Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 1ης Οκτωβρίου 2020 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 98 – Ευχέρεια των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ σε ορισμένες παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών – Παράρτημα ΙΙΙ, σημείο 1 – Έννοια των “τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους” και των “προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων” – Αφροδισιακά προϊόντα»

Στην υπόθεση C-331/19,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών) με απόφαση της 19ης Απριλίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Απριλίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης

Staatssecretaris van Financiën

κατά

X,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους I. Jarukaitis, πρόεδρο τμήματος, E. Juhász (εισηγητή) και M. Ilešič, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. L. Noort και Μ. K. Bulterman,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον W. Roels και την L. Lozano Palacios,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Φεβρουαρίου 2020,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του παραρτήματος ΙΙΙ, σημείο 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία ΦΠΑ).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Staatssecretaris van Financiën (Υφυπουργού Οικονομικών, Κάτω Χώρες) και της X, σχετικά με την εφαρμογή του προβλεπόμενου για τα τρόφιμα μειωμένου συντελεστή φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) σε προϊόντα διατιθέμενα στο εμπόριο και χρησιμοποιούμενα ως αφροδισιακά, των οποίων τα κύρια συστατικά στοιχεία είναι φυτικής ή ζωικής προέλευσης και τα οποία προορίζονται για λήψη από το στόμα.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Ο κανονισμός (ΕΚ) 178/2002

3        Ο κανονισμός (ΕΚ) 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ 2002, L 31, σ. 1), ορίζει στο άρθρο 1, το οποίο φέρει τον τίτλο «Στόχος και πεδίο εφαρμογής», τα εξής:

«1.      Ο παρών κανονισμός αποτελεί τη βάση για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των συμφερόντων των καταναλωτών σε σχέση με τα τρόφιμα, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη την πολυμορφία στον εφοδιασμό τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των παραδοσιακών προϊόντων, ενώ παράλληλα εξασφαλίζει την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Καθιερώνει κοινές αρχές και ευθύνες, τα μέσα ώστε να παρέχονται ισχυρή επιστημονική βάση, αποτελεσματικές οργανωτικές ρυθμίσεις και διαδικασίες με τις οποίες θα υποστηριχθεί η λήψη αποφάσεων σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων [και των ζωοτροφών].

2.      Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις γενικές αρχές που διέπουν γενικά τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, ειδικότερα δε την ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών στην [Ευρωπαϊκή Ένωση] και σε εθνικό επίπεδο.

Ιδρύει την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων [(EFSA)].

Καθορίζει διαδικασίες για θέματα που έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών.

[...]»

4        Το άρθρο 2 του κανονισμού αυτού, με τίτλο «Ορισμός των “τροφίμων”, προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως “τρόφιμα” (ή “είδη διατροφής”) νοούνται ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για τον σκοπό αυτόν.

Στα “τρόφιμα” περιλαμβάνονται ποτά, τσίχλες και οποιαδήποτε ουσία, περιλαμβανομένου του νερού, η οποία ενσωματώνεται σκόπιμα στα τρόφιμα στη διάρκεια της παραγωγής, της παρασκευής ή της επεξεργασίας τους. Επίσης περιλαμβάνεται το νερό μετά το σημείο συμμόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 98/83/ΕΚ [του Συμβουλίου, της 3ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ 1998, L 330, σ. 32)], και με την επιφύλαξη των απαιτήσεων των οδηγιών 80/778/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1980, περί της ποιότητας του πόσιμου νερού (ΕΕ 1980, L 229, σ. 11),] και 98/83/ΕΚ.

Στα “τρόφιμα” δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

α)      ζωοτροφές,

β)      ζώντα ζώα, εκτός εάν παρασκευάζονται για διάθεση στην αγορά για ανθρώπινη κατανάλωση,

γ)      φυτά πριν από τη συγκομιδή,

δ)      φαρμακευτικά προϊόντα κατά την έννοια των οδηγιών 65/65/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1965, περί της προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα (ΕΕ ειδ. έκδ. 13/001, σ. 25)] και 92/73/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1992, για τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των οδηγιών 65/65/ΕΟΚ και 75/319/ΕΟΚ περί της προσέγγισης των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων για τα φάρμακα και τη θέσπιση συμπληρωματικών διατάξεων για τα ομοιοπαθητικά φάρμακα (ΕΕ 1992, L 297, σ. 8)]·

ε)      καλλυντικά κατά την έννοια της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου[, της 27ης Ιουλίου 1976, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (ΕΕ ειδ. έκδ. 13/004, σ. 145)]·

στ)      καπνός και προϊόντα καπνού κατά την έννοια της οδηγίας 89/622/ΕΟΚ του Συμβουλίου[, της 13ης Νοεμβρίου 1989, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με τη σήμανση των προϊόντων καπνού (ΕΕ 1989, L 359, σ. 1)]·

ζ)      ναρκωτικές ή ψυχοτρόποι ουσίες κατά την έννοια της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά[, η οποία συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 30 Μαρτίου 1961 και τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο του 1972 περί τροποποιήσεως της ενιαίας συμβάσεως του 1961 (Recueil des traités des Nations unies, τόμος 520, σ. 151),] και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες[, η οποία συνήφθη στη Βιέννη στις 21 Φεβρουαρίου 1971 (Recueil des traités des Nations unies, τόμος 1019, σ. 175)]·

η)      τα κατάλοιπα και οι μολυσματικές προσμείξεις.»

5        Το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού, με τίτλο «Γενικοί στόχοι», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Η νομοθεσία για τα τρόφιμα επιδιώκει έναν ή περισσότερους από τους γενικούς στόχους που αφορούν την υψηλού επιπέδου προστασία της ανθρώπινης ζωής και υγείας και την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, περιλαμβανομένων των ορθών πρακτικών στο εμπόριο τροφίμων, λαμβάνοντας υπόψη, όπου συντρέχει λόγος, την προστασία της υγείας και της ορθής μεταχείρισης των ζώων, καθώς και την προστασία των φυτών και του περιβάλλοντος.»

 Η οδηγία ΦΠΑ

6        Κατά το άρθρο 96 της οδηγίας ΦΠΑ, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κανονικό συντελεστή ΦΠΑ καθοριζόμενο από κάθε κράτος μέλος, ο οποίος είναι ο ίδιος για τις παραδόσεις αγαθών και για τις παροχές υπηρεσιών.

7        Το άρθρο 97 της οδηγίας αυτής ορίζει ότι ο κανονικός συντελεστής δεν μπορεί να είναι κατώτερος του 15 %.

8        Το άρθρο 98, παράγραφοι 1 και 2, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν έναν ή δύο μειωμένους συντελεστές.

2.      Οι μειωμένοι συντελεστές εφαρμόζονται μόνο στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών των κατηγοριών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ.

[...]»

9        Στο παράρτημα III της οδηγίας ΦΠΑ, το οποίο περιέχει τον κατάλογο των παραδόσεων αγαθών και των παροχών υπηρεσιών που μπορούν να υπαχθούν στους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ του άρθρου 98, περιλαμβάνονται, στα σημεία 1 έως 4, τα εξής:

«1)      Τα τρόφιμα (περιλαμβανομένων των ποτών, εκτός των αλκοολούχων) που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους ή από ζώα, τα ζώντα ζώα, οι σπόροι, τα φυτά και τα συστατικά που χρησιμοποιούνται συνήθως στην παρασκευή τροφίμων, τα προϊόντα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων,

2)      η διανομή νερού,

3)      τα φαρμακευτικά προϊόντα που συνήθως χρησιμοποιούνται για θεραπευτική αγωγή, για την πρόληψη ασθενειών και για σκοπούς ιατρικούς ή κτηνιατρικούς καθώς και τα προϊόντα για την αντισύλληψη και για τη γυναικεία υγιεινή προστασία,

4)      ο ιατρικός εξοπλισμός, τα βοηθητικά όργανα και οι άλλες συσκευές που συνήθως χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση ή την αντιμετώπιση αναπηριών, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για προσωπική χρήση από αναπήρους, περιλαμβανομένης της επισκευής των προϊόντων αυτών, καθώς και η παράδοση παιδικών καθισμάτων αυτοκινήτων,

[...]».

 Το ολλανδικό δίκαιο

10      Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 2, στοιχείο a, του Wet houdende vervanging van de bestaande omzetbelasting door een omzetbelasting volgens het stelsel van heffing over de toegevoegde waarde (νόμου περί αντικαταστάσεως του υφιστάμενου φόρου επί του κύκλου εργασιών με φόρο επί του κύκλου εργασιών σύμφωνα με το σύστημα του φόρου προστιθέμενης αξίας), της 28ης Ιουνίου 1968 (Stb. 1968, αριθ. 329), ο συντελεστής ΦΠΑ ήταν 6 % για τις παραδόσεις αγαθών που περιλαμβάνονταν στον πίνακα I του νόμου αυτού.

11      Στο σημείο a.1 του ως άνω πίνακα απαριθμούνται τα εξής:

«1.      τα τρόφιμα, ιδίως:

a.      τρόφιμα και ποτά που προορίζονται συνήθως για ανθρώπινη κατανάλωση·

b.      προϊόντα τα οποία προδήλως προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή των διαλαμβανομένων στο στοιχείο a τροφίμων και ποτών και τα οποία περιέχονται σ’ αυτά εν όλω ή εν μέρει·

c.      προϊόντα τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως συμπληρώματα ή υποκατάστατα των τροφίμων και ποτών που διαλαμβάνονται στο στοιχείο a, διευκρινιζομένου ότι τα αλκοολούχα ποτά δεν θεωρούνται τρόφιμα·

[...]».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

12      Η X είναι επιχειρηματίας υποκείμενη στον ΦΠΑ και εκμεταλλεύεται κατάστημα με προϊόντα ερωτικής χρήσης στο οποίο εμπορεύεται, μεταξύ άλλων, κάψουλες, σταγόνες, σκόνες και σπρέι, τα οποία προσφέρονται ως αφροδισιακά που αυξάνουν την ερωτική διάθεση. Τα προϊόντα αυτά, των οποίων τα κύρια συστατικά στοιχεία είναι φυτικής ή ζωικής προέλευσης, προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους και λαμβάνονται από το στόμα.

13      Μεταξύ των ετών 2009 και 2013, η εν λόγω υποκειμένη στον φόρο εφάρμοσε στα εν λόγω προϊόντα τον ισχύοντα για τα τρόφιμα μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ.

14      Εκτιμώντας ότι δεν επρόκειτο για «τρόφιμα», κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας περί ΦΠΑ, η φορολογική αρχή αμφισβήτησε την εφαρμογή του συντελεστή αυτού στα ως άνω προϊόντα και αποφάσισε να εκδώσει πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.

15      Η υποκειμένη στον φόρο προσέβαλε την απόφαση αυτή της φορολογικής αρχής ενώπιον του Rechtbank Den Haag (πρωτοδικείου Χάγης, Κάτω Χώρες).

16      Επιληφθέν κατ’ έφεση, το Gerechtshof Den Haag (εφετείο Χάγης, Κάτω Χώρες) δικαίωσε την υποκειμένη στον φόρο, κρίνοντας ότι η χρήση των επίμαχων προϊόντων ως αφροδισιακών δεν εμποδίζει τη φορολόγησή τους με τον εφαρμοστέο στα τρόφιμα μειωμένο συντελεστή. Το δικαστήριο αυτό έλαβε υπόψη ότι τα εν λόγω προϊόντα προορίζονται για λήψη από το στόμα και παρασκευάζονται από συστατικά δυνάμενα να περιέχονται σε τρόφιμα. Επιπλέον, επισήμανε ότι ο ορισμός της έννοιας «τρόφιμα» είναι τόσο ευρύς ώστε μπορεί να καλύπτει προϊόντα τα οποία δεν συνδέονται άμεσα με τρόφιμα, όπως είναι τα είδη ζαχαροπλαστικής, οι τσίχλες ή τα γλυκά αρτοποιήματα.

17      Ο Υφυπουργός Οικονομικών άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης του Gerechtshof Den Haag (εφετείου Χάγης) ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Hoge Raad der Nederlanden (Ανωτάτου Δικαστηρίου των Κάτω Χωρών).

18      Εκτιμώντας ότι η επίλυση της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί απαιτεί την ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας ΦΠΑ, το Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει ο όρος “τρόφιμα που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους” που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙΙ, σημείο 1, της οδηγίας [ΦΠΑ] την έννοια ότι εμπίπτουν σε αυτόν, βάσει του άρθρου 2 του [κανονισμού 178/2002], όλες οι ουσίες ή τα προϊόντα, είτε έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, που προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για τον σκοπό αυτόν;

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως επί του ανωτέρω ερωτήματος: Πώς προσδιορίζεται ο εν λόγω όρος στην παρούσα υπόθεση;

2)      Εφόσον βρώσιμα ή πόσιμα προϊόντα δεν πρέπει να θεωρούνται τρόφιμα για ανθρώπινη κατανάλωση: βάσει ποιων κριτηρίων πρέπει να εξετασθεί εάν τέτοια προϊόντα πρέπει να εκλαμβάνονται ως προϊόντα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

19      Με τα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί πώς πρέπει να ερμηνεύονται οι έννοιες των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» και των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ.

20      Κατά το άρθρο 96 της οδηγίας ΦΠΑ, κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει τον ίδιο κανονικό συντελεστή ΦΠΑ στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών.

21      Κατά παρέκκλιση από την αρχή αυτή, το άρθρο 98, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν έναν ή δύο μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ. Κατά το άρθρο 98, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας, οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ μπορούν να εφαρμόζονται αποκλειστικά και μόνο στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών των κατηγοριών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III της ίδιας οδηγίας.

22      Ειδικότερα, το παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ επιτρέπει στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, μεταξύ άλλων, στα «τρόφιμα (περιλαμβανομένων των ποτών, εκτός των αλκοολούχων) που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους ή από ζώα» καθώς και στα «προϊόντα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων».

23      Η οδηγία ΦΠΑ δεν περιέχει ορισμό ούτε της έννοιας των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους», ούτε της έννοιας των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», ο δε εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 282/2011 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 2006/112 (ΕΕ 2011, L 77, σ. 1), επίσης δεν περιέχει ορισμό των εννοιών αυτών. Επιπλέον, ούτε η οδηγία ΦΠΑ ούτε ο εκτελεστικός κανονισμός 282/2011 παραπέμπουν συναφώς στο δίκαιο των κρατών μελών.

24      Υπό τις συνθήκες αυτές, οι έννοιες «τρόφιμα που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» και «προϊόντα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ, πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με το σύνηθες νόημα που έχουν στην καθημερινή γλώσσα οι όροι από τους οποίους αποτελούνται, λαμβανομένων υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου χρησιμοποιούνται οι όροι αυτοί και των σκοπών της ρύθμισης στην οποία εντάσσονται (πρβλ. απόφαση της 29ης Ιουλίου 2019, Spiegel Online, C-516/17, EU:C:2019:625, σκέψη 65).

25      Όσον αφορά, πρώτον, το σύνηθες νόημα που έχουν στην καθημερινή γλώσσα οι όροι από τους οποίους αποτελούνται οι ίδιες έννοιες, αφενός, επισημαίνεται ότι, όπως υπογράμμισε κατ’ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 18, 19 και 27 των προτάσεών του, συνιστούν καταρχήν «τρόφιμα που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» όλα τα προϊόντα τα οποία περιέχουν θρεπτικά συστατικά που αποτελούν τα δομικά στοιχεία, τα ενεργειακά συστατικά και τις ρυθμιστικές ουσίες του ανθρώπινου οργανισμού που είναι αναγκαία για τη διατήρησή του οργανισμού αυτού στη ζωή, τη λειτουργία και την ανάπτυξή του και τα οποία καταναλώνονται για την πρόσληψη των θρεπτικών αυτών συστατικών.

26      Δεδομένου ότι η διατροφική αυτή λειτουργία είναι καθοριστική προκειμένου ένα προϊόν να μπορέσει να χαρακτηριστεί ως «τρόφιμο που προορίζεται για κατανάλωση από ανθρώπους», κατά τη συνήθη έννοια των όρων αυτών, δεν ασκεί επιρροή το αν το προϊόν αυτό έχει ή όχι ευεργετικά αποτελέσματα για την υγεία, το αν η βρώση του συνεπάγεται ή όχι ορισμένη ευχαρίστηση για τον καταναλωτή και το αν η χρήση του εντάσσεται σε ορισμένο κοινωνικό πλαίσιο. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι η κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος επηρεάζει θετικά την ερωτική διάθεση του προσώπου που το λαμβάνει δεν ασκεί επιρροή συναφώς.

27      Αφετέρου, όσον αφορά το σύνηθες νόημα που έχουν στην καθημερινή γλώσσα οι όροι «προϊόντα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», επισημαίνεται ότι οι όροι αυτοί καλύπτουν τα προϊόντα των οποίων η κατανάλωση συνεπάγεται επίσης την πρόσληψη από τον ανθρώπινο οργανισμό των θρεπτικών συστατικών που αποτελούν τα δομικά στοιχεία, τα ενεργειακά συστατικά και τις ρυθμιστικές ουσίες που έχει ανάγκη ο οργανισμός αυτός για τη διατήρησή του στη ζωή, τη λειτουργία και την ανάπτυξή του.

28      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι μια τέτοια διατροφική λειτουργία δεν μπορεί να απουσιάζει από αυτή την κατηγορία προϊόντων, δεδομένου ότι τα προϊόντα αυτά προορίζονται να συμπληρώνουν ή να υποκαθιστούν τα τρόφιμα.

29      Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι οι δύο αυτές κατηγορίες προϊόντων έχουν την ίδια διατροφική λειτουργία, δεν υπάρχει λόγος να εφαρμόζονται επ’ αυτών διαφορετικά καθεστώτα ΦΠΑ.

30      Όσον αφορά, δεύτερον, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται οι έννοιες των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» και των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ, επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 20 έως 22 της παρούσας απόφασης, οι δύο αυτές έννοιες προσδιορίζουν προϊόντα των οποίων η παράδοση υπόκειται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, όπερ συνιστά παρέκκλιση από την αρχή της εφαρμογής του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ. Επομένως, οι εν λόγω έννοιες πρέπει να ερμηνεύονται στενά (πρβλ. απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, Segler-Vereinigung Cuxhaven, C-715/18, EU:C:2019:1138, σκέψη 25).

31      Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι ο ορισμός της έννοιας του «τροφίμου» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 του κανονισμού 178/2002 δεν είναι κρίσιμος για τον ορισμό των εννοιών αυτών, διότι ο κανονισμός αυτός, ο οποίος έχει ως σκοπό, όπως προκύπτει από το άρθρο 1, την προστασία της υγείας, αφορά όλες τις ουσίες που συμβάλλουν στην ασφάλεια των τροφίμων. Επομένως, ο εν λόγω κανονισμός καλύπτει, μέσω της ιδιαιτέρως ευρείας έννοιας των «τροφίμων», κάθε ουσία που προορίζεται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσει για τον σκοπό αυτόν, συμπεριλαμβανομένων των αλκοολούχων ποτών και του νερού. Συνεπώς, η έννοια αυτή έχει περιεχόμενο που υπερβαίνει εκείνο της έννοιας των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» ή της έννοιας των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ.

32      Επιπλέον, ούτε η έννοια των «τροφίμων» ούτε η έννοια των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», κατά το σημείο 1 του παραρτήματος αυτού, δύνανται να καλύπτουν φάρμακα, δεδομένου ότι το παράρτημα III της οδηγίας ΦΠΑ μνημονεύει χωριστά, στο σημείο 3, τα «φαρμακευτικά προϊόντα».

33      Όσον αφορά, τρίτον, τον σκοπό που επιδιώκεται με το παράρτημα III της οδηγίας ΦΠΑ, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, καταρτίζοντας το παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας αυτής, πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν η δυνατότητα υπαγωγής στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ των βασικών αγαθών, καθώς και των αγαθών και των υπηρεσιών που συνδέονται με κοινωνικούς ή πολιτιστικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν ενέχουν ή ενέχουν σε μικρό βαθμό κίνδυνο στρεβλώσεως του ανταγωνισμού (απόφαση της 4ης Ιουνίου 2015, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C-161/14, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2015:355, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

34      Το Δικαστήριο προσέθεσε ότι σκοπός του παραρτήματος αυτού είναι να καταστήσει λιγότερο ακριβά και επομένως ευκολότερα προσβάσιμα στον τελικό καταναλωτή, ο οποίος βαρύνεται σε τελική ανάλυση με τον ΦΠΑ, ορισμένα αγαθά που θεωρούνται ιδιαιτέρως αναγκαία (πρβλ. απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Oxycure Belgium, C-573/15, EU:C:2017:189, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

35      Υπό τις συνθήκες αυτές, κάθε προϊόν το οποίο προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και το οποίο παρέχει στον ανθρώπινο οργανισμό θρεπτικές ουσίες αναγκαίες για τη διατήρησή του στη ζωή, τη λειτουργία και την ανάπτυξή του εμπίπτει στην κατηγορία του παραρτήματος III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ, έστω και αν η κατανάλωση του προϊόντος αυτού αποσκοπεί στην παραγωγή και άλλων αποτελεσμάτων.

36      Αντιθέτως, ένα προϊόν το οποίο δεν περιέχει θρεπτικές ουσίες ή περιέχει θρεπτικές ουσίες σε εντελώς αμελητέα ποσότητα, και του οποίου η κατανάλωση χρησιμεύει μόνο για την παραγωγή άλλων αποτελεσμάτων πλην των αναγκαίων για τη διατήρηση του ανθρώπινου οργανισμού στη ζωή, τη λειτουργία ή την ανάπτυξή του, δεν μπορεί να εμπίπτει στην κατηγορία αυτή.

37      Μολονότι από τα πληροφοριακά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι τούτο ισχύει όσον αφορά τα επίμαχα στη διαφορά της κύριας δίκης αφροδισιακά προϊόντα, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να προβεί στη σχετική εξακρίβωση.

38      Κατά τα λοιπά, η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από τον σκοπό που επιδιώκεται με το παράρτημα III της οδηγίας ΦΠΑ, δηλαδή να υπαχθούν σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ τα βασικά αγαθά προκειμένου να καταστούν πιο προσιτά στον τελικό καταναλωτή.

39      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα είναι ότι οι έννοιες των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» και των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της οδηγίας ΦΠΑ, πρέπει να ερμηνευθούν ως αφορώσες όλα τα προϊόντα τα οποία περιέχουν θρεπτικά συστατικά που αποτελούν τα δομικά στοιχεία, τα ενεργειακά συστατικά και τις ρυθμιστικές ουσίες του ανθρώπινου οργανισμού που είναι αναγκαία για τη διατήρηση του οργανισμού αυτού στη ζωή, τη λειτουργία και την ανάπτυξή του και τα οποία καταναλώνονται για την πρόσληψη των θρεπτικών αυτών συστατικών.

 Επί των δικαστικών εξόδων

40      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφαίνεται:

Οι έννοιες των «τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους» και των «προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη συμπλήρωση ή υποκατάσταση τροφίμων», οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, σημείο 1, της 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, πρέπει να ερμηνευθούν ως αφορώσες όλα τα προϊόντα τα οποία περιέχουν θρεπτικά συστατικά που αποτελούν τα δομικά στοιχεία, τα ενεργειακά συστατικά και τις ρυθμιστικές ουσίες του ανθρώπινου οργανισμού που είναι αναγκαία για τη διατήρηση του οργανισμού αυτού στη ζωή, τη λειτουργία και την ανάπτυξή του και τα οποία καταναλώνονται για την πρόσληψη των θρεπτικών αυτών συστατικών.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.