Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

References to this case

Share

Highlight in text

Go

Σημαντική ανακοίνωση νομικού περιεχομένου

|

61999C0451

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs της 25ης Σεπτεμβρίου 2001. - Cura Anlagen GmbH κατά Auto Service Leasing GmbH (ASL). - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποϕάσεως: Handelsgericht Wien - Αυστρία. - Χρηματοδοτική μίσθωση (leasing) αυτοκινήτων - Απαγόρευση χρησιμοποιήσεως αυτοκινήτου οχήματος ταξινομημένου σε άλλο κράτος μέλος πέραν ορισμένου χρονικού διαστήματος - Υποχρεώσεις ταξινομήσεως και πληρωμής ϕόρου καταναλώσεως στο κράτος μέλος όπου χρησιμοποιείται - Υποχρέωση ασϕαλίσεως σε ασϕαλιστική εταιρία με άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος όπου χρησιμοποιείται το όχημα - Υποχρέωση τεχνικού ελέγχου - Περιορισμοί στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Δικαιολογητικοί λόγοι. - Υπόθεση C-451/99.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2002 σελίδα I-03193


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


1. Η παρούσα αίτηση του Handelsgericht Wien (Αυστρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά τη συμβατότητα ορισμένων εθνικών κανόνων σχετικών με την ταξινόμηση αυτοκινήτων οχημάτων προς τις σχετικές με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων διατάξεις της Συνθήκης.

2. Σύμφωνα με το αυστριακό δίκαιο, κάθε κάτοικος Αυστρίας που εισάγει στη χώρα αυτοκίνητο όχημα με αλλοδαπές πινακίδες κυκλοφορίας, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει εντός αυτής, πρέπει να παραδώσει τις πινακίδες εντός τριών ημέρων και δεν μπορεί, κατόπιν αυτού, να το χρησιμοποιήσει αν δεν το ταξινομήσει στην Αυστρία. Ο αιτών την ταξινόμηση πρέπει να είναι κάτοικος Αυστρίας ή να έχει τουλάχιστον μία κύρια εγκατάσταση στη χώρα αυτή, το όχημα πρέπει να ασφαλιστεί σε ασφαλιστική εταιρία έχουσα άδεια λειτουργίας στην Αυστρία και να υποβληθεί σε ορισμένους τεχνικούς ελέγχους, πρέπει δε να καταβληθεί φόρος επί της καταναλώσεως καυσίμου που μπορεί να ανέλθει μέχρι το 16 % της αξίας του οχήματος.

3. Εξετάζεται η νομιμότητα των διατάξεων αυτών στην περίπτωση που μια γερμανική εταιρία συνάπτει με αυστριακή εταιρία τριετή σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως για όχημα ταξινομημένο στη Γερμανία, όπου υπεβλήθη επιτυχώς σε τεχνικό έλεγχο και όπου καταβλήθηκαν τέλη κυκλοφορίας. Σύμφωνα με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως, η γερμανική εταιρία διατηρεί την κυριότητα του οχήματος και η αυστριακή εταιρία δεν μπορεί να το ταξινομήσει εκ νέου στο όνομά της. Το ερώτημα που τέθηκε στο εθνικό δικαστήριο είναι αν η σύμβαση δεν μπορεί να εκτελεστεί λόγω μη συμφωνίας της προς τις απαιτήσεις της αυστριακής νομοθεσίας ή αν οι διατάξεις της νομοθεσίας αυτής δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής λόγω μη συμβατότητάς τους προς το κοινοτικό δίκαιο.

Η σχετική αυστριακή νομοθεσία

4. Οι βασικοί αυστριακοί νόμοι για τους οποίους γίνεται λόγος στην παρούσα υπόθεση είναι ο Kraftfahrgesetz (νόμος περί αυτοκινήτων οχημάτων, στο εξής: KFG) και ο Normverbrauchsabgabegesetz (νόμος περί φόρου επί της συνήθους καταναλώσεως καυσίμου, στο εξής: NoVAG).

5. Σύμφωνα με το άρθρο 79 του KFG, οχήματα που έχουν ταξινομηθεί σε άλλη χώρα και δεν σταθμεύουν μόνιμα στην Αυστρία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην Αυστρία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους.

6. Εντούτοις, κατά το άρθρο 82, παράγραφος 8, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, όχημα που έχει ταξινομηθεί σε άλλο κράτος θεωρείται ως μόνιμα ευρισκόμενο στην Αυστρία, αν εισήχθη στη χώρα από πρόσωπο με κατοικία ή κύρια εγκατάσταση στην Αυστρία και το οποίο χρησιμοποιεί το όχημα στη χώρα αυτή. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Αυστρία μόνο για τρεις ημέρες αφότου εισαχθεί στη χώρα. Μετά την πάροδο του διαστήματος αυτού, τα έγγραφα ταξινομήσεως και οι πινακίδες πρέπει να παραδοθούν στις αστυνομικές αρχές, η δε περαιτέρω χρησιμοποίηση του οχήματος εξαρτάται από το αν ταξινομήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του KFG.

7. Το άρθρο 37, παράγραφος 2, θέτει ορισμένες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να ταξινομηθεί ένα όχημα. Συγκεκριμένα:

- το νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου πρέπει να ταξινομηθεί το όχημα πρέπει να είναι ο νόμιμος κάτοχός του και να έχει την έδρα του ή τουλάχιστον μία κύρια εγκατάσταση στην Αυστρία (άρθρο 37, παράγραφος 2, του KFG),

- το όχημα πρέπει να βρίσκεται στη νόμιμη κατοχή του αιτούντος την ταξινόμηση, ο οποίος πρέπει να έχει την κατοικία ή την έδρα του (ή, στην περίπτωση επιχειρήσεως που εδρεύει στο εξωτερικό, μία κύρια εγκατάσταση) στην Αυστρία,

- για το όχημα πρέπει να έχει συναφθεί, σύμφωνα με τα άρθρα 59, παράγραφος 1, και 61, παράγραφος 1, ασφαλιστική σύμβαση καλύπτουσα υποχρεωτικώς την αστική ευθύνη με ασφαλιστική εταιρία έχουσα άδεια λειτουργίας στην Αυστρία,

- πρέπει να έχει εκδοθεί πιστοποιητικό ελέγχου του οχήματος (στην Αυστρία) σύμφωνα με το άρθρο 57a του KFG που να αποδεικνύει ότι το όχημα πληροί τις σχετικές με την ασφάλεια και τη ρύπανση απαιτήσεις,

- στην περίπτωση που ταξινομείται το πρώτον όχημα που αποκτήθηκε σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, πρέπει να προσκομιστεί αποδεικτικό πληρωμής όλων των ισχυόντων φόρων, περιλαμβανομένου του φόρου επί της συνήθους καταναλώσεως καυσίμου (στο εξής: φόρος καταναλώσεως).

8. Ο NoVAG προβλέπει την πληρωμή φόρου καταναλώσεως για κάθε όχημα που παραδίδεται εξ επαχθούς αιτίας, αποτελεί αντικείμενο χρηματοδοτικής μισθώσεως βάσει εμπορικής συμβάσεως ή ταξινομείται το πρώτον στην Αυστρία (άρθρα 1 και 2, με τις εξαιρέσεις του άρθρου 3).

9. Σύμφωνα με το άρθρο 5, το ποσό του φόρου υπολογίζεται κυρίως βάσει του τιμήματος που καταβάλλεται για το όχημα, αν αυτό παραδίδεται καινούριο, ή βάσει της κανονικής του αξίας χωρίς τον ΦΑ, στις υπόλοιπες περιπτώσεις. Ο συντελεστής που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 είναι κατά κανόνα:

- για μοτοποδήλατα με κυβισμό άνω των 125 cm3, 0,02 % της φορολογητέας αξίας για κάθε κυβικό εκατοστό άνω των 100·

- για οχήματα εκτός των μοτοποδηλάτων, 2 % της φορολογητέας αξίας για κάθε λίτρο καταναλώσεως καυσίμου ανά 100 χλμ. πέραν των 3 λίτρων ανά 100 χλμ. για τα βενζινοκίνητα ή των 2 λίτρων ανά 100 χλμ. για τα πετρελαιοκίνητα.

Το ποσό στρογγυλοποιείται στο πλησιέστερο ποσοστό και δεν μπορεί να υπερβεί το 16 % της βάσης επί της οποίας υπολογίζεται.

Οι σχετικές διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ

10. Οι διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ για τις οποίες κάνει λόγο η διάταξη περί παραπομπής είναι τα άρθρα 28 ΕΚ και 49 ΕΚ επ.

11. Το άρθρο 28 ΕΚ, το οποίο ανήκει στον τίτλο που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στο εσωτερικό της Κοινότητας, απαγορεύει τους ποσοτικούς περιορισμούς στις εισαγωγές και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος μεταξύ κρατών μελών. Τα άρθρα 49 ΕΚ επ. ανήκουν στο σχετικό με τις υπηρεσίες κεφάλαιο του τίτλου που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων.

12. Συγκεκριμένα, το άρθρο 49 ΕΚ έχει ως εξής:

«Οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος της Κοινότητας άλλο από εκείνου του αποδέκτου της παροχής».

13. Κατά το άρθρο 50 ΕΚ, ως «υπηρεσίες» νοούνται οι παροχές που κατά κανόνα προσφέρονται έναντι αμοιβής, εφόσον δεν διέπονται από τις διατάξεις τις σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των κεφαλαίων και των προσώπων.

Η διαδικασία της κύριας δίκης και η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως

14. Η ASL Auto Service Leasing GmbH (στο εξής: ASL) είναι εταιρία leasing αυτοκινήτων με έδρα το Pullach, προάστιο του Μονάχου, στη Γερμανία. Διαθέτει, κατά τα φαινόμενα, στόλο 50 000 περίπου οχημάτων τα οποία εκμισθώνει με leasing σε πελάτες. Η Cura Anlagen Gesellschaft mbH (στο εξής: Cura Anlagen) είναι εταιρία με έδρα το Salzburg στην Αυστρία.

15. Τον Φεβρουάριο του 1999, οι δύο εταιρίες συνήψαν σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως, βάσει της οποίας η ASL εκμίσθωσε αυτοκίνητο στην Cura Anlagen, για διάρκεια 36 μηνών, με αντίτιμο ένα σταθερό μηνιαίο ποσό (το οποίο περιελάμβανε το κόστος της υποχρεωτικής ασφαλίσεως που προέβλεπε η σύμβαση) προσαυξανόμενο κατά ένα πρόσθετο ποσό για κάθε 1 000 χλμ. που θα διένυε το όχημα πέραν ορισμένης αποστάσεως. Η σύμβαση περιείχε ειδικές προϋποθέσεις για την Αυστρία και προέβλεπε, συγκεκριμένα, ότι το όχημα έπρεπε να ταξινομηθεί στο όνομα της ASL, ότι η Cura Anlagen δεν είχε δικαίωμα να το ταξινομήσει στο όνομά της στη Γερμανία ή αλλού και ότι έπρεπε να χρησιμοποιηθεί κυρίως στην Αυστρία.

16. Τον Μάιο του 1999, η Cura Anlagen άσκησε αγωγή κατά της ASL ενώπιον του Handelsgericht, ζητώντας είτε να υποχρεωθεί η ASL να ταξινομήσει το όχημα στην Αυστρία στο όνομά της είτε να συναινέσει στην ταξινόμησή του στο όνομα της Cura Anlagen και, εν πάση περιπτώσει, να καταβάλει στο εξής τον φόρο περιβάλλοντος ύψους 2 460 ευρώ, επικουρικώς δε ζήτησε τη λύση της συμβάσεως λόγω του ότι το όχημα δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί νομίμως στην Αυστρία.

17. εραιτέρω στοιχεία μπορούν να αντληθούν από το δικόγραφο της αγωγής που άσκησε η Cura Anlagen ενώπιον του Handelsgericht. Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, οι διάδικοι συνήψαν τη σύμβαση υποθέτωντας ότι η Cura Anlagen μπορούσε νομίμως να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητο στην Αυστρία για όλη την τριετή περίοδο, μολονότι είχε ταξινομηθεί στη Γερμανία στο όνομα της ASL. Ωστόσο, σύντομα αφότου εισήλθε με το αυτοκίνητο στην Αυστρία, η Cura Anlagen πληροφορήθηκε ότι δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητο στο κράτος αυτό με τις γερμανικές πινακίδες, αλλά έπρεπε να το ταξινομήσει στην Αυστρία και να πληρώσει τον σχετικό φόρο καταναλώσεως. Η Cura Anlagen ισχυρίζεται ότι, αν οι διάδικοι γνώριζαν τις σχετικές διατάξεις και τις είχαν λάβει υπόψη τους, θα είχαν φροντίσει να ταξινομήσουν το αυτοκίνητο στην Αυστρία είτε στο όνομα της Cura Anlagen είτε - μολονότι για τον σκοπό αυτό η ASL θα έπρεπε να αποκτήσει εγκατάσταση στην Αυστρία - στο όνομα της ASL. Επειδή, όμως, αυτό δεν συνέβη, η σύμβαση είτε έπρεπε να τροποποιηθεί ώστε να είναι δυνατή η εκτέλεσή της είτε να ακυρωθεί λόγω εξ αρχής ελλείψεως οικονομικής βάσεως. Η Cura Anlagen συμφωνεί με την ASL ότι η αυστριακή νομοθεσία περιορίζει την ελευθερία διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας, αλλά θεωρεί ότι οι περιορισμοί δικαιολογούνται από λόγους δημοσίου συμφέροντος.

18. Ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, η ASL ισχυρίστηκε κυρίως ότι η Cura Anlagen έχει πλήρως το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο στην Αυστρία σύμφωνα με τους όρους της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως ως αυτή ισχύει, καθότι δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι αυστριακές διατάξεις που την εμποδίζουν να το πράξει. Ως περιορισμοί στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών αντίκεινται στα άρθρα 49 ΕΚ επ. Δεν δικαιολογούνται από λόγους δημοσίου συμφέροντος και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής. Η ASL ζήτησε από το Handelsgericht να επιβεβαιώσει τα επιχειρήματά της, ζητώντας την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως από το Δικαστήριο.

19. Στις 10 Νοεμβρίου 1999, το Handelsgericht ανέστειλε τη διαδικασία και ζήτησε από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του ακόλουθου προδικαστικού ερωτήματος:

«Έχουν τα άρθρα 49 ΕΚ επ. της Συνθήκης ΕΚ (ή άρθρο 28 ΕΚ) την έννοια ότι απαγορεύουν την εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους μέλους Α, η οποία απαγορεύει σε επιχείρηση εδρεύουσα στο κράτος μέλος Α να χρησιμοποιεί στο κράτος αυτό αυτοκίνητο όχημα που έχει μισθώσει στο πλαίσιο χρηματοδοτικής μισθώσεως από επιχείρηση leasing εδρεύουσα στο κράτος μέλος Β και το οποίο έχει ταξινομηθεί στο κράτος μέλος Β από την εδρεύουσα εκεί επιχείρηση leasing, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τρεις ημέρες ή από ένα έτος, εφόσον δεν έχει προβεί σε δεύτερη ταξινόμηση του οχήματος αυτού στο κράτος μέλος Α;»

20. Η ASL, η Αυστριακή, η Βελγική, η Δανική και η Φινλανδική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις στο Δικαστήριο. Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση παρέστησαν μόνον η ASL, η Βελγική Κυβέρνηση και η Επιτροπή.

αραδεκτό

21. Η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως δεν είναι παραδεκτή, διότι το υποβληθέν ερώτημα - ιδιαίτερα όσον αφορά το άρθρο 28 ΕΚ - δεν ασκεί επιρροή για την επίλυση της ενώπιον του Handelsgericht διαφοράς και, επιπλέον, η εθνική διαδικασία έχει παρόμοιο υποθετικό χαρακτήρα, όπως και στην υπόθεση Foglia .

22. Όσον αφορά το πρώτο επιχείρημα, η εξέταση του αν το άρθρο 28 ΕΚ ασκεί επιρροή εντάσσεται καλύτερα στην εξέταση της φύσεως των προβαλλόμενων περιορισμών. Αρκεί να επισημανθεί ότι το προδικαστικό ερώτημα δεν αφορά αποκλειστικά το άρθρο αυτό. άντως, η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστηρίζει, επίσης, ότι η διαφορά της κύριας δίκης αφορά την ερμηνεία και την εκτέλεση συμβάσεως ιδιωτικού δικαίου και όχι την εφαρμογή διατάξεως του KFG. Ως εκ τούτου, κατά την άποψή της ουδεμία σχέση υπάρχει μεταξύ του υποβληθέντος ερωτήματος και της ιδιαιτερότητας της διαδικασίας της κύριας δίκης.

23. Το επιχείρημα αυτό δεν φαίνεται πειστικό. Αληθεύει ότι από το Handelsgericht δεν ζητείται καθ' αυτό να εφαρμόσει ή να μην εφαρμόσει τις επίδικες διατάξεις του KFG ή του NoVAG. Αδιαμφισβήτητα, πάντως, είναι σημαντικό για το δικαστήριο που καλείται να διατάξει την εκτέλεση ή την ακύρωση συμβάσεως να γνωρίζει αν οι εθνικές διατάξεις που φαίνεται να εμποδίζουν την εκτέλεση αυτή είναι ή δεν είναι έγκυρες.

24. Ως προς το δεύτερο επιχείρημα, η Αυστριακή Κυβέρνηση δεν προβάλλει κανένα ειδικό στοιχείο για να στηρίξει τον ισχυρισμό της ότι η διαφορά είναι κατασκευασμένη.

25. Μολονότι από ορισμένα στοιχεία της δικογραφίας μπορεί ενδεχομένως να συναχθεί ότι η κατάσταση που οδήγησε στη διαδικασία της κύριας δίκης κατασκευάστηκε προκειμένου να αποφανθεί το Δικαστήριο επί ζητήματος του κοινοτικού δικαίου γενικού ενδιαφέροντος, δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθεί η ύπαρξη αληθούς συμβάσεως, η οποία πρέπει είτε να εκτελεστεί είτε να ακυρωθεί, με ανάλογες συνέπειες για τους διαδίκους. Η απόφαση που καλείται να λάβει το εθνικό δικαστήριο εξαρτάται, τουλάχιστον μερικώς, από πραγματικό ζήτημα του κοινοτικού δικαίου. Συνεπώς, η υπόθεση μπορεί να συγκριθεί, για παράδειγμα, με την υπόθεση Leclerc-Siplec , στην οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν αρμόδιο να απαντήσει στο υποβληθέν ερώτημα, στον βαθμό που αυτό ήταν σχετικό με το αντικείμενο της εθνικής διαδικασίας, μολονότι και ο ενάγων και ο εναγόμενος ήταν πλήρως σύμφωνοι ως προς την επιθυμητή λύση.

26. Επιπλέον, σε αντίθεση προς την κατάσταση στην υπόθεση Foglia, το ζήτημα ανέκυψε ενώπιον δικαστηρίου του οικείου κράτους μέλους. Ναι μεν η Αυστριακή Κυβέρνηση δεν ήταν διάδικος στην εθνική διαδικασία, αλλά το μειονέκτημα αυτό μπορεί να αντισταθμιστεί από το δικαίωμά της να υποβάλει παρατηρήσεις στο Δικαστήριο. Το γεγονός ότι δεν μετέσχε στην επ' ακροατηρίου συζήτηση υποδεικνύει, ενδεχομένως, ότι της δόθηκε επαρκώς η δυνατότητα να υποστηρίξει την άποψή της.

27. Θεωρώ, επομένως, ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο μπορεί το Δικαστήριο να κρίνει ότι δεν είναι εν προκειμένω αρμόδιο.

Φύση των προβαλλόμενων περιορισμών

28. Το εθνικό δικαστήριο επιθυμεί να μάθει αν οι επίδικες αυστριακές διατάξεις αντίκεινται στις σχετικές με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (άρθρα 49 ΕΚ επ.) ή τις σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων (άρθρα 28 ΕΚ επ.) διατάξεις της Συνθήκης.

29. Η πλειονότητα των διαδίκων που υπέβαλαν παρατηρήσεις εκτιμούν ότι τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως άπτονται της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και όχι της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και συμμερίζομαι την άποψη αυτή.

30. Η χρηματοδοτική μίσθωση ή η μίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων είναι δυνατόν να εμπίπτουν σαφώς στον ορισμό του άρθρου 50 ΕΚ, καθόσον συνιστούν εμπορική δραστηριότητα που ασκείται, κατά κανόνα, έναντι αμοιβής. Μολονότι η δραστηριότητα αυτή αδιαμφισβήτητα αφορά εμπορεύματα - τα οικεία οχήματα -, τα εμπορεύματα αυτά δεν τα παρέχει ο ίδιος ο εκμισθωτής στον μισθωτή· η παροχή συνίσταται μάλλον στη χρήση των εμπορευμάτων, τα οποία παραμένουν στην κυριότητα του εκμισθωτή, και, λόγικα, η παροχή της χρήσεως εμπορευμάτων συνσιστά υπηρεσία. Επιπλέον, κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η ASL επισήμανε ότι ένα «πλήρες πακέτο» leasing μπορεί να περιλαμβάνει και άλλες παροχές πέραν του αυτοκινήτου· στην υπό κρίση υπόθεση περιελάμβανε ασφάλιση.

31. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση Aro Lease , ότι η εκμίσθωση αυτοκινήτων leasing συνιστά παροχή υπηρεσιών κατά την έννοια της έκτης οδηγίας ΦΑ και ότι οι υπηρεσίες αυτές συνίστανται κυρίως «στη διαπραγμάτευση, την κατάρτιση, την υπογραφή και την εκτέλεση συμβάσεων, καθώς και στη διάθεση των συμφωνημένων αυτοκινήτων στους πελάτες, τα οποία παραμένουν στην κυριότητα της εταιρίας leasing».

32. εραιτέρω, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η έννοια της παροχής ή της παροχής «υπηρεσιών» πρέπει να ερμηνεύεται ενιαία στο κοινοτικό δίκαιο. Και πάλι συμμερίζομαι την άποψη αυτή· δεν υπάρχει κανένας λόγος που να δικαιολογεί διαφορετικές ερμηνείες, οι οποίες θα είχαν ως μοναδική συνέπεια να προκαλέσουν σύγχυση ως προς τον από νομικής απόψεως χαρακτηρισμό πιθανών δραστηριοτήτων που προσεγγίζουν τον ορισμό αυτό. Επιπλέον, όπως επισημαίνει η Αυστριακή Κυβέρνηση, το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση Eurowings Luftverkehrs , ότι η χρηματοδοτική μίσθωση αποτελεί υπηρεσία υπό την έννοια του άρθρου 50 ΕΚ.

33. Εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα του χαρακτηρισμού ως εμπορευμάτων ή υπηρεσιών δεν έχει μεγάλη σημασία, διότι τα κύρια προς εξέταση ζητήματα είναι αν υπάρχουν πράγματι περιορισμοί του εμπορίου (είτε αφορούν εμπορεύματα είτε υπηρεσίες) και αν τέτοιου είδους περιορισμοί μπορούν να δικαιολογηθούν. Η ύπαρξη περιορισμών δεν εξαρτάται από τη φύση των εμπορικών πράξεων και οι δικαιολογητικοί λόγοι που μπορούν να γίνουν δεκτοί είναι σε μεγάλο βαθμό όμοιοι.

Οι προβαλλόμενοι περιορισμοί

34. Μολονότι το ερώτημα που υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο, όπως αυτό διατυπώθηκε, αφορά αποκλειστικά τη νομιμότητα της υποχρεώσεως ταξινομήσεως και τις σχετικές προθεσμίες, για την εξέταση της νομιμότητας αυτής πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι λοιπές σχετικές με την ταξινόμηση προϋποθέσεις.

35. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στο αν μπορούν να δικαιολογηθούν οι επίδικες αυστριακές διατάξεις. Θα ήταν, ωστόσο, χρήσιμο να εξακριβωθεί, σε κάθε περίπτωση, αν οι διατάξεις αυτές περιορίζουν πράγματι τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών leasing αυτοκινήτων.

36. Όσον αφορά την πιθανή δικαιολόγηση κάποιων περιορισμών, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 55 ΕΚ και 46, παράγραφος 1, ΕΚ επιτρέπουν τους περιορισμούς στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μόνον εφόσον εισάγονται με «νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που προβλέπουν ειδικό καθεστώς για τους αλλοδαπούς υπηκόους και δικαιολογούνται από λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας και υγείας». Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία, δεν απαγορεύονται οι περιορισμοί που εφαρμόζονται ανεξαρτήτως ιθαγένειας και κράτους μέλους εγκαταστάσεως, αν δικαιολογούνται αντικειμενικά από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να είναι σύμφωνοι προς την αρχή της αναλογικότητας: πρέπει να είναι πρόσφοροι προς εξασφάλιση της επιτεύξεως του σκοπού τον οποίο επιδιώκουν και να μη βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του σκοπού μέτρου .

Η υποχρέωση ταξινομήσεως

- Ύπαρξη περιορισμού

37. Συνιστά η απαίτηση (ανα)ταξινομήσεως στην Αυστρία οχήματος που εισήλθε στη χώρα από πρόσωπο εγκατεστημένο σ' αυτή, το οποίο σκόπευε να το χρησιμοποιήσει στο εσωτερικό της, περιορισμό της ελευθερίας των επιχειρήσεων leasing οχημάτων που είναι εγκατεστημένες εκτός Αυστρίας να παράσχουν τις υπηρεσίες τους στο εν λόγω κράτος μέλος;

38. Η Φινλανδική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η απαίτηση ταξινομήσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εμποδίζουσα το διακοινοτικό εμπόριο, εκτός αν οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται στα εισαγόμενα οχήματα είναι αυστηρότερες.

39. Δεν μπορώ να συμμεριστώ την άποψη αυτή. Η απαίτηση (ανα)ταξινομήσεως ενός οχήματος στην Αυστρία καθιστά δυσχερέστερη την παροχή υπηρεσιών στην Αυστρία απ' ό,τι στη Γερμανία από γερμανική επιχείρηση leasing οχημάτων ή την παροχή υπηρεσιών στην Αυστρία από γερμανική επιχείρηση σε σχέση με παρόμοιες αυστριακές επιχειρήσεις. Το Δικαστήριο έκρινε επανειλημμένα ότι το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει «κάθε περιορισμό, ακόμη και αν αυτός εφαρμόζεται αδιακρίτως τόσο στους ημεδαπούς παρέχοντες υπηρεσίες όσο και σε αυτούς των άλλων κρατών μελών, οσάκις μπορεί να παρεμποδίσει, να παρενοχλήσει ή να καταστήσει λιγότερο ελκυστικές τις δραστηριότητες του παρέχοντος υπηρεσίες όταν αυτός είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, όπου νομίμως παρέχει ανάλογες υπηρεσίες» .

40. Υπό τις συνθήκες αυτές, το ερώτημα αν οι ιδιαίτερες επίδικες προθεσμίες περιορίζουν την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δεν χρειάζεται να εξεταστεί χωριστά. άντως, μπορεί να παρατηρηθεί ότι, υπό κανονικές συνθήκες, η προθεσμία ενός έτους που τάσσει το άρθρο 79 του KFG δεν επηρεάζει τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών. Όταν εφαρμόζεται, όπως εν προκειμένω, σε οχήματα που δεν σταθμεύουν μόνιμα στην Αυστρία, στις περισσότερες περιπτώσεις επηρεάζει μόνον πράξεις leasing στις οποίες ο μισθωτής είναι εγκατεστημένος εκτός της χώρας, αλλά χρησιμοποιεί το όχημα στο εσωτερικό της για παρατεταμένο χρόνικο διάστημα. Θεωρώ ότι, στις περιπτώσεις αυτές, η παρεχόμενη από τον εκμισθωτή στον μισθωτή υπηρεσία δεν εμπεριέχει κανένα διασυνοριακό στοιχείο.

- Δικαιολόγηση

41. Για να εκτιμηθεί αν δικαιολογείται η απαίτηση ταξινομήσεως, πρέπει πάντως να εξεταστεί, αφενός, αν δικαιολογείται κατ' αρχήν η απαίτηση και, αφετέρου, αν δικαιολογείται η τασσόμενη προθεσμία.

42. Όσον αφορά την κατ' αρχήν δικαιολόγηση της απαιτήσεως, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη προβάλλουν επιχειρήματα σχετικά με τη δημόσια τάξη και την οδική ασφάλεια, τα οποία και εγώ θεωρώ σχετικά. Είναι για πολλούς λόγους ουσιώδες να μπορούν τα οχήματα που κυκλοφορούν να αναγνωρίζονται εύκολα από τις πινακίδες τους. Από τα αρχεία που τηρεί το κράτος μέλος ταξινομήσεως μπορούν να εξακριβωθούν λεπτομέρειες όπως η ταυτότητα του κυρίου και/ή του νομίμου κατόχου του οχήματος, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο σε περιπτώσεις οδικών παραβάσεων ή υποψίας εγκλήματος, και να επιβληθεί η τήρηση των νομίμων υποχρεώσεων, όπως η υποχρεωτική ασφάλιση, ο τεχνικός έλεγχος και η πληρωμή των σχετικών φόρων. Τέτοιου είδους μέτρα συμβάλλουν στην καταπολέμηση της απάτης και του εγκλήματος και, κυρίως, στην τήρηση των κανόνων οδικής κυκλοφορίας και την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεώς τους.

43. Η ASL υποστηρίζει ότι αρκεί η ταξινόμηση στο κράτος μέλος καταγωγής. Επισημαίνει ότι κάθε όχημα ταξινομημένο σε κράτος που έχει υπογράψει την «αφορώσα την κυκλοφορία αυτοκινήτων» Σύμβαση του αρισιού του 1926, τη Σύμβαση της Γενεύης για την οδική κυκλοφορία του 1949 ή τη Σύμβαση της Βιέννης για την οδική κυκλοφορία του 1968 μπορεί να χρησιμοποιείται ελεύθερα εντός Αυστρίας (υπό την προϋπόθεση ότι δεν εισήλθε στην Αυστρία από κάτοικο της χώρας προκειμένου να χρησιμοποιηθεί εντός αυτής). Ως εκ τούτου, εκτός από τα αυτοκίνητα με «εξωτικές» πινακίδες κυκλοφορίας, καθημερινά κυκλοφορούν στην Αυστρία δεκάδες εκατοντάδες οχημάτων ταξιμονημένων στην Ουγγαρία, την Τουρκία, τη Γιουγκοσλαβία, την Κροατία, τη Γερμανία και την Ιταλία, τα οποία οδηγούν τουρίστες, μεθοριακοί εργαζόμενοι και ξένοι επιχειρηματίες. Για τα αυτοκίνητα που έχουν ταξινομηθεί στη Γερμανία υφίσταται συμφωνία μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκατίας της Γερμανίας και της Δημοκρατίας της Αυστρίας σχετικά με τη δικαστική συνεργασία για αστυνομικά και διοικητικά ζητήματα, βάσει της οποίας διατίθενται αμέσως τα αναγκαία πληροφοριακά στοιχεία.

44. Το επιχείρημα αυτό είναι αρκετά πειστικό. Με την ανάπτυξη των πηγών της τεχνολογίας των πληροφοριών και την αυξημένη αστυνομική και διοικητική συνεργασία, στο εγγύς μέλλον οι αυστριακές αρχές θα μπορούν εύκολα να λαμβάνουν πληροφοριακά στοιχεία - περιλαμβανομένης, για παράδειγμα, της ταυτότητας του μισθωτή, όπου αυτή χρειάζεται, - σχετικά με όχημα ταξινομημένο στη Φινλανδία ή την ορτογαλία, την Ελλάδα ή την Ιρλανδία, όπως μπορούν επί του παρόντος σχετικά με τα ταξινομημένα στην Αυστρία οχήματα. Ωστόσο, μια τέτοια κατάσταση πραγμάτων δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Ακόμη, όμως, και αν υποτεθεί ότι μια τέτοια κατάσταση υφίσταται μεταξύ Αυστρίας και Γερμανίας, δεν μπορεί να συναχθεί, ως προς το κοινοτικό δίκαιο, ότι υπάρχει διάκριση μεταξύ των επιχειρήσεων leasing οχημάτων που δραστηριοποιούνται στην Αυστρία ανάλογα με το αν είναι εγκατεστημένες στη Γερμανία ή σε άλλο κράτος μέλος.

45. Επιπλέον, όπως επισημαίνουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, το κράτος μέλος ταξινομήσεως δεν συλλέγει απλώς τα σχετικά με το όχημα πληροφοριακά στοιχεία, αλλά είναι υπεύθυνο για τον τεχνικό έλεγχο και για την είσπραξη διαφόρων σχετικών φόρων. Η φορολόγηση των οχημάτων με κινητήρα δεν έχει εναρμονιστεί και διαφέρει αισθητά μεταξύ των κρατών μελών . Όπως τόνισε η Επιτροπή, με την ερμηνευτική της ανακοίνωση σχετικά με τις διαδικασίες έγκρισης και [ταξινομήσεως] οχημάτων που έχουν [ταξινομηθεί] προηγουμένως σε άλλο κράτος μέλος , ένας ιδιώτης δεν έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει ελεύθερα σε ποιο κράτος θα ταξινομήσει το όχημά του, καθότι έτσι θα υπήρχε κίνδυνος να ταξινομηθούν όλα τα οχήματα στο κράτος μέλος με τη χαμηλότερη φορολόγηση. Μολονότι η επισήμανση αυτή αφορούσε τα ιδιόκτητα οχήματα, παρόμοιες εκτιμήσεις ισχύουν και για τις συμφωνίες leasing - όλες οι επιχειρήσεις leasing αυτοκινήτων θα φρόντιζαν να εγκατασταθούν στο κράτος με τη χαμηλότερη φορολόγηση.

46. Με την ίδια ανακοίνωση η Επιτροπή έκρινε ότι ο κάθε ενδιαφερόμενος οφείλει να ταξινομήσει το όχημά του στο κράτος μέλος στο οποίο έχει τη συνήθη κατοικία του υπό την έννοια της οδηγίας 83/182/ΕΟΚ , ήτοι, κατ' ουσίαν, στο κράτος όπου κατοικεί συνήθως λόγω προσωπικών και/ή επαγγελματικών δεσμών. Οι αυστριακές διατάξεις στηρίζονται σε παρόμοια αρχή, μολονότι επικεντρώνονται μάλλον στον χρήστη παρά στον κύριο, καθώς και στο γεγονός της χρησιμοποιήσεως του οχήματος εντός της χώρας.

47. Θεωρώ την προσέγγιση αυτή εντελώς δικαιολογημένη. Όταν ένα όχημα χρησιμοποιείται κυρίως σε ένα κράτος μέλος από εγκατεστημένο σ' αυτό άτομο ή επιχείρηση, εύλογα μπορεί να επιβληθεί η ταξινόμηση στο εν λόγω κράτος μέλος, το οποίο πρέπει να είναι, επίσης, υπεύθυνο για τον τεχνικό έλεγχο και την είσπραξη των φόρων που κρίνονται αναγκαίοι για τη χρηματοδότηση οδικών υποδομών και μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος, τα οποία απαιτούνται λόγω της κυκλοφορίας του οχήματος. Για να διευκρινισθεί το σημείο αυτό, μπορεί κανείς να φανταστεί τις πρακτικές δυσχέρειες και τη στρεβλωμένη κατανομή των φορολογικών εσόδων που θα προέκυπταν αν όλα τα οχήματα που εκμισθώνονται με σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως στη Δανία (όπου τα τέλη κυκλοφορίας είναι τα υψηλότερα στην Ευρώπη) ταξινομούνταν στην Ιταλία (όπου είναι χαμηλότερα). Ως εκ τούτου, η απαίτηση ταξινομήσεως φαίνεται πλήρως δικαιολογημένη για την προώθηση της οδικής ασφάλειας και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

48. άντως, μολονότι παρόμοιοι επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν την επιταγή εκ νέου ταξινομήσεως στην Αυστρία οχήματος που, κατόπιν συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως, εισήλθε στην Αυστρία από αυστριακό κάτοικο που σκόπευε να το χρησιμοποιήσει εντός της χώρας αυτής, θεωρώ ότι η απαίτηση αναταξινομήσεως εντός τριών ημερών βαίνει σαφώς πέραν του αναγκαίου για τον σκοπό αυτό μέτρου και αντιβαίνει, ως εκ τούτου, προς την αρχή της αναλογικότητας.

49. Ακόμη και αν υποτεθεί, πράγμα μάλλον απίθανο, ότι οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να ολοκληρώσουν τις αναγκαίες διατυπώσεις σχεδόν στιγμιαία, δεν φαίνεται λογικό να μη δίδεται στον χρήστη του οχήματος μεγαλύτερο περιθώριο για να υποβάλει τη σχετική αίτηση. Όπως τόνισε η ASL, πολλά αυτοκίνητα με αλλοδαπές πινακίδες κυκλοφορίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην Αυστρία για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα και δεν φαίνεται να υπάρχει κανένας λόγος να απαιτείται η αναταξινόμηση, στην ουσία μόλις διέλθει τα σύνορα, απλώς και μόνο λόγω του ότι ο χρήστης είναι κάτοικος της χώρας. Ωστόσο, μπορεί κάλλιστα να γίνει δεκτή η απαίτηση υποβολής αιτήσεως ταξινομήσεως εντός σχετικά βραχείας περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι ο μισθωτής μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το όχημα βάσει της αρχικής ταξινομήσεως μέχρι την ολοκλήρωση των διατυπώσεων, οπότε εξασφαλίζεται ότι δεν στερείται χωρίς λόγο της χρήσεως του οχήματος. Οι πρόσθετες επιβαρύνσεις που επιβάλλονται όταν τα οχήματα εκμισθώνονται από άλλο κράτος μέλος πρέπει να περιοριστούν στο απολύτως αναγκαίο.

50. Ανακύπτει επίσης το ζήτημα της διάρκειας της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως. Στην υπό κρίση υπόθεση, η σύμβαση είναι τριετής, συνήθης διάρκεια για τέτοιου είδους συμφωνία. Εντούτοις, εκμίσθωση οχημάτων μπορεί να υπάρξει, ενδεχομένως με διαφορετικούς όρους, και για μικρότερα χρονικά διαστήματα. Από τα υποβληθέντα στο Δικαστήριο έγγραφα δεν προκύπτει σαφώς αν η μικρή διάρκεια της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως αρκεί, στο πλαίσιο του άρθρου 82, παράγραφος 8, του KFG, ως απόδειξη του ότι το όχημα δεν στάθμευε μόνιμα στην Αυστρία και, στην περίπτωση που αρκεί, πόσο μικρή πρέπει να είναι η διάρκεια για να χρησιμεύσει ως απόδειξη. Όσο μικρότερη είναι η διάρκεια της συμβάσεως, τόσο περισσότερο αδικαιολόγητα περιοριστική φαίνεται η απαίτηση αναταξινομήσεως οχήματος στην Αυστρία προκειμένου να χρησιμοποιηθεί εντός της χώρας αυτής - με αναγκαία συνέπεια την επανάληψη της αντίστροφης διαδικασίας κατά το πέρας της συμβάσεως.

51. Το Δικαστήριο δεν καλείται να διευκρινίσει ποια προθεσμία μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη για την ταξινόμηση και δεν χρειάζεται να αποφανθεί ειδικά επ' αυτού. Καλείται, ωστόσο, να αποφανθεί σχετικά με το αν οι δύο επίδικες προθεσμίες (τριών ημερών και ενός έτους) είναι συμβατές προς την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Ως προς αυτό, η προθεσμία των τριών ημερών φαίνεται μάλλον αδικαιολόγητη. Αντιθέτως, η προθεσμία του ενός έτους, μολονότι, όπως επισήμανα ανωτέρω, δεν είναι πιθανό στην πράξη να επηρεάσει το διασυνοριακό σύστημα leasing αυτοκινήτων, φαίνεται εύλογη.

52. Η προσέγγιση που υιοθετήθηκε στην οδηγία 83/182 μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση συγκρίσεως γενικής κατευθύνσεως, μολονότι η εν λόγω οδηγία δεν καλύπτει ειδικά την περίπτωση που ο εισαγωγέας του οχήματος είναι κάτοικος της χώρας εισαγωγής. Οι προβλεπόμενες στην εν λόγω οδηγία φοροαπαλλαγές ισχύουν, κατ' αρχήν, για συνεχές ή μη συνεχές χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ανά δωδεκάμηνο . Επομένως, για την ταξινόμηση οχημάτων που εκμισθώθηκαν με χρηματοδοτική μίσθωση σε άλλο κράτος μέλος, μια εξάμηνη προθεσμία δεν μπορεί να θεωρηθεί παράλογα βραχεία. Εντούτοις, πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο τα κράτη μέλη πρέπει, ελλείψει ειδικής κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως, να διαθέτουν ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως. Για την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου, εύλογα μπορούν να ζητήσουν την επιβολή βραχύτερης προθεσμίας, όταν ο χρήστης του οχήματος είναι κάτοικος της χώρας, αλλά η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να είναι τόσο βραχεία ώστε η τήρησή της να καθίσταται αδύνατη ή εξαιρετικά δυσχερής, λαμβανομένων υπόψη όλων των διατυπώσεων που πρέπει να πληρωθούν.

Η σχετική με την κατοικία ή έδρα υποχρέωση

- Ύπαρξη περιορισμού

53. Δεν αμφισβητείται ότι η υποχρέωση ταξινομήσεως οχήματος, που χρησιμοποιείται εντός της Αυστρίας από πρόσωπο εγκατεστημένο σ' αυτή, στο όνομα προσώπου εγκατεστημένου στην Αυστρία καθιστά δυσχερέστερη ή λιγότερο ελκυστική την παροχή υπηρεσιών εντός της χώρας αυτής από επιχειρήσεις leasing αυτοκινήτων.

54. Μια τέτοια απαίτηση ισοδυναμεί είτε με υποχρέωση εγκαταστάσεως του εκμισθωτή στην Αυστρία είτε με το να επιτρέψει στον μισθωτή (ή σε άλλο πρόσωπο εγκατεστημένο στην Αυστρία) να ταξινομήσει το όχημα στο όνομά του. Η πρώτη εναλλακτική έχει αναγνωριστεί ως περιορισμός της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, διότι επιφέρει μειονεκτήματα και δαπάνες, ενώ η δεύτερη συνεπάγεται την παραίτηση του εκμισθωτή από ορισμένα προνόμια που ανέμενε κανονικά να αποκομίσει ως κύριος του οχήματος.

- Δικαιολόγηση

55. Η ταξινόμηση προϋποθέτει ένα όνομα υπό το οποίο ταξινομείται το όχημα. Είναι συμφέρον όλων να ανήκει το όνομα στο πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για το όχημα, ώστε να διασφαλίζεται ο υψηλότερος βαθμός ελέγχου τόσο για το άτομο αυτό όσο και για τις αρχές. Εντούτοις, όταν το όχημα παραδίδεται με χρηματοδοτική μίσθωση για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, την ευθύνη φέρουν διαρκώς και ο εκμισθωτής και ο μισθωτής. Από τα πληροφοριακά στοιχεία που προσκόμισε η Επιτροπή σε απάντηση προς ερώτημα του Δικαστηρίου προκύπτει ότι τα διάφορα κράτη μέλη ακολούθησαν διαφορετικές λύσεις. Η ταξινόμηση στο όνομα και των δύο μερών θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα όλων, ενώ ο πλήρης αποκλεισμός της δυνατότητας ταξινομήσεως στο όνομα του κυρίου του οχήματος θα οδηγούσε σε καταπάτηση των δικαιωμάτων του.

56. Οι αυστριακές διατάξεις δεν φαίνεται να αποκλείουν την ταξινόμηση στο όνομα του εκμισθωτή, αλλά, στην περίπτωση αυτή, θέτουν ως προϋπόθεση την ύπαρξη εγκαταστάσεώς του στην Αυστρία. Η Αυστριακή Κυβέρνηση επισημαίνει ότι είναι συχνά αναγκαίο, σε περίπτωση οδικών παραβάσεων, να απαιτείται από το πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει ταξινομηθεί το όχημα να προσκομίσει πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με την ταυτότητα του οδηγού σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Θα ήταν, όμως, δύσκολο να ληφθούν τα στοιχεία αυτά, αν το εν λόγω πρόσωπο ήταν εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος. Η Επιτροπή θεωρεί ότι θα αρκούσε, χωρίς να αποτελεί εμπόδιο στην ελευθερία του εκμισθωτή να παράσχει τις υπηρεσίες του, να μπορεί το όχημα να ταξινομηθεί στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κυκλοφορεί, εν προκειμένω στην Αυστρία, στο όνομα της επιχειρήσεως leasing με αναφορά των στοιχείων του μισθωτή και (εις ολόκληρον) ευθύνη του για την τήρηση όλων των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ταξινόμηση και τη χρησιμοποίηση του οχήματος.

57. Το επιχείρημα της Αυστριακής Κυβερνήσεως είναι εύλογο. Αν η ταξινόμηση οχήματος ευρισκομένου στην Αυστρία, το οποίο χρησιμοποιείται από πρόσωπο εγκατεστημένο στη χώρα αυτή, γινόταν στο όνομα επιχειρήσεως leasing εγκατεστημένης εκαντοτάδες ή και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, θα ήταν εξαιρετικά δυσχερής η διεξαγωγή του κατάλληλου ελέγχου. Βέβαια, η ανησυχία της Επιτροπής για τα δικαιώματα του κυρίου του οχήματος είναι επίσης δικαιολογημένη. Αν ο μοναδικός τρόπος για να διασφαλίσει ο εκμισθωτής τα δικαιώματά του αυτά είναι να ταξινομήσει το όχημα στο όνομά του, η απαίτηση κατοικίας ή εγκαταστάσεώς του στην Αυστρία βαίνει σαφώς πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρου.

58. Ενδέχεται, ωστόσο, το Δικαστήριο να μην έχει ενημερωθεί πλήρως σχετικά με τις λεπτομέρειες των αυστριακών διατάξεων και η τελική απόφαση ως προς το αν αυτές είναι συμβατές προς την αρχή της αναλογικότητας ανήκει στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να αποφανθεί. Αν είναι δυνατή η από κοινού ταξινόμηση στο όνομα τόσο του ενός από τα μέρη που κατοικεί στην Αυστρία (του μισθωτή) όσο και του άλλου που δεν κατοικεί στη χώρα αυτή (του εκμισθωτή), αν υπάρχει η δυνατότητα διαφορετικής ταξινονομήσεως για την κυριότητα και την κατοχή ή αν υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος ταξινομήσεως και διαφυλάξεως των δικαιωμάτων του εκμισθωτή, η υποχρέωση κατοικίας δεν είναι δυσανάλογη - στην πραγματικότητα δεν εμποδίζει καν την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Εντούτοις, αν δεν υπάρχει η δυνατότητα αυτή, η εν λόγω υποχρέωση βαίνει, κατά την άποψή μου, πέραν του αναγκαίου μέτρου και συνιστά, ως εκ τούτου, απαγορευόμενο περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Η υποχρέωση ασφαλίσεως

- Ύπαρξη περιορισμού

59. Συνιστά η υποχρέωση ασφαλίσεως οχήματος που εκμισθώνεται με χρηματοδοτική σύμβαση σε πρόσωπο εγκατεστημένο στην Αυστρία, το οποίο το χρησιμοποιεί εντός της χώρας αυτής, σε ασφαλιστική εταιρία έχουσα άδεια λειτουργίας στην Αυστρία περιορισμό της ελευθερίας των επιχειρήσεων leasing αυτοκινήτων που είναι εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος να παράσχουν τις υπηρεσίες τους στην Αυστρία;

60. Είναι σαφές ότι ένας τέτοιος κανόνας αφορά, τουλάχιστον δυνητικά, την ελευθερία των επιχειρήσεων leasing αυτοκινήτων, οι οποίες έχουν ενδεχομένως συνάψει προτιμησιακές συμφωνίες με ασφαλιστικές εταιρίες εγκατεστημένες εκτός Αυστρίας, να εκμισθώσουν οχήματα με χρηματοδοτική μίσθωση σε πελάτες εγκατεστημένους στη χώρα αυτή, εφόσον θα αναγκαστούν ενδεχομένως να συνάψουν λιγότερο ευνοϊκές συμβάσεις και, εν πάση περιπτώσει, θα περιοριστεί η ελευθερία τους ως προς την επιλογή της ασφαλιστικής τους εταιρίας. Το ζήτημα, πάντως, άπτεται του τι νοείται ως ασφαλιστική εταιρία έχουσα άδεια λειτουργίας στην Αυστρία, ζήτημα το οποίο θα προσεγγίσω κατά την εξέταση της δυνατότητας δικαιολογήσεως του περιορισμού.

61. Για να διαπιστωθεί αν η υποχρέωση αυτή συνιστά περιορισμό σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση πρέπει να ληφθούν υπόψη οι όροι της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως - δηλαδή αν υπεύθυνος για την ασφάλιση είναι ο εκμισθωτής ή ο μισθωτής. Στην υπό κρίση υπόθεση, το αυτοκίνητο ασφάλισε η ASL σε γερμανική ασφαλιστική εταιρία, έναντι συγκεκριμένου μηνιαίου ποσού το οποίο περιλαμβανόταν στο μίσθωμα που χρεώθηκε στην Cura Anlagen, συνήθης πρακτική για τα «πλήρη πακέτα» leasing. Ενδέχεται αυτό να μην ισχύει για όλες τις μακροχρόνιες συμβάσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως (είναι πιθανόν να ισχύει για όλες τις βραχυπρόθεσμες), αλλά το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδέχεται να μην επηρεαστεί στην πράξη η επιχείρηση του εκμισθωτή δεν αναιρεί, κατ' αρχήν, την περιοριστική φύση της υποχρεώσεως. Εν πάση περιπτώσει, περιορίζει την ελευθερία του ως προς την επιλογή της ασφαλιστικής συμφωνίας για τα οχήματά του.

- Δικαιολόγηση

62. Η πιθανή δικαιολόγηση ενός περιορισμού όπως ο ανωτέρω πρέπει να εξεταστεί βάσει των κοινοτικών οδηγιών που ρυθμίζουν λεπτομερέστατα την παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών και, ειδικότερα, την ασφάλιση αυτοκινήτων οχημάτων, λαμβανομένου υπόψη ότι την τήρηση της υποχρεώσεως ασφαλίσεως κάθε οχήματος που τίθεται σε κυκλοφορία ελέγχουν και εγγυώνται οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο έχει ταξινομηθεί.

63. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, η απάντηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την έννοια της εκφράσεως «ασφαλιστική εταιρία που έχει άδεια λειτουργίας στην Αυστρία» («mit einem zum Betrieb dieses Versicherungszweiges in Österreich berechtigen Versicherer») .

64. Αν η έκφραση αυτή σημαίνει ότι η ασφαλιστική εταιρία πρέπει να έχει την κύρια εγκατάστασή της στην Αυστρία και «επίσημη άδεια» («behördlichen Zulassung») στη χώρα αυτή, ως κράτους καταγωγής υπό την έννοια των οδηγιών σχετικά με την πρωτασφάλιση εκτός από την ασφάλεια ζωής , πρόκειται σαφώς για αδικαιολόγητο περιορισμό. Εντούτοις, αν η υποχρέωση συνίσταται απλώς στο ότι η ασφαλιστική εταιρία πρέπει να δικαιούται, σύμφωνα με τις οδηγίες αυτές, να παράσχει υπηρεσίες στην Αυστρία, ο περιορισμός, μολονότι υφίσταται στην πράξη, φαίνεται δικαιολογημένος.

65. Το τροποποιημένο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας έχει ως εξής: «Η άδεια ισχύει για το σύνολο της Κοινότητας. Επιτρέπει στην επιχείρηση να ασκεί δραστηριότητες είτε υπό καθεστώς εγατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών».

66. Σύμφωνα με τα άρθρα 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 72/166 του Συμβουλίου , 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 84/5 και τα άρθρα 2 και 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/232 , όλα τα συμβόλαια υποχρεωτικής ασφάλισης των οχημάτων, που είναι σταθμευμένα σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, πρέπει να καλύπτουν όλο το έδαφος της Κοινότητας και να εξασφαλίζουν την κάλυψη που απαιτεί η νομοθεσία κάθε κράτους μέλους, ενώ τα πρόσωπα τα οποία ενέχονται σε τροχαίο ατύχημα πρέπει να είναι σε θέση να πληροφορηθούν το συντομότερο δυνατόν ποιες είναι οι υπεύθυνες ασφαλιστικές εταιρίες.

67. Εντούτοις, μολονότι, κατ' αυτόν τον τρόπο, κάθε ασφαλιστική εταιρία εγκατεστημένη και έχουσα επίσημη άδεια σε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να παρέχει ασφαλιστική κάλυψη σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος χωρίς να έχει εγκατάσταση σ' αυτό, το άρθρο 12α της οδηγίας 88/357 θέτει έναν σημαντικό όρο . Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, μια τέτοια ασφαλιστική εταιρία πρέπει, ειδικότερα, να καταστεί μέλος και να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση του εθνικού γραφείου και του εθνικού ταμείου εγγυήσεως του κράτους μέλους στο οποίο επιθυμεί να παράσχει τις υπηρεσίες της και πρέπει «να ορίσει αντιπρόσωπο με κατοικία ή εγκατάσταση στο έδαφός του, ο οποίος θα συλλέγει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες τις σχετικές με τις απαιτήσεις, θα διαθέτει επαρκείς εξουσίες για να αντιπροσωπεύει την επιχείρηση έναντι των προσώπων που υπέστησαν ζημίες και θα μπορούσαν να προβάλουν αξίωση αποζημίωσης, συμπεριλαμβανομένης και της ικανοποίησης αυτών των αξιώσεων, και για να την αντιπροσωπεύει ή, εφόσον απαιτείται, να φροντίζει για την αντιπροσώπευσή της ενώπιον των δικαστηρίων και των αρχών αυτού του κράτους μέλους σχετικά με τις αξιώσεις αυτές», χωρίς ο διορισμός του αντιπροσώπου αυτού να συνιστά άνοιγμα υποκαταστήματος ή πρακτορείου ή εγκατάσταση της ασφαλιστικής εταιρίας.

68. Η ASL προσκόμισε τον, κατά τον ισχυρισμό της, πλήρη επίσημο κατάλογο των ασφαλιστικών εταιριών που έχουν άδεια να παράσχουν ασφαλιστικές υπηρεσίες στην Αυστρία, από τις οποίες όλες εκτός από δύο έχουν την κύρια εγκατάστασή τους στην Αυστρία. Ως προς το αν το τελευταίο στοιχείο είναι ή δεν είναι ακριβές, το Δικαστήριο δεν διαθέτει επαρκή πληροφοριακά στοιχεία για να εξακριβώσει αν ο κατάλογος συντάσσεται σύμφωνα με τις προαναφερθείσες κοινοτικές διατάξεις. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να αποφανθεί επί του ζητήματος αυτού. Η μη τήρηση των σχετικών κανόνων συνιστά βεβαίως, κατ' αρχάς, αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας παροχής ασφαλιστικών υπηρεσιών, αλλά, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υποθέσεως, περιορίζει επίσης την ελευθερία παροχής υπηρεσιών διασυνοριακού leasing οχημάτων.

Η υποχρέωση τεχνικού ελέγχου

- Ύπαρξη περιορισμού

69. Στην περίπτωση που όχημα το οποίο πρόκειται να παραδοθεί με χρηματοδοτική μίσθωση για να χρησιμοποιηθεί στην Αυστρία έχει ήδη υποβληθεί επιτυχώς σε υποχρεωτικό τεχνικό και περιβαλλοντικό έλεγχο στη Γερμανία, συνιστά η υποχρέωση υποβολής του σε περαιτέρω έλεγχο στην Αυστρία περιορισμό της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών διασυνοριακού leasing οχημάτων;

70. Η απάντηση φαίνεται σαφής. εριορισμός υπάρχει, διότι επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση λόγω του ότι το όχημα πρέπει να χρησιμοποιηθεί σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος καταγωγής του. Στον παρεμφερή τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων, το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφασή του Schloh , ότι ο τεχνικός έλεγχος καθιστά δυσχερέστερη και δαπανηρότερη την ταξινόμηση των εισαγόμενων οχημάτων και έχει, ως εκ τούτου, ισοδύναμο αποτέλεσμα προς ποσοτικό περιορισμό του εμπορίου. Ωστόσο, ο έλεγχος αυτός μπορεί να δικαιολογηθεί για λόγους που ανάγονται στην προστασία της υγείας και της ζωής των ανθρώπων, αν είναι αναγκαίος για την επίτευξη του σκοπού αυτού και δεν συνιστά αυθαίρετη διάκριση ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου .

- Δικαιολόγηση

71. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελεί ουσιώδες ζήτημα δημοσίου συμφέροντος η εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής ασφάλειας, από τεχνικής και περιβαλλοντολογικής απόψεως, για τα οχήματα που κυκλοφορούν. Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν ειδικώς την υποχρέωση να διεξάγουν περιοδικούς τεχνικούς ελέγχους όλων των οχημάτων που έχουν ταξινομηθεί στο έδαφός τους, βάσει του άρθρου 1 της οδηγίας 96/96/ΕΚ (αν και το υπό εξέταση ζήτημα δεν αφορά τους περιοδικούς ελέγχους που διεξάγονται μετά την ταξινόμηση στην Αυστρία, αλλά την αρχική επιβολή ελέγχου ενόψει της ταξινομήσεως).

72. Το ελάχιστο περιεχόμενο των υποχρεωτικών αυτών ελέγχων εξειδικεύεται λεπτομερώς στο παράρτημα ΙΙ της εν λόγω οδηγίας. Το άρθρο 3, παράγραφος 1, έχει ως εξής: «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία ούτως ώστε να καθίσταται δυνατόν να αποδεικνύεται ότι ένα όχημα υποβλήθηκε επιτυχώς σε τεχνικό έλεγχο σύμφωνα τουλάχιστον με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας»· το άρθρο 3, παράγραφος 2, προβλέπει τα εξής: «Κάθε κράτος μέλος αναγνωρίζει το αποδεικτικό που έχει εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος, με το οποίο αποδεικνύεται ότι ένα μηχανοκίνητο όχημα που είναι εγγεγραμμένο στο εν λόγω κράτος μέλος, καθώς και το ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενό του, έχουν υποβληθεί επιτυχώς σε τεχνικό έλεγχο σύμφωνα τουλάχιστον με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, σαν να είχε το ίδιο εκδώσει το εν λόγω αποδεικτικό».

73. Εντούτοις, το άρθρο 5 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιβάλλουν ευρύτερους, συχνότερους ή αυστηρότερους ελέγχους από τους ελάχιστους που προβλέπει η οδηγία.

74. Επομένως, όταν ένα όχημα έχει υποβληθεί επιτυχώς σε τεχνικό έλεγχο σε ένα κράτος μέλος, κάθε άλλο κράτος μέλος πρέπει να αναγνωρίζει το σχετικό αποδεικτικό, αλλά μπορεί, παρά ταύτα, να απαιτήσει περαιτέρω ελέγχους που δεν καλύπτονται από το αποδεικτικό αυτό, ενόψει της ταξινομήσεως του οχήματος στο έδαφός του.

75. Μολονότι η απόφαση Schloh προηγείται της εκδόσεως της οδηγίας 96/96, ασκεί εν προκειμένω επιρροή. Με την εν λόγω απόφαση το Δικαστήριο έκρινε ότι το γεγονός ότι ένα όχημα τέθηκε σε κυκλοφορία μετά τον τελευταίο έλεγχό του μπορεί να δικαιολογήσει έλεγχο, πριν από την ταξινόμησή του σε άλλο κράτος μέλος, σχετικά με το αν το όχημα αυτό δεν έχει υποστεί ζημία και βρίσκεται σε καλή κατάσταση συντηρήσεως, υπό την προϋπόθεση ότι παρόμοιος έλεγχος απαιτείται για τα οχήματα εγχώριας κατασκευής που πρόκειται να ταξινομηθούν υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

76. Η εφαρμογή των ανωτέρω εκτιμήσεων στην παρούσα υπόθεση συνεπάγεται ότι, όταν ένα όχημα που έχει εκμισθωθεί με σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως από γερμανική εταιρία ταξινομείται στην Αυστρία, για τον λόγο ότι ο μισθωτής κατοικεί στη χώρα αυτή, και έχει υποβληθεί επιτυχώς σε τεχνικό έλεγχο στη Γερμανία, οι αυστριακές αρχές μπορούν παρά ταύτα δικαιολογημένα να του επιβάλουν περαιτέρω έλεγχο i) προκειμένου να εξακριβώσουν αν πληροί τις απαιτήσεις που επιβάλλονται στα ταξινομούμενα στην Αυστρία οχήματα, που δεν καλύπτονται από το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 96/96 ή από τους γερμανικούς ελέγχους και/ή ii) προκειμένου να ελέγξει αν η κατάσταση του οχήματος επιδεινώθηκε αφότου ελέγχθηκε στη Γερμανία, εφόσον εν τω μεταξύ ετέθη σε κυκλοφορία, υπό την προϋπόθεση ότι παρόμοιος έλεγχος επιβάλλεται όταν ένα όχημα που ελέγχθηκε προηγουμένως στην Αυστρία αναταξινομείται στη χώρα αυτή.

Ο φόρος επί της συνήθους καταναλώσεως καυσίμου

- Ύπαρξη περιορισμού

77. Εκ πρώτης όψεως, η είσπραξη του φόρου αυτού δεν φαίνεται να εισάγει διακρίσεις, εφόσον προφανώς επιβάλλεται και στις υπηρεσίες leasing οχημάτων εντός της Αυστρίας όπως ακριβώς και στις υπηρεσίες διασυνοριακού leasing οχημάτων.

78. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο εν λόγω φόρος δεν αποθαρρύνει το διασυνοριακό εμπόριο· ένα μέτρο δεν χρειάζεται να εισάγει διακρίσεις για να αντιβαίνει στο άρθρο 49 ΕΚ . εραιτέρω, όπως επισημαίνουν η ASL και η Επιτροπή, το γεγονός ότι ο φόρος εισπράττεται εφάπαξ σημαίνει ότι μια αυστριακή επιχείρηση leasing θα έχει τη δυνατότητα να εκμισθώνει επανειλημμένα οχήματα με leasing ή να τα πωλεί στην Αυστρία χωρίς περαιτέρω πληρωμή, ενώ μια γερμανική ανταγωνίστρια επιχείρηση, η οποία δεν σκοπεύει ενδεχομένως να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει τα οχήματά της κατ' αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει να πληρώσει το ίδιο ποσό φόρου - έως το 16 % της αξίας του οχήματος - πιθανόν για πολύ σύντομη περίοδο εκμισθώσεως. Ως εκ τούτου, ο φόρος συνιστά επιβάρυνση ικανή να αποθαρρύνει όσους δεν επιθυμούν να εκμισθώσουν με leasing ή να πωλήσουν τα οχήματά τους αποκλειστικά στην Αυστρία από το να παράσχουν τις υπηρεσίες τους από κράτος εκτός Αυστρίας.

- Δικαιολόγηση

79. Οι φόροι επί των αυτοκινήτων οχημάτων μπορούν να διαιρεθούν σε διάφορες κατηγορίες. Ο φόρος προστιθέμενης αξίας (στο εξής: ΦΑ) εισπράττεται επί της πωλήσεως ενός οχήματος ή επί της παροχής υπηρεσίας leasing, ανάλογα με τον τόπο όπου συμβαίνει η πράξη, και υπόκειται στους προβλεπόμενους από την έκτη οδηγία ΦΑ κοινοτικούς κανόνες. Άλλοι φόροι εισπράττονται όταν ένα όχημα ταξινομείται ή τίθεται σε κυκλοφορία και/ή περιοδικά, λόγω του ότι εξακολουθεί να είναι ταξινομημένο ή σε κυκλοφορία· οι φόροι αυτού του είδους δεν έχουν εναρμονιστεί σε κοινοτικό επίπεδο, αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις .

80. Η ASL υποστηρίζει ότι ο φόρος καταναλώσεως αποτελεί συγκεκαλυμμένη προσαύξηση του ΦΑ, αντίθετη προς το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο α_, της έκτης οδηγίας ΦΑ, το οποίο επιτρέπει μόνον έναν κανονικό συντελεστή και δύο μειωμένους. Ο κανονικός συντελεστής του ΦΑ στην Αυστρία είναι της τάξεως του 20 % και η ASL ισχυρίζεται ότι ο φόρος καταναλώσεως εισήχθη για να αντισταθμίσει την κατάργηση του προηγούμενου αυξημένου συντελεστή του 32 %, ο οποίος ίσχυε ειδικά για την πώληση και τη μίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων. Επιπλέον, ο φόρος συνίσταται σε ποσοστό επί της αξίας του οχήματος.

81. Ωστόσο, το ερώτημα του εθνικού δικαστηρίου αφορά τη συμβατότητα των αυστριακών διατάξεων με τους κοινοτικούς κανόνες περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Το γεγονός ότι ένας φόρος αντιβαίνει στις διατάξεις των οδηγιών ΦΑ δεν αφορά καθεαυτό το υποβληθέν ερώτημα. Εξάλλου, το ζήτημα του ΦΑ ούτε καν προβλήθηκε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Κατά την άποψή μου, το Δικαστήριο δεν πρέπει να αποφανθεί επί της συμβατότητας προς τις οδηγίες ΦΑ ενός φαινομενικά περιβαλλοντικού φόρου, ο υπολογισμός του οποίου περιέχει μια συνιστώσα ad valorem, εφόσον το ζήτημα δεν προβλήθηκε κατά την κύρια δίκη και δεν αφορά το προδικαστικό ερώτημα και εφόσον δεν δόθηκε πλήρως στα κράτη μέλη η δυνατότητα να υποβάλουν τις σχετικές παρατηρήσεις τους.

82. Εν πάση περιπτώσει, μολονότι το ποσό του φόρου ποικίλλει ανάλογα με την αξία του οχήματος, ποικίλλει επίσης σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με τη συνήθη κατανάλωση καυσίμου. Συνεπώς, μπορεί να αποθαρρύνει την απόκτηση οχημάτων που επιβαρύνουν υπερβολικά το περιβάλλον, σκοπός τον οποίο επεδίωκε η Αυστριακή Κυβέρνηση. Επιπλέον, όσον αφορά τα οχήματα που εκμισθώνονται με leasing, η ad valorem συνιστώσα του υπολογισμού σχετίζεται με την αξία του οχήματος και όχι με το ποσό που χρεώνεται για την παροχή της υπηρεσίας . Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως φόρος επί του κύκλου εργασιών που εισπράττεται για την παροχή αυτή, στο πλαίσιο των οδηγιών ΦΑ.

83. Η Αυστριακή Κυβέρνηση δηλώνει ότι ο σκοπός του φόρου καταναλώσεως είναι να προωθήσει τη φιλική προς το περιβάλλον συμπεριφορά κατά την αγορά ή τη χρηματοδοτική μίσθωση ιδιωτικών αυτοκινήτων. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει εναρμόνιση των εν λόγω φόρων σε κοινοτικό επίπεδο, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι συμβάλλουν στον οριζόμενο στο άρθρο 2 ΕΚ κοινοτικό στόχο να προάγεται «υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος» και ανταποκρίνονται πράγματι στη διαδεδομένη δημόσια και διεθνή ανησυχία στον τομέα αυτό. Ένας τέτοιος φόρος δικαιολογείται, κατ' αρχήν, από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και είναι, επιπλέον, κατάλληλος για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, καθότι ένας σχετικά υψηλός φόρος, ο οποίος αυξάνει με την κατανάλωση του οχήματος σε καύσιμο, είναι πιθανό να ενθαρρύνει την απόκτηση οχημάτων με χαμηλότερη κατανάλωση.

84. Εντούτοις, τόσο η ASL όσο και η Επιτροπή τόνισαν το γεγονός ότι ο φόρος καταναλώσεως εισπράττεται με τον ίδιο συντελεστή ανεξάρτητα από τη διάρκεια χρησιμοποιήσεως ή ταξινομήσεως του οχήματος στην Αυστρία. Για μια επιχείρηση leasing αυτοκινήτων, όμως, η απόσβεση του φόρου ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τη διάρκεια. Επομένως, όταν είναι γνωστό ότι το όχημα θα ταξινομηθεί και θα σταθμεύσει στην Αυστρία για περιορισμένο μόνο χρονικό διάστημα, πρέπει να προβλέπεται η είσπραξη του φόρου κατ' αναλογία.

85. Συμμερίζομαι, κατ' αρχήν, την άποψη αυτή, μολονότι δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι συνεπάγεται κατ' ανάγκη άμεσο ή συγκεκριμένο δεσμό μεταξύ του φόρου καταναλώσεως και τη διάρκεια ή την έκταση της βλαπτικής για το περιβάλλον χρησιμοποιήσεως του οχήματος στην Αυστρία. Το σημαντικό είναι το επιβαλλόμενο μέτρο να μην περιορίζει την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, βαίνοντας πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη νόμιμου σκοπού. Εν προκειμένω, ο σκοπός του νόμου φαίνεται να είναι η αποθάρρυνση μάλλον της αποκτήσεως ή της κατοχής οχημάτων με υψηλή κατανάλωση καυσίμου, παρά η χρησιμοποίησή τους (για την αποθάρρυνση της οποίας θα λειτουργούσε αποτελεσματικότερα ένας φόρος επί των καυσίμων). άντως, ο σκοπός αυτός μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να γίνεται διάκριση εις βάρος αλλοδαπών επιχειρήσεων leasing οχημάτων, αν επιβληθεί, για παράδειγμα, ως περιοδικός φόρος ανάλογα προς τη διάρκεια της ταξινομήσεως του οχήματος. Εν πάση περιπτώσει, για να δικαιολογείται η επιβολή του εν λόγω φόρου πρέπει η είσπραξή του να μην επιβαρύνει τα οχήματα που εκμισθώνονται με leasing από άλλα κράτη μέλη περισσότερο από τα οχήματα που εκμισθώνονται με leasing από το εσωτερικό της Αυστρίας, λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας χρησιμοποιήσεως κάθε οχήματος στην Αυστρία.

ρόταση

86. Κατόπιν των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο ερώτημα που του υπέβαλε το Handelsgericht Wien στην παρούσα υπόθεση ως εξής:

«Εθνική διάταξη βάσει της οποίας όχημα το οποίο έχει εκμισθώσει με χρηματοδοτική μίσθωση εκμισθωτής εγκατεστημένος σε κράτος μέλος Β για να χρησιμοποιηθεί σε κράτος μέλος Α από πρόσωπο εγκατεστημένο στο κράτος αυτό, πρέπει να ταξινομηθεί στο κράτος μέλος Α στο όνομα προσώπου εγκατεστημένου στο κράτος αυτό, μολονότι συνιστά περιορισμό της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών την οποία εγγυάται το άρθρο 49 ΕΚ, δικαιολογείται, κατ' αρχήν, από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Ωστόσο, μια τέτοια υποχρέωση δεν μπορεί να συνοδεύεται από άλλες προϋποθέσεις, οι οποίες περιορίζουν περαιτέρω την ως άνω ελευθερία, εκτός αν δικαιολογούνται και αυτές από παρόμοιους λόγους και δεν βαίνουν περάν του αναγκαίου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρου. Μεταξύ των προϋποθέσεων που δεν επιτρέπονται για τους ανωτέρω λόγους είναι οι εξής:

- προθεσμία ταξινομήσεως τόσο βραχεία που η τήρησή της να καθίσταται αδύνατη ή εξαιρετικά δυσχερής, λαμβανομένων υπόψη όλων των διατυπώσεων που πρέπει να πληρωθούν·

- απαγόρευση ταξινομήσεως στο όνομα του εκμισθωτή, αν ο εκμισθωτής δεν έχει κατοικία ή εγκατάσταση στο κράτος μέλος Α, εκτός αν διασφαλίζονται επαρκώς τα δικαιώματα του εκμισθωτή ως κυρίου·

- υποχρέωση ασφαλίσεως του οχήματος που αντιβαίνει στις διατάξεις περί ελεύθερης παροχής ασφαλιστικών υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας·

- υποχρέωση τεχνικού ελέγχου, η οποία συνιστά απλώς επανάληψη των ελέγχων που έχουν ήδη διεξαχθεί σε κράτος μέλος Β, εκτός αν ο έλεγχος αυτός αφορά οχήματα που τέθηκαν σε κυκλοφορία μετά τον προηγούμενο έλεγχο και εφαρμόζεται ομοίως όταν ο εκμισθωτής είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος Α·

- πληρωμή φόρου που μπορεί να ανέλθει έως το 16 % της αξίας του οχήματος, εκτός αν προβλέπεται η είσπραξη του φόρου αυτού κατά τρόπο που να μην επιβαρύνει τα οχήματα που εκμισθώνονται με leasing από κράτος μέλος Β περισσότερο από τα οχήματα που εκμισθώνονται με leasing εντός του κράτους μέλους Α, λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας χρησιμοποιήσεως κάθε οχήματος εντός του κράτους μέλους Α.»