Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

22.11.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 471/26


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Törvényszék (Ουγγαρία) στις 17 Αυγούστου 2021 — Aquila Part Prod Com S.A. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-512/21)

(2021/C 471/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Törvényszék

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Aquila Part Prod Com S.A.

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης και, ιδίως, με το άρθρο 9, παράγραφος 1, και το άρθρο 10 της οδηγίας ΦΠΑ (1), καθώς και με την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, πρακτική βάσει της οποίας η φορολογική αρχή, αυτομάτως και χωρίς να διενεργήσει οποιονδήποτε έλεγχο, από το γεγονός και μόνον ότι φυσικό πρόσωπο που έχει συνάψει έννομη σχέση με νομικό πρόσωπο που ενεργεί ως αντιπρόσωπος, ανεξάρτητος από τον υποκείμενο στον φόρο εντολέα και έχοντας ιδία νομική προσωπικότητα, έχει γνώση του γεγονότος ότι πράξεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο απάτης, χωρίς το εν λόγω φυσικό πρόσωπο να έχει οποιαδήποτε έννομη σχέση με τον υποκείμενο στον φόρο– συνάγει ότι ο υποκείμενος στον φόρο έχει γνώση του γεγονότος ότι πράξεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο απάτης, παραβλέποντας τις διατάξεις της σύμβασης που συνήφθη μεταξύ του εντολέα και του αντιπροσώπου καθώς και τις διατάξεις του αλλοδαπού δικαίου που ρυθμίζει την έννομη σχέση της αντιπροσωπείας;

2)

Έχουν το άρθρο 167, το άρθρο 168, στοιχείο α', και το άρθρο 178, στοιχείο α', της οδηγίας ΦΠΑ την έννοια ότι, όταν η φορολογική αρχή διαπιστώνει την ύπαρξη αλυσίδας κυκλικής τιμολόγησης, το συγκεκριμένο γεγονός συνιστά αφ’ εαυτού αντικειμενική περίσταση που αποδεικνύει τη φορολογική απάτη ή μήπως, στην περίπτωση αυτή, η φορολογική αρχή οφείλει επίσης να προσδιορίσει το μέλος ή τα μέλη της αλυσίδας που διέπραξαν φορολογική απάτη και τον τρόπο με τον οποίο ενήργησαν;

3)

Έχουν τα προμνησθέντα άρθρα της οδηγίας ΦΠΑ, υπό το πρίσμα των απαιτήσεων της αναλογικότητας και του εύλογου χαρακτήρα, την έννοια ότι ακόμη και όταν η φορολογική αρχή θεωρεί, βασιζόμενη στις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, ότι ο υποκείμενος στον φόρο όφειλε να επιδείξει αυξημένη επιμέλεια, δεν είναι δυνατόν να απαιτηθεί από αυτόν να ελέγξει περιστάσεις τις οποίες η φορολογική αρχή κατόρθωσε να ανακαλύψει μόνον κατόπιν έρευνας διάρκειας περίπου πέντε ετών, στο πλαίσιο της οποίας χρειάστηκε να διενεργηθούν πλείονες παρεπόμενοι έλεγχοι με τη χρήση μέσων δημοσίου δικαίου, και, επομένως, η προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου των υποκειμένων στον φόρο δεν αποτέλεσε εμπόδιο για τον έλεγχο; Εάν απαιτείται η επίδειξη αυξημένης επιμέλειας, αρκεί για να θεωρηθεί αποδεδειγμένη η δέουσα επιμέλεια το γεγονός ότι ο υποκείμενος στον φόρο επεκτείνει τον έλεγχό του και σε περιστάσεις που βαίνουν πέραν εκείνων που μνημονεύονται στην απόφαση Mahagében όσον αφορά τους ενδεχόμενους επιχειρηματικούς εταίρους, με αποτέλεσμα να διαθέτει εσωτερικούς κανόνες εφοδιασμού για τον έλεγχο των εν λόγω εταίρων, να μην δέχεται πληρωμές σε είδος, να περιλαμβάνει στις συμβάσεις που συνάπτει ρήτρες σχετικά με τους ενδεχόμενους κινδύνους και να εξετάζει και άλλες περιστάσεις κατά τη συναλλαγή;

4)

Έχουν τα προμνησθέντα άρθρα της οδηγίας ΦΠΑ την έννοια ότι, εάν η φορολογική αρχή εκτιμά ότι ο υποκείμενος στον φόρο μετέσχε ενεργά στη φορολογική απάτη, αρκεί οι αποδείξεις που αυτή ανακάλυψε συναφώς να καθιστούν πρόδηλο ότι, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, ο υποκείμενος στον φόρο θα μπορούσε να γνωρίζει ότι μετείχε στη φορολογική απάτη, ακόμη και αν οι εν λόγω αποδείξεις δεν αποδεικνύουν ότι γνώριζε ότι μετείχε σε φορολογική απάτη με την ενεργή συμμετοχή του σε αυτήν; Εάν αποδεικνύεται η ενεργή συμμετοχή σε φορολογική απάτη, ήτοι η γνώση της εν λόγω συμμετοχής, οφείλει η φορολογική αρχή να αποδείξει τις δόλιες ενέργειες του υποκειμένου στον φόρο, οι οποίες συνίστανται στη συντονισμένη συμπεριφορά του με μέλη που προηγούνται αυτού στην αλυσίδα, ή αρκεί να στηριχθεί σε αντικειμενικά στοιχεία που αποδεικνύουν την αμοιβαία γνώση των μελών της αλυσίδας;

5)

Συνάδει με τα προμνησθέντα άρθρα της οδηγίας ΦΠΑ και με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη που αναγνωρίζεται ως γενική αρχή στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, πρακτική βάσει της οποίας η φορολογική αρχή βασίζει την απόφασή της σε τεκμαιρόμενη παράβαση διατάξεων στον τομέα της ασφάλειας της αλυσίδας τροφίμων που δεν ασκούν επιρροή στην εκπλήρωση από τον υποκείμενο στον φόρο των φορολογικών υποχρεώσεών του ή στην κυκλοφορία των τιμολογίων του, την οποία η φορολογική νομοθεσία ουδόλως προβλέπει σε σχέση με τον υποκείμενο στον φόρο και η οποία ουδεμία ασκεί επιρροή στο υποστατό των πράξεων που έλεγξε η φορολογική αρχή και στη γνώση του υποκειμένου στον φόρο, που εξετάστηκε κατά τη φορολογική διαδικασία, περί συμμετοχής του στη φορολογική απάτη;

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο προηγούμενο προδικαστικό ερώτημα:

6)

Συνάδει με τα προμνησθέντα άρθρα της οδηγίας ΦΠΑ και με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη που αναγνωρίζεται ως γενική αρχή στο άρθρο 47 του Χάρτη, καθώς και με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, πρακτική βάσει της οποίας η φορολογική αρχή διατυπώνει στην απόφασή της εκτιμήσεις σχετικά με τον υποκείμενο στον φόρο, χωρίς παρέμβαση του επίσημου, αρμόδιου καθ’ ύλην και κατά τόπο, οργανισμού σε θέματα ασφάλειας της αλυσίδας τροφίμων, οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του εν λόγω επίσημου οργανισμού, με αποτέλεσμα να προκύπτουν, βάσει των διαπιστωθεισών παραβάσεων σε θέματα ασφάλειας της αλυσίδας τροφίμων –ζήτημα το οποίο δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της–, φορολογικές συνέπειες για τον υποκείμενο στον φόρο, χωρίς να έχει παρασχεθεί σε αυτόν η δυνατότητα να αντικρούσει τη διαπίστωση της παράβασης των κανόνων σε θέματα ασφάλειας της αλυσίδας τροφίμων στο πλαίσιο διαδικασίας ανεξάρτητης της φορολογικής διαδικασίας, η οποία τηρεί τις θεμελιώδεις εγγυήσεις και σέβεται τα δικαιώματα των μερών;


(1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. l).