντικείμενο ειδικούς φόρους καταναλώσεως και φόρο προστιθέμενης αξίας (στο εξής: ΦΠΑ), καθώς και επιβληθέν εκ μέρους της υπηρεσίας αυτής στην LG πρόστιμο.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Το άρθρο 112 του κανονισμού 918/83 περιλαμβάνεται στον τίτλο XXVII αυτού με επικεφαλίδα «Καύσιμα και λιπαντικά στα οδικά οχήματα με κινητήρα και στις δεξαμενές ειδικής χρήσης».

4        Το άρθρο 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού ορίζει ότι εισάγονται ατελώς τα καύσιμα που περιέχονται στις τυποποιημένες δεξαμενές καυσίμων των ιδιωτικών και επαγγελματικών αυτοκινήτων οχημάτων καθώς και των μοτοσικλετών που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

5        Κατά το άρθρο 112, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού, η έννοια του όρου «επαγγελματικό αυτοκίνητο όχημα» ορίζεται ως εξής:

«κάθε οδικό όχημα με κινητήρα (περιλαμβανομένων και των ρυμουλκών με ή χωρίς ρυμουλκούμενα) το οποίο, ανάλογα με τον τύπο κατασκευής και τον εξοπλισμό του, είναι κατάλληλο και προορίζεται για την πραγματοποίηση μεταφορών, με ή χωρίς κόμιστρο:

–        περισσότερων των εννέα προσώπων, περιλαμβανομένου και του οδηγού,

–        εμπορευμάτων,

καθώς και κάθε οδικό όχημα άλλης ειδικής χρήσης εκτός από τη μεταφορά αυτή καθαυτήν».

6        Στις αποδόσεις του άρθρου 112, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του ίδιου κανονισμού στη βουλγαρική, ισπανική, τσεχική, γερμανική, εσθονική, ελληνική, αγγλική, γαλλική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, ουγγρική, μαλτέζικη, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική και φινλανδική γλώσσα, ο περιλαμβανόμενος στη διάταξη αυτή ορισμός χαρακτηρίζει το επίμαχο όχημα ως «οδικό», ενώ στις αποδόσεις στη δανική, ολλανδική και σουηδική γλώσσα, απουσιάζει τέτοιου είδους χαρακτηρισμός.

7        Κατά το άρθρο 113 του κανονισμού 918/83 τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν την ατέλεια για τους εισαγωγικούς δασμούς όσον αφορά τα καύσιμα που περιέχονται στις τυποποιημένες δεξαμενές καυσίμων οχημάτων δημοσίας χρήσεως σε 200 λίτρα κατά όχημα και κατά ταξίδι.

8        Ο κανονισμός 1186/2009 κατήργησε από 1ης Ιανουαρίου 2010 τον κανονισμό 918/83. Τα άρθρα 107, παράγραφοι 1, στοιχείο αʹ, και 2, στοιχείο αʹ, καθώς και 108, αυτού επανέλαβαν πάντως τις διατάξεις των άρθρων 112, παράγραφοι 1, στοιχείο αʹ, και 2, στοιχείο αʹ, καθώς και 113 του κανονισμού 918/83 με πανομοιότυπη διατύπωση, ή σε ορισμένες γλωσσικές αποδόσεις, με κατ’ ουσία όμοια διατύπωση.

9        Το άρθρο 82 της οδηγίας 83/181 περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο VI της οδηγίας, το οποίο φέρει την επικεφαλίδα «Καύσιμα και λιπαντικά που βρίσκονται επί αυτοκινήτων οχημάτων ξηράς και εντός εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων».

10      Το άρθρο 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής προβλέπει, υπό διατύπωση κατ’ ουσία πανομοιότυπη με αυτήν του άρθρου 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83, ότι τα καύσιμα που περιέχονται σε κανονικές δεξαμενές καυσίμων, ειδικότερα αυτοκινήτων οχημάτων δημόσιας χρήσεως, απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή.

11      Το άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 περιλαμβάνει ορισμό της έννοιας «αυτοκίνητο όχημα δημόσιας χρήσης» ο οποίος, σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις, πλην της αποδόσεως στη ρουμανική και σουηδική γλώσσα, είναι όμοιος, ή κατ’ ουσία όμοιος, με τον περιλαμβανόμενο στο άρθρο 112, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83 ορισμό.

12      Στις αποδόσεις του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 στη βουλγαρική, ισπανική, τσεχική, γερμανική, εσθονική, ελληνική, αγγλική, γαλλική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, ουγγρική, μαλτεζική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, φινλανδική και σουηδική γλώσσα ο περιλαμβανόμενος στη διάταξη αυτή ορισμός χαρακτηρίζει το επίμαχο όχημα ως «οδικό», ενώ στις αποδόσεις στη βουλγαρική, δανική, ολλανδική και ρουμανική γλώσσα, απουσιάζει τέτοιου είδους χαρακτηρισμός.

13      Κατά το άρθρο 83 της οδηγίας 83/181 τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν την απαλλαγή από τον ΦΠΑ, όσον αφορά τα καύσιμα που περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων των αυτοκινήτων οχημάτων δημοσίας χρήσεως, σε 200 λίτρα κατά όχημα και κατά ταξίδι.

14      Η οδηγία 2009/132 κατήργησε την οδηγία 83/181 με ισχύ από 30ής Νοεμβρίου 2009. Το άρθρο 84, παράγραφοι 1, στοιχείο αʹ, και 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 έχει πάντως επαναλάβει τις διατάξεις του άρθρου 82, παράγραφοι 1, στοιχείο αʹ, και 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 με πανομοιότυπη διατύπωση ή, σε ορισμένες γλωσσικές αποδόσεις, με κατ’ ουσία όμοια διατύπωση. Εξάλλου, το άρθρο 85 της οδηγίας 2009/312 περιλαμβάνει κατ’ ουσία διατάξεις όμοιες με αυτές του άρθρου 83 της οδηγίας 83/181.

 Το λιθουανικό δίκαιο

15      Το άρθρο 40 του νόμου της Δημοκρατίας της Λιθουανίας αριθ. IX-751 σχετικά με τον φόρο προστιθέμενης αξίας (Lietuvos Respublikos pridėtinės vertės mokesčio įstatymas n° IX-751, Žin., 2002, αριθ. 35-1271, 2002, αριθ. 40, 2002, αριθ. 46, 2002, αριθ. 48), όπως τροποποιήθηκε (Žin., 2004, n° 17-505, στο εξής: νόμος ΦΠΑ), με επικεφαλίδα «Ειδικές περιπτώσεις απαλλαγής εισαγόμενων προϊόντων από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή», ορίζει στην παράγραφο 1, σημείο 21, ότι απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή «καύσιμα και λιπαντικά σε αυτοκίνητα οχήματα, τα οποία είναι αναγκαία για τη λειτουργία των οχημάτων αυτών».

16      Το σημείο 18.1 του κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 438, για την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας εισαγομένων προϊόντων (dėl importuojamų prekių neapmokestinimo pridėtinės vertės mokesčiu, Žin., 2004, αριθ. 58-2048), της 16ης Απριλίου 2004, ορίζει ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 40, παράγραφος 1, σημείο 21, του νόμου ΦΠΑ απαλλαγή από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή ισχύει όσον αφορά τα καύσιμα που περιέχονται:

«σε δεξαμενές καυσίμων ενσωματωμένες σε οδικά επαγγελματικά οχήματα με κινητήρα για τη μεταφορά προσώπων ή εμπορευμάτων, περιλαμβανομένων και των ρυμουλκών ή των ρυμουλκών οχημάτων, αναφερόμενες στα τεχνικά φυλλάδια του κατασκευαστή (περιλαμβανομένων και των κυλίνδρων υγραερίου που είναι εγκατεστημένοι στο όχημα ως τμήμα του εξοπλισμού υγραερίου), από τις οποίες τα καύσιμα αυτά εισέρχονται απευθείας στα ενσωματωμένα συστήματα εφοδιασμού καυσίμων του οχήματος ή χρησιμοποιούνται στα συστήματα ψύξεως ή σε άλλα συστήματα».

17      Το άρθρο 41 του νόμου της Δημοκρατίας της Λιθουανίας αριθ. IX-1987 για τους ειδικούς φόρους καταναλώσεως (Lietuvos Respublikos akcizų įstatymas, Žin., 2004, αριθ. 26-802, στο εξής: νόμος για τους ειδικούς φόρους καταναλώσεως), με επικεφαλίδα «Ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες τα ενεργειακά προϊόντα απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως», προβλέπει, στην παράγραφο 1, σημείο 8, απαλλαγή από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως όσον αφορά:

«τα ενεργειακά προϊόντα που εισάγονται στη Δημοκρατία της Λιθουανίας εντός δεξαμενών καυσίμων και λιπαντικών μηχανής ενσωματωμένων σε οχήματα, αναφερομένων στα τεχνικά φυλλάδια του κατασκευαστή και από τις οποίες τα καύσιμα και τα λιπαντικά μηχανής εισέρχονται απευθείας στα ενσωματωμένα συστήματα εφοδιασμού καυσίμων ή λιπάνσεως του κινητήρα του οχήματος».

18      Το άρθρο 41, παράγραφος 2, του νόμου για τον ειδικό φόρο καταναλώσεως προβλέπει ότι το καθεστώς απαλλαγής και οι περιορισμοί που προβλέπει η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού ορίζονται από την κυβέρνηση ή από εξουσιοδοτημένο από αυτήν οργανισμό.

19      Το σημείο 12 των κανόνων σχετικά με την εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπει το άρθρο 41, παράγραφος 1, σημεία 3 και 8 του νόμου για τον ειδικό φόρο καταναλώσεως, οι οποίοι εγκρίθηκαν με το κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 821, της 4ης Ιουνίου 2002 (Žin., 2002, αριθ. 56-2264), ορίζει ότι δεν επιβάλλονται ειδικοί φόροι καταναλώσεως σε ενεργειακά προϊόντα εισαγόμενα στη Λιθουανία «εφόσον βρίσκονται εντός οδικών επαγγελματικών οχημάτων για τη μεταφορά προσώπων ή εμπορευμάτων, περιλαμβανομένων και των ρυμουλκών ή των ρυμουλκών οχημάτων, σε ενσωματωμένες δεξαμενές καυσίμων, αναφερόμενες στα τεχνικά φυλλάδια του κατασκευαστή (περιλαμβανομένων και των κυλίνδρων υγραερίου που είναι εγκατεστημένοι στο όχημα ως τμήμα του εξοπλισμού υγραερίου), από τις οποίες τα ενεργειακά αυτά προϊόντα εισέρχονται απευθείας στα ενσωματωμένα συστήματα εφοδιασμού καυσίμων του οχήματος ή χρησιμοποιούνται στα συστήματα ψύξεως ή σε άλλα συστήματα, υπό τον όρο ότι αυτά τα ενεργειακά προϊόντα χρησιμοποιούνται εντός του ίδιου οχήματος με εκείνο εντός του οποίου εισήχθησαν».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

20      Κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2005 έως 30 Απριλίου 2010, η LG αγόραζε τακτικά πετρέλαιο εσωτερικής καύσεως στους σιδηροδρομικούς σταθμούς του Nesterov και του Sovetsk, στην περιοχή Kaliningrad (Ρωσία), προς ανεφοδιασμό των μηχανών έλξεως. Τα καύσιμα αυτά μεταφέρονταν στις κανονικές δεξαμενές των μηχανών έλξεως και στη συνέχεια εισάγονταν στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός των εν λόγω δεξαμενών, χωρίς να αποτελούν αντικείμενο τελωνειακής διασαφήσεως.

21      Οι λιθουανικές αρχές είχαν ενημερώσει την LG ότι απαλλασσόταν από εισαγωγικούς δασμούς για τα καύσιμα εντός των δεξαμενών των μηχανών έλξεως που εισάγονταν από τρίτη χώρα. Συγκεκριμένα, το Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos (τμήμα τελωνείων υπό το Υπουργείο Οικονομικών της Δημοκρατίας της Λιθουανίας) ανέφερε, σε έγγραφο της 26ης Φεβρουαρίου 2002, ότι δεν ήταν αναγκαία η διασάφηση κατά χωριστό τρόπο των καυσίμων που βρίσκονταν στις δεξαμενές των μηχανών έλξεως οι οποίες διέσχιζαν τα σύνορα της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, με αποτέλεσμα τα καύσιμα αυτά να μην υπόκεινται ούτε σε ειδικό φόρο καταναλώσεως ούτε σε ΦΠΑ κατά την εισαγωγή.

22      Στις 8 Ιουνίου 2007 η LG υπέβαλε, εξάλλου, στη Valstybinė mokesčių inspekcija prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos (εθνική φορολογική διεύθυνση υπό το υπουργείο Οικονομικών της Δημοκρατίας της Λιθουανίας) αίτημα προκειμένου η εν λόγω διεύθυνση να διευκρινίσει αν οι μηχανές έλξεως εξομοιώνονταν, δυνάμει του νόμου ΦΠΑ, με τα οδικά οχήματα με κινητήρα. Με την απάντησή της στις 27 Ιουνίου 2007, η αρχή αυτή επιβεβαίωσε ότι οι μηχανές έλξεως κατατάσσονταν στα εν λόγω οχήματα.

23      Με έγγραφο της 14ης Νοεμβρίου 2008, απευθυνόμενο στη Δημοκρατία της Λιθουανίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισήμανε ότι οι μηχανές έλξεως δεν μπορούσαν να εξομοιωθούν με οδικά οχήματα με κινητήρα και ότι οι ατέλειες και οι απαλλαγές που προβλέπονται στα άρθρα 112 του κανονισμού 918/83, καθώς και 82 της οδηγίας 83/181, δεν εφαρμόζονται, κατά συνέπεια, στα περιεχόμενα σε κανονικές δεξαμενές μηχανών έλξεως εισαγόμενα καύσιμα.

24      Με έγγραφο της 20ής Νοεμβρίου 2008, ο Υπουργός Οικονομικών ενημέρωσε την LG ότι οι απαλλαγές από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή που προβλέπονται από τον νόμο ΦΠΑ δεν τύγχαναν εφαρμογής στις μηχανές έλξεως. Η LG, κατά συνέπεια, σταμάτησε να γεμίζει τις δεξαμενές καυσίμων των μηχανών έλξεως στο ρωσικό έδαφος. Με έγγραφο της 27ης Νοεμβρίου 2009, ο εν λόγω υπουργός ενημέρωσε την LG ότι οι υπηρεσίες του θα προέβαιναν σε είσπραξη των οφειλόμενων φόρων για τα μεταφερόμενα εντός των κανονικών δεξαμενών των μηχανών έλξεως καύσιμα.

25      Ακολούθως, η Vilniaus teritorinė muitinė προέβη σε φορολογικό έλεγχο για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2005 έως 30 Απριλίου 2010, όσον αφορά τα καύσιμα που εισήχθησαν στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης εντός κανονικών δεξαμενών των μηχανών έλξεως και, στις 16 Δεκεμβρίου 2010, κοινοποίησε στην LG, με την απόφαση αριθ. OVM320138M, πράξη επιβολής φόρου, ύψους 28 860 895 λίτας (LTL), όσον αφορά ειδικούς φόρους καταναλώσεως, ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, τόκους υπερημερίας, καθώς και πρόστιμο για τη μη καταβολή των ειδικών φόρων καταναλώσεως και του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή.

26      Στις 6 Ιανουαρίου 2011 η LG υπέβαλε ένσταση κατά της πράξεως αυτής ενώπιον του τμήματος τελωνείων υπό το Υπουργείο Οικονομικών. Δεδομένου ότι το τμήμα αυτό δεν αποφάνθηκε εντός των προθεσμιών των προβλεπόμενων από την εφαρμοστέα νομοθεσία, η LG άσκησε προσφυγή, στις 3 Μαρτίου 2011, για την ακύρωση της εν λόγω πράξεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

27      Το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει ότι ο τίτλος του κανονισμού 918/83 στον οποίο περιλαμβάνονται οι σχετικές διατάξεις αναφέρεται απλώς σε «οδικά οχήματα με κινητήρα» και ότι οι μηχανές έλξεως εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή. Το δικαστήριο αυτό αμφιβάλλει αν είναι ορθή και νομικώς βάσιμη η εφαρμογή διακριτού φορολογικού καθεστώτος στις διάφορες κατηγορίες οδικών οχημάτων. Επιβάλλεται, κατά την άποψή του, να εξεταστεί αν η διαφορετική φορολογική μεταχείριση των μηχανών έλξεως και των οδικών οχημάτων μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, δεδομένου ότι όλες οι λοιπές επίμαχες προϋποθέσεις, ήτοι ο σκοπός του οχήματος (εν προκειμένω, δημόσιας χρήσεως), η εισαγωγή των καυσίμων (μέσα σε κανονικές δεξαμενές) και ο τρόπος χρησιμοποιήσεώς τους (για την κίνηση του οχήματος) είναι οι ίδιες.

28      Υπό τις περιστάσεις αυτές η Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos Vyriausybės (επιτροπή φορολογικών διαφορών υπό την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Λιθουανίας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν της διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Πρέπει η κατά το άρθρο 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83 και το άρθρο 107, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1186/2009 δασμολογική ατέλεια να θεωρηθεί ότι ισχύει και ως προς οχήματα με κινητήρα τα οποία είναι μηχανές έλξεως;

2)      Πρέπει η κατά το άρθρο 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 […] και το άρθρο 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 […] απαλλαγή από τον ΦΠΑ να θεωρηθεί ότι ισχύει και ως προς οχήματα με κινητήρα τα οποία είναι μηχανές έλξεως;

3)      Εφόσον η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι καταφατική, έχουν οι κανόνες που θέτουν το άρθρο 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 […] και το άρθρο 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 […] την έννοια ότι απαγορεύουν σε κράτος μέλος να περιορίζει τις περιπτώσεις απαλλαγής των καυσίμων από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, προβλέποντας ότι τέτοια απαλλαγή ισχύει αποκλειστικώς για καύσιμα που εισέρχονται εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα σε κανονικές δεξαμενές αυτοκινούμενων οχημάτων και είναι αναγκαία για τη λειτουργία των οχημάτων αυτών;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

29      Με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημα, τα οποία επιβάλλεται να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσία, να διευκρινιστεί αν τα άρθρα 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83, 107, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1186/2009, 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 και 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 εφαρμόζονται στην περίπτωση των μηχανών έλξεως.

30      Υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει των διατάξεων αυτών, παρέχεται τελωνειακή ατέλεια καθώς και απαλλαγή από τον ΦΠΑ κατά την εισαγωγή ειδικώς όσον αφορά τα καύσιμα που περιέχονται σε κανονικές δεξαμενές «επαγγελματικών αυτοκινήτων οχημάτων» τα οποία εισέρχονται στο έδαφος της Ένωσης.

31      Η έννοια του «επαγγελματικού αυτοκίνητου οχήματος» ορίζεται στα άρθρα 112, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83, 107, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1186/2009 [«μηχανοκίνητο όχημα δημόσιας χρήσης»], 82, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 [«όχημα δημόσιας χρήσης»], καθώς και 84, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 [«όχημα δημόσιας χρήσης»] ως «κάθε οδικό όχημα με κινητήρα» το οποίο πληροί ορισμένες ειδικές προϋποθέσεις, οι οποίες κατ’ αρχήν είναι δυνατό να ικανοποιούνται τόσο από τις μηχανές έλξεως όσο και από άλλα οδικά οχήματα.

32      Συναφώς. όπως επισημάνθηκε στις σκέψεις 6, 8, 12 και 14 της παρούσας αποφάσεως, υπάρχουν αποκλίσεις ως προς την απόδοση των οικείων διατάξεων στις διάφορες γλώσσες. Στις αποδόσεις στη βουλγαρική, ισπανική, τσεχική, γερμανική, εσθονική, ελληνική, αγγλική, γαλλική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, ουγγρική, μαλτεζική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική και φινλανδική γλώσσα, το επίμαχο όχημα χαρακτηρίζεται ρητώς ως «οδικό όχημα με κινητήρα», ενώ στις αποδόσεις στη δανική και ολλανδική γλώσσα απουσιάζει τέτοιου είδους χαρακτηρισμός. Οι τελευταίες αυτές γλωσσικές αποδόσεις αναφέρουν απλώς την έννοια του «οχήματος με κινητήρα».

33      Στις αποδόσεις στη ρουμανική και σουηδική γλώσσα υπάρχει διαφοροποίηση στο σημείο αυτό όσον αφορά τη σύνταξη των επίμαχων κανονισμών και οδηγιών. Στην απόδοση στη ρουμανική γλώσσα, ενώ ο ορισμός που περιλαμβάνουν οι κανονισμοί 918/83 και 1186/2009 αναφέρεται στην έννοια του «οδικού οχήματος με κινητήρα», ο ορισμός στις οδηγίες 83/181 και 2009/132 αναφέρεται στην έννοια «όχημα με κινητήρα». Αντιθέτως, στην απόδοση στη σουηδική γλώσσα, ο ορισμός που περιλαμβάνουν οι κανονισμοί 918/83 και 1186/2009 αναφέρεται στην έννοια του «οχήματος με κινητήρα», ενώ ο ορισμός στις οδηγίες 83/181 και 2009/132 αναφέρεται στην έννοια «οδικό όχημα με κινητήρα».

34      Κατά πάγια νομολογία, οι διάφορες γλωσσικές αποδόσεις κάθε κειμένου της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύονται ομοιόμορφα, οπότε, όταν διαφέρουν μεταξύ τους, η σχετική διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με τη γενική οικονομία και τον σκοπό της ρυθμίσεως της οποίας αποτελεί μέρος (βλ., ιδίως, απόφαση της 29ης Απριλίου 2004, C-341/01, Plato Plastik Robert Frank, Συλλογή 2004, σ.  I-4883, σκέψη 64 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35      Επιβάλλεται συναφώς η υπόμνηση ότι κατά πάγια νομολογία στον τομέα του ΦΠΑ, η οποία εφαρμόζεται επίσης όσον αφορά τους τελωνειακούς δασμούς, οι οριζόμενες απαλλαγές πρέπει να ερμηνεύονται στενά, δεδομένου ότι οι απαλλαγές αυτές αποτελούν παρεκκλίσεις από τη γενική αρχή ότι ΦΠΑ εισπράττεται για κάθε παράδοση αγαθών και παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται εξ επαχθούς αιτίας από πρόσωπο που υπόκειται στον φόρο (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 10ης Μαρτίου 2011, C-540/09, Skandinaviska Enskilda Banken, Συλλογή 2011, σ. I-1509, σκέψη 20).

36      Όσον αφορά τον σκοπό των οικείων διατάξεων, η Λιθουανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι με την τελωνειακή ατέλεια κατά την εισαγωγή, καθώς και με την απαλλαγή από τον ΦΠΑ, τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις αυτές, σκοπείται, αφενός, να διευκολυνθεί η διέλευση από τους ιδιώτες των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και, αφετέρου, να απλουστευτούν οι τελωνειακοί και φορολογικοί έλεγχοι που οφείλουν να διενεργούν οι αρμόδιες αρχές. Η συστηματική διενέργεια ελέγχων στις δεξαμενές όλων των οδικών οχημάτων που εισέρχονται καθημερινά στο έδαφος της Ένωσης θα ήταν σχεδόν αδύνατη και, σε κάθε περίπτωση, δυσανάλογη από απόψεως κόστους και ενοχλήσεως των ταξιδιωτών σε σχέση με τα ποσά των εισαγωγικών δασμών και του ΦΠΑ που ενδεχομένως θα προέκυπταν.

37      Συνεπώς, ουδόλως συνάγεται ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εν λόγω διατάξεις έχουν σκοπό διαφορετικό από τον αναφερόμενο στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως. Αντιθέτως, ο σκοπός αυτός επιβεβαιώνεται από τη δυνατότητα την οποία αναγνωρίζουν στα κράτη μέλη τα άρθρα 113 του κανονισμού 918/83, 108 του κανονισμού 1186/2009, 83 της οδηγίας 83/181 και 85 της οδηγίας 2009/132, να περιορίσουν την εφαρμογή των επίμαχων στην κύρια δίκη διατάξεων σε 200 λίτρα καυσίμου κατά όχημα και κατά ταξίδι.

38      Αντιθέτως, όσον αφορά μηχανές έλξεως όπως οι επίμαχες της κύριας δίκης, από την υποβληθείσα στο Δικαστήριο δικογραφία προκύπτει ότι, αφενός, η χωρητικότητα των δεξαμενών τους μπορεί να ανέλθει έως τα 7 000 λίτρα. Αφετέρου, κατά τη Λιθουανική Κυβέρνηση, η LG διέθετε μόνο 136 μηχανές έλξεως με πετρελαιοκινητήρες κατά το έτος 2008 και μόνο ορισμένες εξ αυτών διέρχονταν τακτικά από τα σύνορα μεταξύ της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Δεν προκύπτει, επομένως, ότι η συστηματική διενέργεια ελέγχων στις δεξαμενές των μηχανών έλξεως παρουσιάζει τα ίδια μειονεκτήματα με τα αναφερόμενα στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως όσον αφορά τα οδικά οχήματα, μειονεκτήματα τα οποία ο νομοθέτης της Ένωσης προδήλως επεδίωξε να προκαταλάβει εκδίδοντας τις οικείες διατάξεις.

39      Συνεπώς, η τελωνειακή ατέλεια καθώς και η απαλλαγή από τον ΦΠΑ, κατά τις διατάξεις αυτές, δεν ανταποκρίνονται όσον αφορά τις μηχανές έλξεως στον σκοπό τον οποίο ο νομοθέτης της Ένωσης επεδίωξε με την έκδοση των εν λόγω διατάξεων.

40      Ασφαλώς, οι διατάξεις του παράγωγου δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύονται, στο μέτρο του δυνατού, κατά τρόπο σύμφωνο με τις διατάξεις των Συνθηκών και τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης (βλ., ιδίως, αποφάσεις της 21ης Μαρτίου 1991, C-314/89, Rauh, Συλλογή 1991, σ. I-1647, σκέψη 17, και της 1ης Απριλίου 2004, C-1/02, Borgmann, Συλλογή 2004, σ. I-3219, σκέψη 30).

41      Η LG υποστηρίζει ότι ερμηνεία των οικείων διατάξεων σύμφωνα με την οποία η σιδηροδρομική κυκλοφορία δεν απολαύει των ίδιων πλεονεκτημάτων με την οδική κυκλοφορία είναι κατ’ αρχήν αντίθετη προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

42      Κατά την LG, η σιδηροδρομική μεταφορά τελεί σε άμεσο ανταγωνισμό με την οδική μεταφορά και δεν υπάρχει αντικειμενικό κριτήριο το οποίο να δικαιολογεί διάκριση όσον αφορά τη φορολόγηση μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών οδικών οχημάτων. Η LG υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι, στον τομέα της φορολογίας, η παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μπορεί να χαρακτηρίζεται από άλλα είδη διακρίσεων που θίγουν οικονομικούς παράγοντες οι οποίοι δεν είναι κατ’ ανάγκην ανταγωνιστές, αλλά βρίσκονται πάντως σε παρόμοια κατάσταση από άλλες απόψεις (απόφαση της 10ης Απριλίου 2008, C-309/06, Marks & Spencer, Συλλογή 2008, σ. I-2283, σκέψη 49).

43      Η LG υποστηρίζει ότι, τόσο για τη μεταφορά εμπορευμάτων όσο και για τη μεταφορά προσώπων, η οδική μεταφορά υποκαθιστά τη σιδηροδρομική μεταφορά. Εξάλλου, αυτοί οι τρόποι μεταφοράς είναι παρόμοιοι, τουλάχιστον όσον αφορά τις γραμμές των δικτύων, τα είδη των μεταφερόμενων εμπορευμάτων και τους κανόνες λειτουργίας, δεδομένου ότι στηρίζονται συνηθέστερα στη χρησιμοποίηση οχημάτων με κινητήρα εσωτερικής καύσεως τα οποία μετακινούνται με παρόμοιες ταχύτητες.

44      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά παρόμοιες καταστάσεις και να μην αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο διαφορετικές καταστάσεις, εκτός αν η αντιμετώπιση αυτή δικαιολογείται αντικειμενικά (απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, C-344/04, IATA και ELFAA, Συλλογή 2006, σ. I-403, σκέψη 95).

45      Από πάγια νομολογία προκύπτει περαιτέρω ότι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία, στον τομέα του ΦΠΑ, διατυπώνεται ως αρχή της ουδετερότητας του φόρου, απαγορεύει, ειδικότερα, να τυγχάνουν διαφορετικής μεταχειρίσεως από απόψεως ΦΠΑ παρόμοια εμπορεύματα ή παροχές υπηρεσιών, που κατά συνέπεια τα μεν βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τα δε (βλ., ιδίως, απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2011, C-259/10 και C-260/10, Rank Group, Συλλογή 2011, σ. I-10947, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

46      Πάντως, το Δικαστήριο διαπίστωσε, στη σκέψη 96 της προπαρατεθείσας αποφάσεως IATA και ELFAA, ότι οι διάφοροι τρόποι μεταφοράς δεν είναι, εν γένει, εναλλάξιμοι και ότι, ως εκ τούτου, δεν είναι συγκρίσιμη η κατάσταση στην οποία τελούν οι επιχειρήσεις στον τομέα δραστηριότητας εκάστου από αυτούς τους τρόπους μεταφοράς.

47      Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 36 έως 38 της παρούσας αποφάσεως, οι μηχανές έλξεως δεν τελούν, από απόψεως του σκοπού που επεδίωξε ο νομοθέτης της Ένωσης με την έκδοση των διατάξεων αυτών, σε κατάσταση παρόμοια με εκείνη στην οποία τελούν τα οδικά οχήματα.

48      Συνεπώς, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως δεν επιτάσσει την ερμηνεία ότι οι οικείες διατάξεις εφαρμόζονται και στην περίπτωση των μηχανών έλξεως.

49      Εκ των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 918/83, 107, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1186/2009, 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181 και 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132 έχουν την έννοια ότι δεν ισχύουν ως προς τις μηχανές έλξεως.

50      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα, παρέλκει η εξέταση του τρίτου υποβληθέντος ερωτήματος.

 Επί των δικαστικών εξόδων

51      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

Τα άρθρα 112, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 918/83 του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1315/88 του Συμβουλίου, της 3ης Μαΐου 1988, 107, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 1186/2009 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2009, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών, 82, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 83/181/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας της τελικής εισαγωγής ορισμένων αγαθών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 88/331/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1988, και 84, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/132/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 143, στοιχεία βʹ και γʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών, έχουν την έννοια ότι δεν ισχύουν ως προς τις μηχανές έλξεως.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική.